Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα διακοπές. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα διακοπές. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 12 Σεπτεμβρίου 2010

ΑΠ' ΤΟ CAMPING ΣΤΟ ΤΣΑΝΤΙΡΙ

Φαίνεται πως το θέμα της ελεύθερης κατασκήνωσης απασχολεί πολύ κόσμο. Μετά τον φίλο Αθανάσιο Αναγνωστόπουλο και το άρθρο του "Περί ανελευθερίας της κατασκήνωσης", ο αγαπητός μου Γιάννης Χάρης, τα κείμενα του οποίου εκτιμώ και διαβάζω πάντοτε με απόλαυση, έγραψε κι αυτός ένα σχετικό άρθρο με τίτλο "Ελεύθερη κατασκήνωση, ανελεύθερες σχέσεις;".

Χαριτωμένο αναμφίβολα το ευφυολόγημα του τίτλου, κερδίζει αμέσως τις εντυπώσεις. Άλλωστε και η συλλογιστική που ακολουθεί - δεν θα πω επιχειρηματολογία γιατί δεν είναι, άλλωστε ούτε κι ο ίδιος ο Χάρης δεν ισχυρίζεται κάτι τέτοιο - κερδίζει την καρδιά του αναγνώστη με την αμεσότητά της. Όλοι νιώθουμε οικεία τα συναισθήματα του Χάρη, γιατί όλοι έχουμε βρεθεί, ποιος λίγο ποιος πολύ, σε μια παραλία κατειλημμένη από κατασκηνωτές, κι έχουμε νιώσει παρείσακτοι, και ευχόμαστε να μην υπήρχαν, να είχαν αφήσει την έρημη παραλία έρημη, για να την απολαύσουμε κι εμείς όπως μας γουστάρει, χωρίς, βρε αδελφέ, την οχληρή τους παρουσία. Γιατί δεν μπορούν να κάνουν κι αυτοί διακοπές όπως όλος ο καλός κόσμος, σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου ή στο σπίτι της θείας από το χωριό, νομότυπα περιφραγμένοι και οριοθετημένοι σύμφωνα με τα χρηστά μας ήθη;

Το ίδιο αίσθημα, λίγο έως πολύ, εξέφρασε και ο kt στα σχόλιά του στην ανάρτηση του Αθανάσιου Αναγνωστόπουλου που προανέφερα. Αυτός μάλιστα μίλησε πολύ πιο καθαρά: είναι, λέει, μισάνθρωπος, δεν θέλει να τους βλέπει τους ανθρώπους, του χαλάνε το τοπίο, τον ενοχλούν. Δεν δέχεται την παρουσία των κατασκηνωτών, ούτε καν υπό όρους: προτιμά την ολοσχερή απαγόρευση της ελεύθερης κατασκήνωσης. Δέχεται μόνο - με κρύα καρδιά αναμφιβόλως - την παρουσία των απλών λουόμενων που πηγαίνουν για ημερησία εκδρομή - ίσως επειδή δεν μπορεί να σκεφτεί κανέναν τρόπο να ζητήσει την απαγόρευση της παρουσίας τους εκεί χωρίς να απαγορευτεί ταυτόχρονα και η δική του παρουσία.

Δεν μπορώ να πω ότι διαφωνώ με τους προλαλήσαντες. Ίσα ίσα που συμμερίζομαι τα αισθήματά τους: θέλω κι εγώ να εξαφανιστούν όλοι οι άλλοι από την παραλία και να στήσω μόνο εγώ τη σκηνή μου, άντε και μερικοί επίλεκτοι φίλοι του δικού μου γούστου. Κι όταν πηγαίνω για μπάνιο ημερήσιο, θέλω να είναι ελεύθερο το καλό το δέντρο με την πυκνή σκιά, και να λείπουν όλες οι πολυμελείς οικογένειες με τις πλαστικές καρέκλες και τα τραπεζάκια, διότι με ενοχλούν αισθητικά, καθώς και οι παρέες εφήβων με μουσικόφωνα, διότι η μουσική που βάζουν δεν είναι του γούστου μου. Ελα όμως που υπάρχουν κι εκείνα τα ρημάδια τα δημοκρατικά μου αισθήματα - πού και πώς τα απέκτησα δεν ξέρω, οπωσδήποτε δεν ευθύνεται η λαμπρή παιδεία μου γι' αυτά - που μου ροκανίζουν τη συνείδηση λέγοντας "η παραλία ανήκει σε όλους και έχουν όλοι δικαίωμα να την χαρούν εξίσου";

Μα δεν είπαμε να μην την χαρούν!, θα διαμαρτυρηθούν ίσως οι πολέμιοι της ελεύθερης κατασκήνωσης. Ίσα-ίσα αυτό λέμε, να είμαστε όλοι ισότιμοι - δηλαδή όλοι με πετσέτα και ομπρελίτσα, άντε και με πλαστική καρέκλα και τραπέζι, όχι όμως με τσαντίρι ημιμόνιμο! Αυτή ακριβώς η περίπου μονιμότητα είναι που ενοχλεί λοιπόν. Το γεγονός ότι αυτός με τη σκηνή του θα μείνει λίγο παραπάνω εκεί, κι επομένως κατά κάποιον τρόπο αποκτά παραπάνω δικαιώματα στο χώρο, ένα είδος ψιλοχρησικτησίας σα να λέγαμε. Κι έτσι δεν είμαστε πλέον ισότιμοι, διότι όπως σωστά λέει ο Χάρης, " Το σπίτι, η σκηνή, το οτιδήποτε χτιστό ή μονιμότερα στημένο, δημιουργεί, υποβάλλει, επιβάλλει όρους ανισότητας. ".

