Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα αθεΐα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα αθεΐα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 22 Οκτωβρίου 2022

ΠΕΡΙ ΘΑΥΜΑΤΩΝ

 Συχνά ακούμε ως επιχείρημα υπέρ της ύπαρξης θεού το γεγονός ότι συμβαίνουν θαύματα. Πολλές φορές γίνεται αναφορά σε κάποιο συγκεκριμένο θαύμα που έχει βιώσει ο συνομιλητής μας ή που του έχει μεταφερθεί από αξιόπιστη πηγή.

Αποτελούν όμως αυτά τα θαύματα απόδειξη ύπαρξης θεού;

Πρώτον, θα πρέπει να βεβαιωθούμε ότι όντως πρόκειται για θαύματα. Που σημαίνει ότι πρέπει να συμφωνήσουμε ως προς τι σημαίνει "θαύμα", πράγμα δύσκολο, διότι κι εδώ υπάρχουν πολλές και διάφορες απόψεις. Για κάποιον, "θαύμα" μπορεί να είναι το γεγονός ότι πέρασε τις εξετάσεις του εξαμήνου, για άλλον το ότι θεραπεύτηκε από καρκίνο... Όμως τα γεγονότα τέτοιου τύπου, όσο απρόσμενα κι αν φαντάζουν, όσο επιθυμητά κι αν είναι στον αποδέκτη τους, παραμένουν μέσα στη σφαίρα του φυσιολογικού. Κάποιοι θα περάσουν τις εξετάσεις τους, κάποιοι θα θεραπευτούν από τον καρκίνο. Μπορεί να είναι λίγοι, αλλά αυτό δεν συνεπάγεται πως αυτοί οι λίγοι βίωσαν ένα "θαύμα". Αυτό που τους συνέβη μπορεί να ήταν λίγο ή πολύ απίθανο, αλλά δεν ήταν κι αδύνατον.

Μήπως όμως αυτά τα φυσιολογικά μεν, απίθανα δε, συμβαίνουν πιο συχνά σε πιστούς; Μήπως φαίνεται σαν να είναι εντός των ορίων του φυσικού, αλλά στην πραγματικότητα είναι αφύσικα λόγω της συχνότητάς τους; Μήπως τα θαύματα συμβαίνουν μόνο αν προσεύχεσαι ή έστω αν πιστεύεις;

Κάτι τέτοιο δεν έχει διαπιστωθεί, απ' όσο ξέρω. Οι προσωπικές παρατηρήσεις και η περιπτωσιολογία δεν αποτελούν επιχείρημα εδώ. Το γεγονός ότι ένας θρήσκος άνθρωπος θεραπεύτηκε από καρκίνο, δεν μας επιτρέπει να συμπεράνουμε ότι στην περίπτωσή του συνέβη ένα "θαύμα". Θεραπεύονται και άνθρωποι που δεν είναι θρήσκοι, ενώ άλλοι που είναι πολύ θρήσκοι και μάλιστα προσεύχονται με κατάνυξη, δεν θεραπεύονται. Εξ όσων γνωρίζω, καμία μελέτη δεν έχει διαπιστώσει να συμβαίνουν περισσότερες θεραπείες ή περισσότερα "θαύματα" οποιασδήποτε μορφής στους θρήσκους.

Για να μιλήσουμε πραγματικά για θαύμα, θα έπρεπε να συμβεί κάτι που να αντιβαίνει στους νόμους της φυσικής. Κάτι που να μην μπορεί να ερμηνευτεί με τους φυσικούς νόμους. Κάτι που να απαιτεί κατάλυση των φυσικών νόμων για να συμβεί. Τέτοια "θαύματα", όμως, κατά περίεργο τρόπο, δεν συμβαίνουν ποτέ. Υπάρχουν βέβαια αναφορές σε αρχαίες ιστορίες, όμως αυτές φυσικά δεν είναι αξιόπιστες, ούτε καν αν αναφέρονται σε έναν χοντρό τόμο με τις λέξεις "Αγία Γραφή" στο εξώφυλλο. Για να πεισθούμε ότι συνέβη ένα τέτοιο θαύμα θα πρέπει να έχουμε τεκμήρια, όχι απλές εξιστορήσεις. Διαφορετικά, αν πιστέψουμε ότι ο προφήτης Ηλίας ανέβηκε στον ουρανό με ένα φλεγόμενο άρμα, θα πρέπει να πιστέψουμε επίσης ότι ο Φαέθων διέσχισε τον ουρανό με φλεγόμενο άρμα, και πάει λέγοντας. Δεν μπορούμε να δεχθούμε ως αληθές το γεγονός ότι αναστήθηκε ο Ιησούς αλλά να απορρίψουμε ως μύθο το γεγονός ότι αναστήθηκε ο Όσιρις. Νομίζω πως όλοι κατανοούμε ότι όλα τα αφηγήματα τέτοιου τύπου είναι απλοί μύθοι, με όποιον τρόπο κι αν μας μεταφέρθηκαν, όσο κύρος κι αν απολαμβάνουν σε ορισμένους κύκλους.

