Και κάπου εκεί προς το τέλος, ένας σχολιαστής έγραψε τα εξής: «αυτή η συζήτηση – αν πραγματικά ήταν συν-ζήτηση, από κοινού αναζήτηση, και όχι παράλληλοι μονόλογοι – όχι μόνο δεν ολοκληρώθηκε, αλλά αν μείνει έτσι ξεκρέμαστη δεν θα έχει και τίποτε το σημαντικό να προσφέρει. Θα ’χουμε απλώς «ξεκαθαρίσει ο καθένας τις θέσεις του». Χρήσιμο, αλλά λίγο.»
Η κουβέντα αυτή με έβαλε σε μεγάλες σκέψεις. Αναρωτήθηκα, πραγματικά, ποιο το όφελος; Είχα συμμετάσχει στη συζήτηση με έντονο πάθος, είχα διαβάσεις τις απόψεις των άλλων με μεγάλο ενδιαφέρον, είχα προβληματιστεί και συλλογιστεί πολύ. Αλλά είχα συνδιαλλαγεί αληθινά; Είχα επιτρέψει στις γνώμες των άλλων να διαποτίσουν τη σκέψη μου; Είχα αλλάξει τοποθέτηση έστω και για μια στιγμή, έστω και μόνο για να δοκιμάσω την αίσθηση του κόσμου από μια νέα θέση;
Η αλήθεια είναι πως όχι.
Έκανα μόνο μία μικρή παραχώρηση σε ένα δευτερεύον ζήτημα, και αυτή ακόμη την έκανα μόνον διανοητικά, εγκεφαλικά – μέσα μου συνέχισα να αισθάνομαι ότι η αρχική μου θέση με εξέφραζε περισσότερο.
Όλους αυτούς τους μήνες κουβαλώ μέσα μου τη μνήμη αυτή και προσπαθώ να την επεξεργαστώ. Περιφέρομαι σε αυτό και σε άλλα ιστολόγια, διαβάζω, σκέφτομαι, σχολιάζω, ρωτώ και απαντώ. Και παρατηρώ τις αντιδράσεις μου, καθώς και τις αντιδράσεις των άλλων ιστολόγων και σχολιαστών, στις διάφορες συζητήσεις. Και βλέπω ότι λίγο έως πολύ όλοι το ίδιο κάνουμε.
Μπαίνουμε σε μια συζήτηση, έχοντας ήδη κάποιες προκατασκευασμένες ιδέες στο κεφάλι μας. Τοποθετούμαστε ως προς το θέμα σύμφωνα με τις ήδη διαμορφωμένες απόψεις μας. Κάθε φορά που συναντούμε μια άποψη αντίθετη με τη δική μας, σκαλίζουμε το μυαλουδάκι μας για να βρούμε επιχειρήματα υπέρ της δικής μας άποψης. Αν δυσκολευόμαστε πολύ, τότε αερολογούμε, απεραντολογούμε, αλλάζουμε το θέμα, ή «επιφυλασσόμαστε να επανέλθουμε».
Ποτέ μου δεν είδα κάποιον να αλλάζει γνώμη.
Και αναρωτιέμαι, τι νόημα έχει όλο αυτό; Τι νόημα έχει η παράλληλη παράθεση απόψεων αν δεν συνοδεύεται από ουσιαστικό διάλογο, από συν-ζήτηση που λέει και ο παραπάνω σχολιαστής; Πέραν της ικανοποιήσεως ότι μπορέσαμε κι εμείς να πετάξουμε το λογάκι μας ανεμπόδιστοι (που είναι ομολογουμένως σημαντικό), ουδέν.
Υπερβάλλω, θα μου πείτε – και θα έχετε ίσως δίκιο.
Ωστόσο ελάχιστη συνεννόηση βλέπω. Και όχι μόνον στα ιστολόγια αλλά και αλλού. Καθένας παγιώνει τις απόψεις του κάποια στιγμή στη ζωή του - πώς άραγε; και πότε; - και στη συνέχεια τις περιφέρει αναζητώντας άλλους με ίδιες ή παρόμοιες απόψεις, και συναναστρέφεται με αυτούς. Ακόμη και όταν συζητά - ή προσποιείται ότι συζητά - με διαφωνούντες, αυτό που πραγματικά κάνει είναι ότι εδραιώνει όσο μπορεί καλύτερα τη δική του ήδη παγιωμένη άποψη. Σπάνια, σπανιώτατα ακούει πραγματικά τις απόψεις των άλλων, και ακόμη σπανιώτερα αλλάζει άποψη.