Εγώ σαν αφελής που είμαι, προβληματίζομαι αφελώς πάνω σε αυτό και λέω: τι μας ενοχλεί περισσότερο, μια σκηνή ή μία εξοχική κατοικία; Τι μας εμποδίζει περισσότερο να χαρούμε την φύση, μια ομάδα κατασκηνωτών ή ένα ξενοδοχειακό συγκρότημα; Προφανώς τα δεύτερα. Όμως τα δεύτερα εκτός από μόνιμα (και άρα πιο οχληρά από τη σκηνή) είναι νόμιμα, καθαγιασμένα, κι επομένως στο απυρόβλητο, όχι μόνο του νόμου αλλά και της πολιτικής μας συνείδησης. Γιατί έχουμε συνηθίσει πως ό,τι λέει ο νόμος είναι το σωστό και το πρέπον, και ξεχνάμε ότι οφείλει να ισχύει ακριβώς το αντίστροφο, δηλαδή αυτό που είναι σωστό και πρέπον να φροντίζει ο νόμος να το επιβάλλει.

Ακόμη και η νόμιμη κατοικία μας, το σπιτικό μας, το κάστρο μας, το αναφαίρετο - νομίζουμε - δικαίωμά μας στη στέγη, δημιουργεί ανισότητα - και μάλιστα πολύ μεγαλύτερη και πιο σημαντική από αυτήν που δημιουργέι η σκηνή. Γιατί στο κάτω-κάτω σκηνή μπορεί να στήσει ο καθένας με ελάχιστο κόστος, ενώ σπίτι δεν μπορεί να αγοράσει. Ούτε καν επιτρέπεται να πάει να μείνει σε ένα ακατοίκητο σπίτι ή έστω σε ένα άδειο δημόσιο κτίριο - είναι παράνομο και ο καταληψίας εκδιώκεται. Εκεί να δεις ανισότητα!

Και το αφελές μυαλό μου, με τους γνωστούς αφελείς συνειρμούς του, πηδάει από τους κατασκηνωτές στους τσιγγάνους της Γαλλίας που διώχτηκαν από τον τόπο διαμονής τους, γιατί δεν είχαν δικαίωμα να βρίσκονται εκεί. Κι από κει ο νους μου πηδάει στους απανταχού τσιγγάνους, στους απανταχού νομάδες, μετανάστες και άστεγους, κι αναρωτιέμαι, τι είναι δικαίωμα; Τι είναι ισοτιμία; Ποιος τα ορίζει αυτά; Μπορούμε να απολαύσουμε όντως ισότιμα όλα τα αγαθά που δικαιούμαστε; Το δικαίωμα στην στέγη δεν είναι θεμελιώδες; Κι όμως εγώ, ας πούμε, έχω στέγη, γιατί την κληρονόμησα από τον πατέρα μου, κι αυτός από τον παππού του, κι αυτός τρέχα γύρευε από πού - δεν έκανα πάντως και τίποτε για να την κερδίσω, απλώς γεννήθηκα σε μια ευτυχή συγκυρία, εβρέθηκα να ζω εδώ χωρίς να καταλάβω πώς, κι επειδή έτσι τα βρήκα και τα συνήθισα, αισθάνομαι ότι τα δικαιούμαι, βρε αδελφέ! ενώ ο άλλος κακομοίρης που γεννήθηκε σε μια ατυχή συγκυρία και δεν κληρονόμησε τίποτα, πρέπει να πληρώσει για να τα έχει, ή να μείνει άστεγος.

Η σκέψη μου είναι ως συνήθως χαοτική, γιατί τώρα συλλογίζομαι ότι η ιδιοκτησία είναι κλοπή, κατά πώς λένε οι αναρχικοί, γιατί μου φαίνεται παράλογο και άκρως ανισότιμο να μπορεί κάποιος να έχει στέγη και κάποιος άλλος όχι, και μάλιστα όχι απλώς μια στέγη μόνο, αλλά και δεύτερη και τρίτη που την νοικιάζει, και να έχει κι εξοχική κατοικία, πράγμα που φαντάζει απολύτως φυσικό, βέβαια, που δεν ξενίζει κανέναν, και που δεν διανοούμαστε να ζητήσουμε να απαγορευτεί επειδή μας χαλά την απόλαυση της γαλήνιας φύσης όταν βολτάρουμε στα χωράφια. Οι σκηνίτες μας ενόχλησαν; Πολύ πιο λογικό θα μου φαινόταν να ζητήσουμε να κατεδαφιστούν όλες οι εξοχικές κατοικίες και οι τουριστικές εγκαταστάσεις, ώστε να απολαμβάνουμε όλοι ισότιμα την εξοχή χωρίς οχληρές οικοδομές και δρόμους, παρά να θέλουμε να φύγουν οι σκηνίτες από τις παραλίες. Ίσα ίσα που με τους σκηνίτες μπορούμε άνετα να γίνουμε όλοι ισότιμοι με ελάχιστο κόστος, στήνοντας κι εμείς τη σκηνή μας λίγο παρακάτω, έστω και στην επόμενη παραλία, ενώ με τους έχοντες και κατέχοντες τις βιλίτσες δεν μπορούμε (θεωρητικά και νομικά έχουμε τη δυνατότητα, στην πράξη όμως όχι, κακά τα ψέματα).