Τέτοια θαύματα, γεγονότα που να αντιβαίνουν στους φυσικούς νόμους, δεν έχουν καταγραφεί ποτέ. Αρχαίοι μύθοι, ιστορίες από δεύτερο και τρίτο χέρι, ποτέ όμως κάποια αξιόπιστη καταγραφή, ποτέ κάτι τεκμηριωμένο.

Έστω, όμως, ότι συνέβη ένα θαύμα. Ένα γνήσιο θαύμα, ένα γεγονός που αντιβαίνει στους φυσικούς νόμους που γνωρίζουμε, ένα γεγονός που είναι όχι απλώς πολύ απίθανο αλλά απολύτως αδύνατον να συμβεί. Πώς από αυτό προκύπτει ότι υπάρχει θεός;

Είναι πολύ απλό: δεν προκύπτει.

Αν παρατηρήσουμε ένα τέτοιο θαύμα, βρισκόμαστε μπροστά σε κάτι ανεξήγητο, σε κάτι άγνωστο. Δεν μπορούμε να δώσουμε εξήγηση στο φαινόμενο, δεν γνωρίζουμε τους μηχανισμούς που το διέπουν. Από αυτήν την άγνοια, όμως, δεν μπορούμε να συμπεράνουμε ότι υπάρχει θεός. Μπορούμε μόνο να διαπιστώσουμε την άγνοιά μας και να την παραδεχτούμε. Η αιτία, η εξήγηση, η ερμηνεία, μας είναι άγνωστη. Λέγοντας ότι η αιτία είναι η θεία βούληση, δεν δίνουμε εξήγηση, απλώς αυθαιρετούμε.

Μπορεί το "θαύμα" να έχει μια αιτία άγνωστη σ' εμάς, αλλά γνωστή σε άλλους. Μπορεί να έχει μια αιτία άγνωστη προς το παρόν, αλλά που θα αποκαλυφθεί ή θα ανακαλυφθεί στο μέλλον. Σε κάθε περίπτωση, σίγουρα έχει μια αιτία φυσική, έστω κι αν εμείς δεν μπορούμε να το διακρίνουμε τη στιγμή που συμβαίνει. Εξ ορισμού, όλα όσα συμβαίνουν είναι μέρος της φύσης, είναι φυσικά. Έχουμε κατορθώσει να ανακαλύψουμε πολλούς φυσικούς νόμους, σίγουρα όμως όχι όλους. Αν παρατηρούμε κάτι που μας φαίνεται σαν θαύμα, ενδεχομένως να παραβαίνει τους φυσικούς νόμους που γνωρίζουμε, σίγουρα όμως διέπεται από κάποιους φυσικούς νόμους, έστω κι αν εμείς δεν τους γνωρίζουμε ακόμη.

Με το να λέμε ότι καθετί το απίθανο ή το ανεξήγητο οφείλεται στη θεία βούληση, δεν δίνουμε ερμηνεία. Εκφράζουμε μονάχα τον ευσεβή πόθο μας να υπάρχει θεός και να ενεργεί έτσι όπως εμείς επιθυμούμε και φανταζόμαστε.

Μεταφέρω εδώ ένα απόσπασμα από το άρθρο "Πρέπει να το νιώσεις" του μπλόγκερ Losing God:

Θαύματα καταγράφονται από όλες τις θρησκείες, το ένα πιο "θαυμαστό" από το άλλο. Πολλά είναι εμφανώς υπερβολές, παρειδωλίες, κατασκευάσματα. Άλλα, είναι εντελώς ανεπιβεβαίωτα. Κανένα δεν είναι επιστημονικά επιβεβαιώσιμο. Ποτέ δεν φυτρώνουν κομμένα μέλη, ποτέ δεν γιατρεύονται γενετικά σύνδρομα. Πλημμύρες έχουν παρακάμψει ένα σπίτι "που σώθηκε από θαύμα", αλλά όχι χιλιάδες άλλα που μάλλον δεν το άξιζαν. Το ίδιο ισχύει και για "θαυματουργές" ιάσεις τύπου μία στο εκατομμύριο, που αντιμετωπίζονται από τον πιστό ως θαύμα αντί ως στατιστική απιθανότητα που έτυχε σ' αυτόν. Οι υπόλοιποι 999.999 δηλαδή ήταν ανάξιοι του θαύματος;
Οι πιστοί των θρησκειών δεν έχουν μεγαλύτερα ποσοστά "θαυμάτων" στη ζωή τους, από τους μη πιστούς. Καμία θρησκεία δεν "καρπώνεται" αριθμό θαυμάτων που να ξεφεύγουν από την στατιστική πιθανότητα. Πιστοί συρρέουν κατά εκατομμύρια σε διάφορα προσκυνήματα στον κόσμο, ελάχιστοι όμως καταλήγουν τελικά να παίρνουν αυτό που ζήτησαν.

Είναι μεγάλος ο πειρασμός να μιλήσουμε για "θαύμα" όταν μας συμβαίνει κάτι απροσδόκητα ευνοϊκό, κάτι που ίσως επιθυμούσαμε πολύ και δεν τολμούσαμε να πιστέψουμε ότι μπορεί να συμβεί. Μας κάνει να νιώθουμε ξεχωριστοί, ευνοημένοι, ευλογημένοι. Μας δημιουργεί ένα αίσθημα ευεξίας, ασφάλειας, θαλπωρής. Δυστυχώς, όμως, πρόκειται για μια καθαρά συναισθηματική αντίδραση, που δεν επιβεβαιώνει τίποτα. Μια αντίδραση βασισμένη σε μια απολύτως υποκειμενική ερμηνεία των γεγονότων. Διότι από πουθενά δεν προκύπτει ότι αυτό που μας συνέβη ήταν θαύμα. Αλλά και να ήταν, από πουθενά δεν προκύπτει ότι αυτό επιβεβαιώνει την ύπαρξη θεού - και μάλιστα του θεού στον οποίο τυχαίνει να πιστεύουμε.

Η λέξη "θαύμα" είναι ξεκάθαρο ότι έχει νόημα μόνο μεταφορικά.

~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~

Το άρθρο αυτό αποτελεί μέρος του πιο εκτεταμένου άρθρου "Υπάρχει θεός;"

Παρασκευή 9 Απριλίου 2021

ΔΙΑΛΟΓΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ ΚΑΙ ΑΘΕΩΝ ΣΤΟΝ ΙΣΚΙΟ ΤΗΣ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ

Κυριακή πρωί, 28 Φλεβάρη, του Ασώτου στο χριστιανικό εορτολόγιο. Πέντε μέλη της Ένωσης Αθέων συναντιούνται στον σταθμό μετρό Ακρόπολη προκειμένου να φωτογραφηθούν με το πανό που έχουν ετοιμάσει για την Ημέρα της Γυναίκας. Το πανό είναι έτοιμο από πέρυσι, με σκοπό τη συμμετοχή μας στις διαδηλώσεις που γίνονται αυτήν την ημέρα, όμως ο κορωνοϊός μας έχει χαλάσει τα σχέδια. Η δημόσια υγεία προέχει, γι’ αυτό βρήκαμε άλλον τρόπο να δώσουμε το «παρών», τηρώντας τα μέτρα ασφαλείας. Δύο από εμάς ξεδιπλώνουν το πανό, άλλοι δύο στέκουν πίσω τους, σε απόσταση, ενώ η Πέμπτη τραβά τη φωτογραφία. Όπως είναι φυσικό, τραβάμε την προσοχή των διερχόμενων. Η Διονυσίου Αρεοπαγίτου είναι γεμάτη κόσμο που απολαμβάνει τη λιακάδα βολτάροντας. Καθώς μας βλέπουν, πολλοί κοντοστέκονται, χαζεύουν, φωτογραφίζουν, ρωτάνε.