Δημιουργούνται έτσι ομάδες ομοϊδεατών, οι οποίες αν δεν απωθούν τους ετερόδοξους, τουλάχιστον τους αποθαρρύνουν. Εγώ η ίδια έχω αισθανθεί φοβερή αμηχανία κουβεντιάζοντας σε ιστολόγια και fora διαφορετικής ιδεολογίας και τοποθέτησης από τη δική μου. Οι συζητητές στην καλύτερη περίπτωση είναι συγκαταβατικοί και διακριτικά ειρωνικοί, ενώ στη χειρότερη ανοιχτά επιθετικοί. Υποθέτω ότι ανάλογα συναισθήματα αμηχανίας ίσως έχουν νιώσει σχολιαστές στο δικό μου ιστολόγιο, οσάκις εξέφρασαν απόψεις αντίθετες με αυτές που ευαγγελίζομαι εδώ.
Σε όλες τις ιστολογικές συζητήσεις που είχα από τότε μέχρι τώρα, μόνο μία φορά ήμουν πραγματικά ανοιχτή στα λεγόμενα του άλλου, και αυτό επειδή το θέμα το κατείχα ελάχιστα και ως εκ τούτου δεν είχα προκατασκευασμένη άποψη. Σκέφτομαι ότι είναι λογικό να έχει κανείς απόψεις, γνώμες, ιδέες – πως αλλιώς θα κινηθεί στον κόσμο, πώς θα κάνει επιλογές, πώς θα λάβει αποφάσεις; Είναι ίσως λογικό και το να μένει σταθερός στις απόψεις του, εφόσον μάλιστα έχει καταλήξει σε αυτές μετά από πολλή διερεύνηση και περίσκεψη.
Τι νόημα έχουν λοιπόν οι συζητήσεις;
Μία απάντηση ίσως είναι ότι με τον τρόπο αυτό σχηματίζουμε μια εικόνα για το είδος των απόψεων που κυκλοφορούν.
Μια άλλη απάντηση ίσως είναι ότι όσοι ενδιαφέρονται για κάποιο θέμα και δεν έχουν παγιωμένη άποψη μπορούν να διαβάσουν πολλές απόψεις, χωρίς αναγκαστικά να συμμετέχουν στη συζήτηση, ώστε να ενημερωθούν και να σχηματίσουν άποψη με τον τρόπο αυτό.
Μια τρίτη απάντηση ίσως είναι ότι ακόμη και όταν δεν συμφωνούμε ούτε αλλάζουμε άμεσα θέσεις, η συζήτηση μας βάζει σε σκέψεις, σε συλλογισμούς, και ενδέχεται μακροπρόθεσμα να αλλάξουμε άποψη.
Ίσως πάλι να θέλουμε απλώς να εκφραστούμε και να δούμε τις αντιδράσεις των άλλων, να δούμε κατά πόσον μπορούμε να συναντηθούμε, να βρούμε ένα κοινό πνευματικό έδαφος.
Στο κάτω-κάτω χρειάζεται στ’ αλήθεια να συμφωνήσουμε; Ή μήπως μπορούμε να συνυπάρξουμε αρμονικά και διαφωνούντες; Μήπως το κλειδί για τη συνεννόηση δεν είναι το να καταλήξουμε σε μια κοινή θέση, αλλά το να κατορθώσουμε να ζούμε μαζί, καθένας με το δικό του τρόπο, με τις δικές του απόψεις, δεχόμενοι και σεβόμενοι απόλυτα το δικαίωμα των άλλων να έχουν άλλες απόψεις;
Η οικοδέσποινα θα απουσιάσει για λίγες μέρες, οπότε αν ξεπέσουν τίποτε θερμόπληκτοι σχολιαστές κατά δω, ας συζητήσουν μόνοι τους μέχρι να επανέλθω (έτσι κι αλλιώς και να ήμουν εδώ, θα συν-ζητούσα πραγματικά;-)