Για τον Χάρη, η παρουσία του κατασκηνωτή ενοχλεί, γιατί εξαιτίας της "δεν είσαι πλέον χαλαρός, δεν θα τραγουδήσεις λ.χ., δεν θα φωνάξεις, δεν θα παίξεις με την παρέα σου· δεν θα μείνεις μόνος, σιωπηλός, στη φύση, με την αίσθηση, με την απόλαυση πως είσαι μόνος, σιωπηλός, στη φύση". Μα ούτε και στη Λούτσα μπορείς να το κάνεις αυτό, ούτε καν στον Σχινιά, που πηγαίνω τακτικά. Η παρουσία των απλών λουόμενων, με την πετσέτα και την ομπρελίτσα, ή ακόμη και δίχως αυτήν, αρκεί για να σε εμποδίσει να μείνεις μόνος και σιωπηλός στην φύση, αλλά και να τραγουδήσεις ή να φωνάξεις ή να παίξεις κατά βούλησιν, γιατί όπως και να το κάνουμε δεν μπορείς να παίξεις μπητς βόλεϋ πάνω από τα ποδάρια κάποιου που είναι ξαπλωμένος σε μια πετσέτα, όπως και πάνω από τη σκηνή του. Και χωρίς σκηνή να ήταν, πάλι θα τον ενοχλούσαν - ή μήπως φαντάζεται ότι θα εξαφανίζονταν τελείως, θα έμεναν κλεισμένοι στα διαμερίσματά τους και δεν θα πήγαιναν διόλου στην παραλία για να μην τον ενοχλούν;

Εδώ προβάλλει λοιπόν ο Χάρης μια ακόμη αντίρρηση: ο σκηνίτης, μας λέει, καταλαμβάνει πολύ περισσότερο χώρο απ' όσο ο απλός λουόμενος. Γιατί ο δεύτερος έχει μόνο μια πετσέτα (άντε και μια ομπρέλα, άντε και μια ξαπλώστρα) ενώ ο πρώτος έχει όλα τα παραπάνω συν τη σκηνή, συν ίσως και τραπέζι με καρέκλες και την παρεπόμενη οικοσκευή. Πράγματι. Θυμίζω όμως ότι ο σκηνίτης, με ή χωρίς σκηνή, υπάρχει. Υπάρχει και θα υπάρχει, και θα θέλει να χαρεί την παραλία και να κάνει διακοπές, με ή χωρίς σκηνή. Μπορούμε λοιπόν είτε να του επιτρέψουμε να κατασκηνώνει και να θέσουμε όρους στην κατασκήνωση (ελάχιστη απόσταση από τον αιγιαλό και από οικισμό, περιορισμός στο μέγεθος και την έκταση της εγκατάστασης, ελάχιστη απόσταση μεταξύ εγκαταστάσεων, τακτικός έλεγχος για αποφυγή μόνιμων κατασκευών κ.ο.κ.) ώστε να μειώσουμε κατά το δυνατόν τις συνέπειες στο περιβάλλον και στο τοπίο (λαμβάνοντας υπ' όψιν και την αισθητική και τις ανάγκες γαλήνιας ενατένισης του αγαπητού μου Χάρη, του αγαπητού μου kt αλλά και τις δικές μου και τόσων άλλων), ενώ παράλληλα θα υπάρχει ενημέρωση για τον σωστό τρόπο κατασκήνωσης, είτε να του απαγορεύσουμε να κατασκηνώνει και άρα να τον στείλουμε εν μέρει σε νέες τουριστικές εγκαταστάσεις (που επιβαρύνουν πολύ περισσότερο το περιβάλλον, αλλοιώνουν ανεπανόρθωτα το τοπίο κι επιπλέον αλλοτριώνουν το χαρακτήρα των ανθρώπων) κι εν μέρει στην παρανομία, εξωθώντας τον να κατασκηνώνει ανεξέλεγκτα και ασύδοτα, χωρίς όρια στο πού και στο πώς, δημιουργώντας την απεχθή εικόνα που τόσο ενοχλεί τον Χάρη - και, ομολογώ, κι εμένα.

Τι θα διαλέξετε;

Κανονικά η ανάρτηση τελείωνε εδώ. Θέλω να κλείσω όμως με ένα απόσπασμα από ένα σχόλιο του Αθανάσιου Αναγνωστόπουλου στην προαναφερθείσα ανάρτησή του, που παρατέθηκε κάπου εκεί κατά το τέλος της συζήτησης. Απευθύνεται στον kt και κατά τη γνώμη μου εκφράζει γλαφυρά την κατάσταση που παρατηρούμε και ακυρώνει κάθε επιχείρημα περί όχλησης από την παρουσία κατασκηνωτών (γιατί όχι και των λουόμενων, εν τέλει; είναι πολύ περισσότεροι και κατά κανόνα πολύ πιο οχληροί στην συμπεριφορά τους).