Μια παρέα πεντέξι ατόμων ξεχωρίζει. Ανοίγουν διάλογο, πότε ένας-ένας, πότε δύο ή τρεις ταυτόχρονα. Από πλευράς μας συμμετέχουν αρχικά δύο-τρία άτομα. Παθιάζομαι, η συζήτηση με συνεπαίρνει, ούτε που καταλαβαίνω ότι οι άλλοι της παρέας μου έχουν φύγει και έχω μείνει μόνον εγώ. Η κουβέντα κράτησε μισή ώρα με τρία τέταρτα. Το μπαλάκι της συζήτησης περνούσε συχνά από τον έναν στον άλλον, με αποτέλεσμα να μην είμαι βέβαιη πια ποιος είπε τι και σε ποια στιγμή. Ίσως να μην θυμάμαι ακριβώς τη σειρά των διαλόγων. Θυμάμαι όμως κάποια βασικά σημεία και κάποιες βασικές θέσεις, διότι επαναλήφθηκαν και ήταν χαρακτηριστικές. Είπαμε πολλά, σίγουρα δεν συγκράτησα ούτε τα μισά, αλλά προσπαθήσω όμως να τα μεταφέρω όσο μπορώ πιο πιστά. Όπου δεν κατάφερα να ανασυνθέσω τον διάλογο, έβαλα αποσιωπητικά.

Για να ξεχωρίζουμε τους συνομιλητές μας, θα τους δώσω ονόματα, βασισμένα είτε στην εμφάνιση είτε στον αυτοπροσδιορισμό τους. Ο ένας κύριος κάποια στιγμή αυτοχαρακτηρίστηκε αναρχικός, η μια κυρία δήλωσε θεολόγος και ένας άλλος ήταν ασπρομάλλης και γενειοφόρος, γι’ αυτό τον ονόμασα γέροντα, παρόλο που δεν ήταν πολύ ηλικιωμένος. Υπήρχε επίσης μια ακόμη κυρία και ένας ή δύο νεότεροι άντρες, που μίλησαν λιγότερο, γι’ αυτό δεν αναφέρονται στον διάλογο, αν και ορισμένες από τις ατάκες ίσως να είναι και δικές τους.

ΑΝΑΡΧΙΚΟΣ: Τώρα εσείς αισθάνεστε σπουδαίοι;

ΕΓΩ: Σπουδαίοι; Όχι, απλώς εκφράζουμε τις απόψεις μας.

ΑΝΑΡΧΙΚΟΣ: Και ποιοι είστε εσείς που εκφράζετε αυτές τις απόψεις;

ΕΓΩ: Είμαστε από την Ένωση Αθέων.

ΑΝΑΡΧΙΚΟΣ: Ένωση Αθέων; Είστε άθεοι δηλαδή;

ΕΓΩ: Ναι.

ΑΝΑΡΧΙΚΟΣ: Σας δίνει χαρά να λέτε ότι είστε άθεοι;

ΕΓΩ: Ούτε χαρά, ούτε λύπη. Το λέμε απλώς επειδή είναι γεγονός.

ΘΕΟΛΟΓΟΣ: Συγγνώμη, γιατί η Ένωση Αθέων ασχολείται ειδικά με αυτό το θέμα;

ΕΓΩ: Επειδή οι θρησκείες έχουν άποψη για τη θέση της γυναίκας και ασκούν ισχυρή κοινωνική επιρροή.

ΚΥΡΙΑ: Όμως εσείς δεν ασχολείστε με τις θρησκείες γενικά! Μόνο με την ορθοδοξία τα βάζετε. Το πανό σας δεν λέει επάνω «θρησκεία», λέει «εκκλησία»!

ΕΓΩ: Πράγματι.

ΚΥΡΙΑ: Δεν είστε άθεοι λοιπόν, είστε αντίχριστοι!

ΕΓΩ: Άθεοι είμαστε. Αλλά ζούμε σε μια χώρα όπου η ορθοδοξία είναι η πιο διαδεδομένη θρησκεία, με τεράστια κοινωνική και πολιτική επιρροή. Γι’ αυτό ασχολούμαστε περισσότερο με αυτήν.

ΘΕΟΛΟΓΟΣ: Και τι σας ενοχλεί που κυριαρχεί η ορθοδοξία; Δεν σας την επιβάλλει εσάς κανείς!

ΕΓΩ: Κι όμως, μας την επιβάλλουν.

ΘΕΟΛΟΓΟΣ: Πώς σας την επιβάλλουν;

ΕΓΩ: Στα σχολεία και στα δικαστήρια η εικόνα του Χριστού βρίσκεται πάνω από την έδρα. Για να ορκιστώ ως μάρτυρας θα πρέπει να διαλέξω θρησκευτικό ή πολιτικό όρκο, αποκαλύπτοντας έτσι, θέλοντας και μη, τις θρησκευτικές  μου πεποιθήσεις ή την απουσία τους. Όπου υπάρχει όρκος, στον στρατό, στη βουλή, στο πανεπιστήμιο, παντού τα ίδια. Αν ορκιστείς στο πανεπιστήμιο με πολιτικό όρκο πας χωριστά από τους άλλους, όλοι αντάμα και ο ψωριάρης χώρια. Σε κάθε μεγάλο έργο και γεγονός, καθώς και στην έναρξη της σχολικής χρονιάς, γίνεται αγιασμός. Στα σχολεία των παιδιών μας, των παιδιών όλων μας, και των δικών μας παιδιών, γίνεται ορθόδοξη χριστιανική προσευχή κάθε πρωί.

ΘΕΟΛΟΓΟΣ: Α μάλιστα, η προσευχή σας πείραξε!

ΕΓΩ: Βεβαίως. Δεν είναι όλοι χριστιανοί ορθόδοξοι. Γιατί να επιβάλλεται κάθε πρωί σε όλους μια χριστιανική προσευχή;

ΘΕΟΛΟΓΟΣ: Χριστιανική είναι η προσευχή;

ΕΓΩ: Φυσικά, είναι η περίφημη Κυριακή Προσευχή, που αναφέρεται στο Κατά Ματθαίον ευαγγέλιο.

ΘΕΟΛΟΓΟΣ: Δεν υποχρεώνεται κανένας να την πει αν δεν θέλει.

ΕΓΩ: Υποχρεώνονται όμως όλοι να την ακούν κάθε πρωί. Εξάλλου, πόσο εύκολο είναι σε ένα παιδί να αρνηθεί να πει την προσευχή αν του ζητηθεί; Πόσο άνετα θα νιώσει αν πει ότι δεν είναι χριστιανός; Και φυσικά υπάρχει μάθημα θρησκευτικών που είναι καθαρή κατήχηση.

ΘΕΟΛΟΓΟΣ: Δεν είναι κατήχηση!

ΕΓΩ: Βεβαίως και είναι. Διδάσκεται ομολογιακά το ορθόδοξο δόγμα.

ΘΕΟΛΟΓΟΣ: Όχι μόνο! Έχει στοιχεία και από άλλα θρησκεύματα.

ΕΓΩ: Πολύ λιγότερα σε έκταση και ιδωμένα αποκλειστικά και μόνο μέσα από την ορθόδοξη οπτική. Οι άθεοι είτε δεν αναφέρονται, είτε παρουσιάζονται μέσα από ένα άκρως αρνητικό πρίσμα, γεμάτο προκατάληψη.

ΘΕΟΛΟΓΟΣ: Τα νέα θρησκευτικά δεν είναι πια έτσι...

ΕΓΩ: Έτσι ακριβώς είναι. Οι αλλαγές που έγιναν ήταν ελάχιστες και το μάθημα παραμένει ομολογιακό, δηλαδή κατήχηση. Το ίδιο το κράτος το παραδέχεται, γι’ αυτό και υπάρχει δυνατότητα απαλλαγής.

ΘΕΟΛΟΓΟΣ: Ορίστε λοιπόν, αν δεν σας αρέσει, μπορείτε να πάρετε απαλλαγή.

ΕΓΩ: Ναι, μπορούμε, αποκαλύπτοντας έτσι και πάλι, θέλοντας και μη, εμμέσως πλην σαφώς, τις θρησκευτικές μας πεποιθήσεις ή την απουσία τους. Για να χάνει το παιδί μας άσκοπα μια ώρα, εφόσον δεν προβλέπεται εναλλακτικό μάθημα. Γιατί να δίνονται τόσα προνόμια στους χριστιανούς;

ΘΕΟΛΟΓΟΣ: Προνόμια είναι αυτά;

ΕΓΩ: Φυσικά. Δεν είναι προνόμιο να γίνεται δημόσια προσευχή της δικής σου και μόνον θρησκείας; Να διδάσκεται η ομολογία της θρησκείας σου και μόνον αυτής στη δημόσια παιδεία;

ΑΝΑΡΧΙΚΟΣ: Είναι δικαίωμα κατοχυρωμένο στο Σύνταγμα.

ΕΓΩ: Και γι’ αυτό ακριβώς ζητάμε να αλλάξει το Σύνταγμα. Να είναι στο όνομα του Λαού και όχι του Θεού. Να μην είναι υποχρέωση του κράτους η ανάπτυξη θρησκευτικής συνείδησης των πολιτών.

ΑΝΑΡΧΙΚΟΣ: Όμως η ορθοδοξία είναι η επικρατούσα θρησκεία στην Ελλάδα.