"Τα παράπονά σου μού θυμίζουν αυτούς που λένε “όταν εγώ πήγαινα πριν σαράντα χρόνια στο Πόρτο Κατσίκι δεν υπήρχε άνθρωπος”. Όχι απλώς μισανθρωπία, αλλά ατομισμός: όλη η παραλία δική μου, όλη για την ευχαρίστησή μου, οι άλλοι να φύγουνε, να πάνε αλλού. Να μην γίνη δρόμος, μπας και εξυπηρετηθή και κανένας ηλικιωμένος, να μπορούμε να πηγαίνουμε μόνο εμείς οι μυημένοι με τις μηχανάρες μας. Λοιπόν, έχω νέα για εσάς τους αρθουρικούς: τα παιδάκια με τους κεφτέδες σας σιχαίνονται επίσης, θα ήθελαν να εξαφανιστήτε και να έχουν όλη την παραλία για να παίζουν μόνα με τα κουβαδάκια τους.

Αλλά κοινωνία είναι να ζούμε όλοι μαζί. Και εκείνα δεν το καταλαβαίνουνε, επειδή είναι παιδάκια."



Διευκρίνιση:

Επειδή δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι προσπαθώ να πω ότι είναι άδικο να τα βάζουμε με την κατασκήνωση επειδή υπάρχουν άλλα μεγαλύτερα προβλήματα, να ξεκαθαρίσω ότι δεν λέω τίποτε τέτοιο. Θεωρώ βλακωδέστατο τον ισχυρισμό ότι οφείλουμε να λύσουμε όλα τα μεγάλα πριν λύσουμε τα μικρά. Μπορούμε - και πρέπει - να τα λύνουμε όλα παράλληλα. Αυτό που λέω είναι άλλο:

Το συγκεκριμένο θέμα (κατασκήνωση ή όχι) αφορά τη χρήση της γης. Μίλησα λοιπόν για τη χρήση της γης (κατοικία, ιδιοκτησία) και είπα ότι η χρήση αυτή ήδη γίνεται ανισότιμα σε πολλούς τομείς ενώ ίσα-ίσα στην κατασκήνωση γίνεται ισότιμα, γιατί καθένας μπορεί να κατασκηνώσει εξίσου εύκολα.

Επίσης αφορά τον τουρισμό, και μίλησα και γι' αυτόν, και είπα ότι ο οργανγμένος τουρισμός σε ξενοδοχειακές μονάδες είναι πολύ πιο οχληρός στον περιπατητή και τον λουόμενο από την κατασκήνωση.

Είπα τέλος ότι η ιδιοκτησία και ο οργανωμένος τουρισμός είναι νόμιμα και γι' αυτό φαντάζουν σωστά και καλώς καμωμένα, σε αντίθεση με την ελεύθερη κατασκήνωση που είναι παράνομη και γι' αυτό φαντάζει λάθος και παραβατική συμπεριφορά, αρκεί όμως να νομιμοποιηθεί για να γίνει κι αυτή μέρος της πολιτικώς ορθής και αποδεκτής πραγματικότητας.

Ουσιαστικά, συμφωνώ με τον Χάρη, διαφωνώ με την εστίασή του: εκείνος λέει "ελεύθερη κατασκήνωση ίσον ανελεύθερες σχέσεις" αφήνοντας την εντύπωση ότι αυτό που δημιουργεί το πρόβλημα είναι η κατασκήνωση αυτή καθαυτή και το γεγονός ότι είναι ελεύθερη, ενώ εγώ λέω " άλλο ελεύθερη κατασκήνωση και άλλο ασύδοτη κατασκήνωση, ας ρυθμίσουμε τις σχέσεις μας", λέω δηλαδή ότι το πρόβλημα δεν είναι η πράξη του κατασκηνώνειν ελευθέρως αλλά η άγνοια και η αδιαφορία πολλών κατασκηνωτών, πράγμα που μπορεί να λυθεί χωρίς απαγορεύσεις (όχι πως ο Χάρης ζήτησε απαγορεύσεις, πολλοί σχολιαστές όμως στην ανάρτηση του Αναγνωστόπουλου τις ζητούν).

Ας μην συγχέουμε ελευθερία με ασυδοσία. Είμαι σίγουρη ότι και ο Χαρης θα συμφωνήσει σε αυτό. Ελεύθερα περπατάμε στον δρόμο; Ελεύθερα, ναι. Ασύδοτα, όμως, όχι. Υπάρχουν νόμοι που διέπουν ακόμη κι αυτό: υπάρχουν δρόμοι και πεζοδρόμια , φανάρια, διαβάσεις πεζών, διάδρομοι για τυφλούς, κι ένα σωρό άλλα που οφείλουμε να λαμβάνουμε υπ' όψιν μας και που διδάσκουμε στα παιδιά μας. Ελεύθερα πάμε για μπάνιο στην παραλία; Ελεύθερα, ναι. Ασύδοτα, όμως, όχι. Απαγορεύεται να πετάμε σκουπίδια, να ανάβουμε φωτιά, να κατεβάζουμε το αυτοκίνητό μας στην άμμο, να, να, να... Ανελευθερία είναι αυτό; Εξαρτάται πώς ορίζει κανείς την ελευθερία. Εδώ μιλάμε, νομίζω, για ελευθερία στα πλαίσια της κοινωνίας, κι η ελευθερία αυτή, ως γνωστόν, τελειώνει εκεί που αρχίζει η ελευθερία του άλλου.