ΕΓΩ: Έστω κι αν είναι, δεν έχει καμιά δουλειά να αναφέρεται στο Σύνταγμα ποια θρησκεία είναι επικρατούσα. Σήμερα είναι η ορθοδοξία, αύριο μπορεί να είναι κάποια άλλη. Οι νόμοι μας και η παιδεία μας πρέπει να είναι τέτοια που να μην γεννούν διακρίσεις ανάμεσα στους πολίτες. Η προσευχή, οι εκκλησιασμοί, τα θρησκευτικά, ο όρκος... Όλα αυτά αναγκάζουν τους πολίτες να εκφράσουν ακούσια τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις. Τους χωρίζουν σε δυο ομάδες: ορθόδοξους και μη. Είναι διασπαστικά, διχάζουν αντί να ενώνουν. Γι’ αυτό πρέπει να καταργηθούν.

ΑΝΑΡΧΙΚΟΣ: Οι περισσότεροι Έλληνες είναι χριστιανοί ορθόδοξοι. Εσείς είστε μειονότητα. Δεν μπορείτε να έχετε απαιτήσεις.

ΕΓΩ: Δεν είναι έτσι. Τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν ισχύουν μόνο για τις πλειονότητες. Πρέπει να γίνονται σεβαστά για όλους. Και η δημόσια παιδεία πρέπει να καλλιεργεί την ισότητα και να ευνοεί την ένωση, όχι να προκαλεί διάσπαση.

ΑΝΑΡΧΙΚΟΣ: Και τι θέλετε να κάνουν; Να μη λένε προσευχή, να μπαίνουν κατευθείαν στις τάξεις;

ΕΓΩ: Βεβαίως, γιατί όχι; Αλλά αν θέλουν οπωσδήποτε να πουν κάτι ξεκινώντας την ημέρα, ας λένε κάτι που να μας εκφράζει όλους. Ας βρεθεί μια «προσευχή» ή καλύτερα μια ευχή που να βασίζεται σε πανανθρώπινες αρχές, ώστε να μπορούν όλοι να συμμετέχουν και να νιώθουν ότι ανήκουν.

[...]

ΘΕΟΛΟΓΟΣ: Καλά, αλλά γιατί έπρεπε να το κάνετε αυτό τώρα ειδικά;

ΕΓΩ: Εν όψει της Ημέρας της Γυναίκας, στις 8 Μαρτίου.

ΘΕΟΛΟΓΟΣ: Μα ήταν ανάγκη να γίνει εν μέσω πανδημίας;

ΕΓΩ: Ακριβώς λόγω της πανδημίας, δεν μπορούμε να οργανώσουμε ζωντανή εκδήλωση με κοινό, ούτε να συμμετάσχουμε μαζικά σε πορείες. Γι’ αυτό κάνουμε φωτογράφιση με το πανό μας, μόνο πέντε άτομα, με μάσκες και αποστάσεις, ώστε να το αναρτήσουμε στα κοινωνικά δίκτυα.

ΘΕΟΛΟΓΟΣ: Και τι θέλετε να πείτε μ’ αυτό το σύνθημα; Τι σχέση έχει η εκκλησία με τον σεξισμό και την πατριαρχία;

ΕΓΩ: Ότι η εκκλησία ενισχύει τα σεξιστικά και πατριαρχικά πρότυπα.

ΘΕΟΛΟΓΟΣ: Από πού προκύπτει αυτό;

ΕΓΩ: Οι γυναίκες δεν μπορούν να γίνουν ιερείς, δεν επιτρέπεται να μπουν μέσα στο ιερό, δεν επιτρέπεται να κοινωνήσουν όσο έχουν έμμηνη ρύση και θεωρούνται υποδεέστερες του άντρα.

ΘΕΟΛΟΓΟΣ: Υποδεέστερες του άντρα; Γιατί το λέτε αυτό;

ΕΓΩ: Δεν το λέμε εμείς, ο χριστιανισμός το λέει.

ΘΕΟΛΟΓΟΣ: Δεν λέει ο χριστιανισμός τέτοια πράγματα!

ΕΓΩ: Πώς δεν λέει; Διαβάστε τους άγιους πατέρες. Διαβάστε τον απόστολο Παύλο. Η γυναίκα πρέπει να σωπαίνει όταν μιλούν άντρες, να καλύπτει το κεφάλι της, να υπακούει και να υπηρετεί τον άντρα...

ΘΕΟΛΟΓΟΣ: Δεν λέει μόνο αυτά ο χριστιανισμός.

ΕΓΩ: Όχι, αλλά λέει ΚΑΙ αυτά. Αυτό ακριβώς στηλιτεύουμε.