Εδώ και λίγα χρόνια, στην Ισπανία (ίσως και αλλού) προέκυψε ένα απροσδόκητο (?) πρόβλημα στις πολυσύχναστες παραλίες. Πολλοί άνθρωποι σηκώνονταν πρωί-πρωί με την αυγούλα, κατέβαιναν στο γιαλό και έπιαναν μια καλή θέση, απλώνοντας δυο πετσέτες και μπήγοντας μια ομπρέλα. Στη συνέχεια έφευγαν, για να επανέλθουν αργότερα, την ώρα που τους εξυπηρετούσε, μαζί με την οικογένειά τους. Φαντάζομαι πως συχνά τη δουλειά αυτή έκανε ο παππούς ή η γιαγιά που δεν είχαν ύπνο. Το αποτέλεσμα ήταν μια παραλία γεμάτη μίνι-καταλήψεις, που κατά τη γνώμη μου δεν έχουν τίποτε να ζηλέψουν από τους κατασκηνωτές-καταληψίες. Χρειάστηκε να παρέμβει η αστυνομία, περιπολώντας καθημερινά αρκετές φορές και μαζεύοντας τις ακατοίκητες ομπρέλες και πετσέτες.

Φαιδρό; Δεν λέτε τίποτα.

Αναρωτιέμαι αν βρέθηκε κανένας ισπανός Γιάννης Χάρης να γράψει "ελεύθερες ομπρέλες, ανελεύθερες σχέσεις", δαιμονοποιώντας συλλήβδην όλους τους απανταχού λουόμενους, αφήνοντας το υπονοούμενο ότι τα μπάνια στη θάλασσα είναι ολέθρια για την αγνή απόλαυση του παράλιου περιπάτου, αφού όλοι αυτοί οι λουόμενοι μας στερούν τη δυνατότητα να απολαύσουμε την παραλία με ησυχία, και να, ορίστε, ένα σωρό από δαύτους κάνουν και κατάληψη με την ομπρελοπετσέτα τους!

Ας μην μπερδεύουμε το φάντη με το ρετσινόλαδο και τη βούρτσα με άσχετη προς αυτήν αντικείμενα. Ναι, τόσο ο λουόμενος μας όσο και ο κατασκηνωτής μας στερεί την ελευθερία μας ως ένα σημείο - αλλά κι εμείς στερούμε την δική του. Κάπου πρέπει να βρεθεί μια μέση λύση. Και αυτή δεν μπορεί να είναι η απαγόρευση του μπάνιου στη θάλασσα, ούτε της κατασκήνωσης (επειδή τυχαίνει εμείς να μην κατασκηνώνουμε, και σκασίλα μας στο κάτω-κάτω, δεν σημαίνει ότι μπορούμε ελαφρά τη καρδία να αμφισβητούμε το δικαίωμα των άλλων να το κάνουν). Η λύση είναι να βγάλουμε την ομπρέλα και σκηνή μόνο του καταληψία, όχι όλων των λουμένων και κατασκηνωτών, και να βάλουμε όρια στον τρόπο εγκατάστασης στην ύπαιθρο, είτε αυτή αφορά ημερησία είτε πολυήμερη εκδρομή. Ελευθερία, ναι, αλλά με όρους.

Τόσο δύσκολο πια δεν είναι.

Παρασκευή 20 Αυγούστου 2010

ΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΚΑΤΑΣΚΗΝΩΣΗΣ ΕΓΚΩΜΙΟΝ

Με αφορμή εν μέρει τη συζήτηση που έγινε στην ανάρτηση του φίλτατου Αθανάσιου Αναγνωστόπουλου "Περί ανελευθερίας της κατασκήνωσης" και εν μέρει την άκαρπη προσπάθειά μου να εντοπίσω ένα μέρος που να μπορώ να κάνω τις διακοπές μου όπως επιθυμώ, αποφάσισα να γράψω πώς βλέπω εγώ την ελεύθερη κατασκήνωση από την προσωπική μου σκοπιά.

Δεν ξέρω αν είναι δίκαιο ή άδικο, δεν ξέρω αν κάνει καλά ο νομοθέτης που το απαγορεύει ή αν είναι αντισυνταγματικό αυτό, δεν ξέρω αν η ελεύθερη κατασκήνωση επιβαρύνει το περιβάλλον περισσότερο από τον οργανωμένο ή αντίθετα συμβάλει στην προστασία του. Το μόνο που ξέρω είναι ότι μου αρέσει. Και μου αρέσει τόσο πολύ, ώστε όταν δεν μπορώ να την έχω μου λείπει, και μαραζώνω, κι αναρωτιέμαι γιατί κάτι τόσο απλό και φυσικό όσο η ζωή με τη φύση να έχει γίνει τόσο περίπλοκο και περιχαρακωμένο, σε βαθμό που να αισθάνεται κανείς σωστός γκάνγκστερ σε αμερικάνικη ταινία ενώ προσπαθεί απλώς να βρει μια γωνία να ζήσει τις διακοπές του όπως τις λαχταράει, χωρίς να ενοχλεί και χωρίς να τον ενοχλούνε.