ΘΕΟΛΟΓΟΣ: Έτσι ήταν τότε τα ήθη της εποχής.

ΕΓΩ: Και ο παντοδύναμος θεός ήταν αναγκασμένος να προσαρμοστεί στα ήθη της εποχής; Δεν ήταν ικανός να στείλει μια θεόπνευστη επιφοίτηση που να τα ξεπερνάει;

ΘΕΟΛΟΓΟΣ: Οι άνθρωποι δεν θα το δέχονταν εύκολα.

ΕΓΩ: Και δεν μπορούσε να τους κάνει να το δεχτούν; Ο ίδιος τους ο πλάστης δεν είχε τρόπο να κάνει να ανοίξει το μυαλό τους;

ΘΕΟΛΟΓΟΣ: Έπρεπε να προσαρμοστεί στα δεδομένα της εποχής του.

ΕΓΩ: Τι μου λέτε, ο παντοδύναμος δημιουργός ήταν αναγκασμένος να προσαρμοστεί στα δεδομένα των δημιουργημάτων του; Για πολύ παντοδύναμο δεν τον κόβω.

ΘΕΟΛΟΓΟΣ: Μα υπάρχει η ελεύθερη βούληση...

ΕΓΩ: Και τι σχέση έχει με αυτό η ελεύθερη βούληση;

ΘΕΟΛΟΓΟΣ: Δεν ήθελε να τους αναγκάσει να δεχτούν γνώση πέρα από τα όριά τους.

ΕΓΩ: Και δεν ήταν ικανός να διευρύνει τα όριά τους και να τους δώσει αυτή τη γνώση;

[...]

ΑΝΑΡΧΙΚΟΣ: Εσείς οι άθεοι είστε απόλυτοι.

ΕΓΩ: Γιατί το λέτε αυτό;

ΑΝΑΡΧΙΚΟΣ: Έχετε κάνει την αθεΐα θρησκεία σας.

ΕΓΩ: Κάνετε λάθος.

ΑΝΑΡΧΙΚΟΣ: Έχετε κι εσείς μια πίστη. Πιστεύετε στην ανυπαρξία θεού.

ΕΓΩ: Κάνετε λάθος, δεν είναι αυτό ο αθεϊσμός.

ΑΝΑΡΧΙΚΟΣ: Οι άθεοι είναι κι αυτοί πιστοί. Πιστοί της αθεΐας.

ΕΓΩ: Τώρα με προσβάλλετε και με υποτιμάτε.

ΑΝΑΡΧΙΚΟΣ: Εγώ σας προσβάλλω;

ΕΓΩ: Βεβαίως, αφού μου αρνείστε το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού.

ΑΝΑΡΧΙΚΟΣ: Ε τότε αφού σας προσβάλλω, πάρτε αυτήν την προσβολή και προσπαθήστε να βγάλετε κάτι θετικό απ’ αυτήν.

ΕΓΩ: Ακούστε, εγώ δέχομαι τον αυτοπροσδιορισμό σας ως χριστιανών. Αν θέλω να μάθω τι εννοείτε όταν λέτε χριστιανός, θα ρωτήσω εσάς. Δε θα σας πω εγώ τι είστε. Αφήστε με λοιπόν να σας πω κι εγώ τι σημαίνει.

ΘΕΟΛΟΓΟΣ: Ορίστε, σας ακούμε.

ΕΓΩ: Αθεΐα δεν είναι η πίστη στην ανυπαρξία θεών. Είναι η απόρριψη της πίστης σε θεούς. Ο άθεος απλώς δεν έχει πεισθεί για την ύπαρξη κανενός θεού. Δεν πιστεύει χωρίς αποδείξεις.

ΓΕΡΟΝΤΑΣ: Μα υπάρχουν αποδείξεις!

ΕΓΩ: Τι αποδείξεις; Εσείς πώς ξέρετε ότι υπάρχει θεός;

ΓΕΡΟΝΤΑΣ: Από την ίδια μου την ύπαρξη. Βλέπω τον εαυτό μου, δεν μπορεί να προέκυψα από το τίποτα.

ΕΓΩ: Δεν είπε κανείς ότι προκύψατε από το τίποτα.

ΓΕΡΟΝΤΑΣ: Και πώς δημιουργήθηκε η ζωή;

ΕΓΩ: Γιατί είστε τόσο βέβαιος ότι δημιουργήθηκε;

ΓΕΡΟΝΤΑΣ: Τι εννοείτε;

ΕΓΩ: Η δημιουργία προϋποθέτει δημιουργό, άρα βούληση, ιθύνοντα νου. Όμως η ζωή μπορεί να προέκυψε από μη κατευθυνόμενες διαδικασίες.