Ελεύθερη κατασκήνωση έκανα πρώτη μου φορά όταν ήμουν περίπου δέκα-έντεκα χρονών. Η κατά πολύ μεγαλύτερη αδελφή μου με πήρε μαζί της σε μια τριήμερη εκδρομή με τους συμφοιτητές της, σε κάποια παραλία της Χαλκιδικής. Ένας αμμουδερός ορμίσκος με καταγάλανα νερά, όπως τόσοι και τόσοι, δυο τρεις σκηνές, μια κιθάρα και φωτιά στην παραλία. Ποτέ μου δεν είχα ξαναδεί τοσο πολλά αστέρια στον ουρανό. Δεν πρέπει να είπα ούτε να έκανα πολλά εκείνες τις δυο μέρες. Ρουφούσα όσα έβλεπα, όσα συνέβαιναν, ρουφούσα χαρά ελεύθερης ζωής, την απόλαυση του να σηκώνεσαι το πρωί και να έχεις το κύμα μπροστά στα πόδια σου, την απαράμιλλη αίσθηση φυσικότητας και ελευθερίας. Ξυπνάς στην παραλία, ζεις στην παραλία, κοιμάσαι στην παραλία, πάνω στην άμμο, κάτω απ' τα δέντρα, κι ο πολιτισμός μοιάζει ξένος και μακρινός σαν να μην υπήρξε ποτέ.

Λίγα θυμάμαι από την εκδρομή εκείνη. Σκόρπιες εικόνες και εντυπώσεις, περισσότερο μια αίσθηση παρά μια ανάμνηση. Αλλά με είχε σημαδέψει. Πήγαμε κι άλλες εκδρομές με την αδελφή μου, στην αρχή με φίλους, αργότερα με τον άντρα και τα παιδιά της, που από μωρά κυλιόντουσαν στην άμμο και το αλμυρό νερό κι έπαιζαν όλη μέρα κάτω από τον ήλιο.

Μόλις έκλεισα τα δεκαοκτώ αγόρασα τη μικρότερη σκηνούλα που βρήκα, φορτώθηκα το σακίδιό μου και επιβιβάστηκα στο πρώτο καράβι που βρήκα μπροστά μου. Περνούσα τα καλοκαίρια μου στις παραλίες των Κυκλάδων, ώρες ατελείωτες κάτω από τον καυτό ήλιο, κολύμπι, μακροβούτια και ξανά στον ήλιο, ώσπου ξεχνούσα ότι υπήρχε κι άλλη ζωή πέρα από αυτήν.

Έχω δοκιμάσει πολλούς προορισμούς, αλλά οι καλύτεροι είναι εκείνοι που βρίσκονται όσο το δυνατόν μακρύτερα από τον πολιτισμό. Είναι πιο δύσκολο να τους προσεγγίσεις, θέλει κόπο για να μεταφέρεις τις προμήθειες, αλλά ανταμείβεσαι με την απόλυτη ηρεμία της νύχτας, χωρίς φώτα οικισμών, χωρίς αυτοκίνητα ούτε καράβια, χωρίς την οχλαγωγία της τεχνολογίας να θρυμματίζει το ρυθμό του καλοκαιριού. Μαζεύεις ξύλα για φωτιά που στήνεις με προσοχή, μακριά από δέντρα, μέσα στην άμμο, ανάμεσα σε πέτρες, μαγειρεύεις απλά ή τρέφεσαι με φρούτα και σαλάτες, ξεχνάς τι θα πει μπάνιο με γλυκό νερό, καθώς το αλάτι στεγνώνει το ψημένο δέρμα σου, αλλά νιώθεις καθαρός, εξαγνισμένος από τη θάλασσα.

Οι ώρες της μέρας κυλούν χωρίς δράση αλλά γεμάτες ζωή, μουσική, χαμόγελο. Μπορείς να περάσεις μια ολόκληρη μέρα ψάχνοντας για όμορφα βότσαλα στο κύμα, χαράζοντας σχήματα στην άμμο, κατασκευάζοντας κρεμαστά στολίδια από φτερά και ξύλα, κουβεντιάζοντας με παλιούς και καινούριους κατασκηνωτές, ή απλώς ξαπλώνοντας στην άμμο κι αφήνοντας το σώμα σου να παρασύρει το μυαλό σου στη γαλήνη. Οι ανθρώπινες σχέσεις γίνονται απλές, άμεσες, απροσποίητες, δημιουργείται ένα κοινωνικό πλέγμα ελεύθερο από τη φόρτιση της αστικής ζωής και των ρόλων που μας επιβάλλει. Τα ρούχα χάνουν την συμβολική αξία τους και γίνονται χρηστικά, αναγκαία μόνο για προστασία από τα στοιχεία της φύσης, η γύμνια παύει να είναι ταμπού και γίνεται η φυσική κατάσταση του ελεύθερου σώματος, κανείς δεν παραξενεύεται στη θέα ενός γυμνού σώματος και η έγνοια μην τυχόν δει κανείς ένα παραπάνω τετραγωνικό εκατοστό "απαγορευμένης" σάρκας εξανεμίζεται.

Μου είναι τελείως αδύνατον να φτάσω σε τέτοια επίπεδα χαλάρωσης μέσα σε τέσσερις τοίχους, όπου όλα θυμίζουν πόλη και κάνουν το μυαλό να ξαναγυρίζει στις έγνοιες του, πολύ λιγότερο δε σε οργανωμένα camping, όπου βρίσκεσαι σε απόσταση αναπνοής από τον διπλανό σου και τη μπουγάδα του, υφίστασαι τους θορύβους από τηλεοράσεις και μουσικόφωνα, παιδιά που τσιρίζουν, αυτοκίνητα που πηγαινοέρχονται, κοντολογίς όλα τα μειονεκτήματα της παραμονής σε δωμάτια χωρίς κανένα από τα πλεονεκτήματα.

Για μένα η ελεύθερη κατασκήνωση είναι όχι απλώς η πιο αγαπημένη μορφή διακοπών, αλλά η μοναδική μορφή διακοπών. Διαφορετικά, δεν καταλαβαίνω διακοπές, δεν αισθάνομαι ότι "διακόπτω" τίποτα, η ρουτίνα και το άγχος συνεχίζουν και με ακολουθούν όπου βρίσκομαι, και οι "διακοπές" μοιάζουν περισσότερο με διάλειμμα για καφέ, όπου κοιτάζεις διαρκώς το ρολόι σου για να ξέρεις πότε πρέπει να επιστρέψεις στη δουλειά.

Το κακό είναι ότι η ελεύθερη κατασκήνωση είναι παράνομη στην Ελλάδα, όπως ξέρετε, με αποτέλεσμα να ψάχνεις με το κυάλι για καμμιά καλή παραλία όπου δεν διώχνουνε, κι όταν τη βρίσκεις να είναι τίγκα στον κόσμο και δυστυχώς συχνά και στο σκουπίδι και στο σκατό, γιατί ακόμη πιο δυστυχώς πάρα πολλοί κατασκηνωτές δεν έχουν γνώση και παιδεία και δεν γνωρίζουν ή δεν θέλουν να εφαρμόσουν τον σωστό τρόπο κατασκήνωσης, δίνοντας τροφή στα επιχειρήματα των πολέμιων της ελεύθερης κατασκήνωσης.

Κι όμως είναι τόσο απλό, αρκεί να τηρείς πέντε βασικούς κανόνες:

1. Παίρνουμε πίσω μαζί μας όλα όσα πήγαμε εκεί.
Εδώ περιλαμβάνονται και τα σκουπίδια, που είναι τα υπολείμματα χρήσιμων αντικειμένων τα οποία κουβαλήσαμε χωρίς να βαρυγκομήσουμε, επειδή τα είχαμε αναγκη, επομένως αφού μπορέσαμε να τα κουβαλήσουμε προς τα εκεί, μπορούμε να τα κουβαλήσουμε και μακριά από εκεί, τώρα μάλιστα που έχουν ελαφρύνει - το μπουκάλι του νερού είναι άδειο και αν το τσαλακώσουμε ή το κόψουμε πιάνει λιγότερο χώρο, η κονσέρβα χωρίς το περιεχόμενό της είναι πούπουλο, το χαρτί της τυρόπιτας το καίμε στη φωτιά ή το πάμε πίσω στα σκουπίδια, δεν το αφήνουμε να "ανακυκλωθεί" γιατί μέχρι να συμβεί αυτό παραμένει και επιβαρύνει αισθητικά το χώρο, κ.ο.κ.
Ειδικά για καπνιστές: μαζεύουμε απαραιτήτως όλα τα αποτσίγαρα. Ένα άδειο κουτάκι αναψυκτικού ή πλαστικό μπουκαλάκι νερού με λίγη άμμο στον πάτο είναι ιδανικό για τη δουλειά αυτή. Το άδειο πακέτο των τσιγάρων επίσης βολεύει και χωράει και στην τσέπη. Ακόμη κι αν μοιάζει να μην έχουμε τίποτα για να φυλάξουμε τη γόπα, πάντα θα βρεθεί ένα χαρτομάντηλο να το τυλίξουμε. Στην έσχατη ανάγκη, τρίβουμε λίγο τον καπνό που απομένει και τον αδειάζουμε, ώστε να μπορέσουμε να φυλάξουμε το φίλτρο στην τσέπη και να το πετάξουμε σε κατάλληλο μέρος. Μοιάζει σπαστικό, αλλά οι άπειρες γόπες διάσπαρτες στην άμμο που κατά τόπους σχηματίζουν ως και λοφάκια, είναι πολύ πιο σπαστικές.

2. Φροντίζουμε η τουαλέτα μας να είναι αθέατη.
Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να απομακρυνθούμε από το σημείο όπου κατασκηνώνουμε, όσο βαρετό και κουραστικό κι αν μοιάζει, γιατί αν χέζουμε δίπλα στη σκηνή μας, το σκατό θα ενοχλήσει πρώτα απ' όλους εμάς τους ίδιους. Σημαίνει επίσης ότι σκάβουμε απαραιτήτως μια τρύπα, κατά προτίμηση με ένα μικρό φτυαράκι κηπουρικής που θα έχουμε φροντίσει να πάρουμε μαζί μας, ή τέλος πάντων με ό,τι εργαλείο βρούμε πρόχειρο, έστω και με μια πέτρα ή με το πόδι μας, και ότι μόλις τελειώσουμε τη δουλειά σκεπάζουμε το σημείο καλά με χώμα και βάζουμε από πάνω δυο τρεις πέτρες ή ξύλα όρθια, ώστε να μην πάει κανείς άλλος και σκάψει εκεί. Τέλος σημαίνει ότι έχουμε μια σακούλα και μαζεύουμε τα χαρτιά, γιατί αν τα αφήνουμε εκεί αργούν πάρα πολύ να λιώσουν, ιδίως στα νησιά που δεν βρέχει συχνά, με αποτέλεσμα να καταστρέφεται το τοπίο.

3. Προσέχουμε πολύ στο άναμμα φωτιάς.
Αν οι συνθήκες δεν το επιτρέπουν, δεν ανάβουμε καθόλου φωτιά και δεν παραπονιόμαστε. Υπάρχουν κι άλλες απολαύσεις. Αν πάντως ανάψουμε, φροντίζουμε να μην φυσάει, να είναι σε μεγάλη απόσταση από δέντρα, να την έχουμε περιορίσει με ένα κύκλο από πέτρες ή χώμα, να έχουμε κοντά μας φτυάρι ή νερό ή και τα δύο για να την σβήσουμε, και ποτέ, μα ποτέ δεν αφήνουμε αναμμένη έστω και μια σπίθα χωρίς επίβλεψη, πράγμα που σημαίνει ότι δεν χαλαρώνουμε εκεί δίπλα να την πέσουμε για ύπνο φουσκωμένοι στις μπύρες.

4. Είμαστε διακριτικοί.
Βρίσκουμε ένα σημείο όπου η σκηνή μας και η εγκατάσταση γενικά δεν θα ενοχλεί κανέναν. Εδώ θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας πολλούς παράγοντες, και δεν μπορώ να τους απαριθμήσω όλους. Γενικά πάντως, δεν στήνουμε ακριβώς πάνω στην παραλία ή σε άλλο δημοφιλές σημείο κοινής χρήσης (κάτω από το μοναδικό μεγάλο δέντρο όπου καταφεύγουν όλοι για σκιά το μεσημέρι, λόγου χάρη), αλλά λίγο πιο πίσω, δεν βάζουμε μουσική στη διαπασών ούτε κάνουμε άλλα πράγματα που μπορεί να ενοχλήσουν τους γείτονες, δεν επεκτείνουμε την εγκατάστασή μας με τάβλες και κοτρώνες ώσπου να γίνει σωστό κάστρο με αξιώσεις χρησικτησίας - λίγη κοινή λογική αρκεί εδώ.

5. Σεβόμαστε τους άλλους χρήστες του χώρου.
Εννοώ βέβαια τους άλλους κατασκηνωτές, κυρίως όμως εννοώ τους ντόπιους. Πάρα πολλοί κατασκηνωτές έχουν την τάση να θεωρούν το χώρο που εγκαθίστανται λίγο τσιφλίκι τους, αγνοώντας το γεγονός ότι υπάρχουν άνθρωποι που ζουν στην περιοχή όλο το χρόνο, χρόνια και χρόνια, έχουν μεγαλύτερη σχέση με το χώρο και έχουν δομήσει τη ζωή τους γύρω από αυτόν. Τη σχέση αυτή οφείλουμε να σεβαστούμε ώστε να έχουμε ευχάριστη διαμονή για μας και για εκείνους. Επίσης οφείλουμε να σεβαστούμε το δικαίωμα του καθενός να θέλει να απολαύσει τον χώρο όπως κάνουμε κι εμείς, ελεύθερα, και όχι να αναπτύσσουμε τακτικές του τύπου "ο παλιός είναι αλλιώς" ή "ο νέος είναι ωραίος" θέλοντας να επιβληθούμε. Οι καινούριοι μαθαίνουν από τους παλιούς τις ιδιαιτερότητες του χώρου, και οι παλιοί καλωσορίζουν τους καινούριους που συνεχίζουν την παράδοση.

Κι ένας έκτος κανόνας εκτός σειράς: χαρτείτε το όσο μπορείτε, είναι από τις πιο γνήσιες απολαύσεις που προσφέρει η ζωή.

Όταν θα διαβάζετε αυτές τις γραμμές, ελπίζω ότι θα βρίσκομαι ήδη με τη σκηνούλα μου σε κάποια παραλία, απολαμβάνοντας τη γαλήνη της φύσης.

Εύχομαι σε όλους σας να απολαύσετε τις δικές σας διακοπές όπως τις ονειρεύεστε.

Για όσους ενδιαφέρονται για ένα κίνημα υπέρ της ελεύθερης κατασκήνωσης, υπάρχουν οι Ηλιόσποροι και το Κίνημα για την ελεύθερη κατασκήνωση.