ΓΕΡΟΝΤΑΣ: Μα δεν μπορεί να προέκυψαν όλα τυχαία!

ΕΓΩ: Και γιατί όχι; Εξάλλου δεν είπα «τυχαία», είπα «μη κατευθυνόμενα». Δηλαδή με φυσικές διεργασίες που δεν κατευθύνονται από κάποιον ιθύνοντα νου.

ΓΕΡΟΝΤΑΣ: Μα πώς μπορεί να προέκυψε ζωή από το τίποτα; Μπορείτε να μου το πείτε αυτό;

ΕΓΩ: Βεβαίως, μπορώ να σας το πω. Τα πρώτα οργανικά μόρια προέκυψαν την αρχέγονη σούπα των ωκεανών, πριν από 3,5 δισεκατομμύρια χρόνια.

ΓΕΡΟΝΤΑΣ: Μα ελάτε τώρα, 3,5 δισεκατομμύρια χρόνια! Πού ξέρουμε τι συνέβη πριν 3,5 δισεκατομμύρια χρόνια; Ήσασταν εκεί;

ΕΓΩ: Όχι, δεν ήμουν εκεί, αλλά μπορούμε να το ξέρουμε με βάση τα παλαιοντολογικά ευρήματα, τα απολιθώματα μικροοργανισμών, τα πειράματα που κάνουμε σήμερα...

ΓΕΡΟΝΤΑΣ: Και το σύμπαν; Πώς προέκυψε; Δεν μπορεί να προκύψει κάτι από το τίποτα.

ΕΓΩ: Μα δεν προκύπτει κάτι από το τίποτα. Το «κάτι» προέκυψε από ένα άλλο «κάτι».

ΓΕΡΟΝΤΑΣ: Και τι ήταν αυτό το «κάτι»;

ΕΓΩ: Δεν το ξέρω.

ΓΕΡΟΝΤΑΣ: Ε να, ορίστε! Δεν το ξέρετε! Εγώ ξέρω ότι το δημιούργησε ο θεός.

ΕΓΩ: Και πώς το ξέρετε αυτό;

ΓΕΡΟΝΤΑΣ: Διότι υπάρχει παντού το αίτιο και το αιτιατό.

ΕΓΩ: Και πώς ξέρουμε ότι το αίτιο στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι ένας θεός;

ΓΕΡΟΝΤΑΣ: Επειδή πρέπει να υπάρχει ένα αίτιο. Ο θεός είναι αυτό το αίτιο

ΕΓΩ: Αυτό δεν έχετε τρόπο να το ξέρετε! Αλλά έστω ότι πράγματι ο θεός είναι το αίτιο της δημιουργίας του σύμπαντος. Το δικό του αίτιο ποιο είναι; Ο ίδιος ο θεός πώς προέκυψε;

ΓΕΡΟΝΤΑΣ: Ο θεός είναι το πρώτο αίτιο.

ΕΓΩ: Και πώς ξέρετε ότι το πρώτο αίτιο είναι ένας θεός και όχι μια φυσική διεργασία, χωρίς αυτοσυνείδηση και βούληση;

ΓΕΡΟΝΤΑΣ: Μα δεν μπορεί να μην υπάρχει δημιουργός!

ΕΓΩ: Γιατί δεν μπορεί;

ΓΕΡΟΝΤΑΣ: Μα είναι προφανές, αυτονόητο!

ΕΓΩ: Δεν είναι διόλου αυτονόητο. Είναι μια εικασία που κάνετε εσείς.

[...]

ΑΝΑΡΧΙΚΟΣ: Καθένας πιστεύει σε άλλον θεό. Όσοι άνθρωποι υπάρχουν, άλλοι τόσοι και θεοί.

ΕΓΩ: Και το ιερατείο τι το χρειαζόμαστε; Γιατί να τους πληρώνουμε;

ΘΕΟΛΟΓΟΣ: Δεν μπορούμε να γκρεμίσουμε τις παραδόσεις αιώνων.

ΕΓΩ: Οι παραδόσεις πρέπει να υπηρετούν τον άνθρωπο, όχι ο άνθρωπος τις παραδόσεις.

ΑΝΑΡΧΙΚΟΣ: Εγώ δεν πιστεύω σε παντοδύναμο θεό.

ΕΓΩ: Ε τότε θα έλεγα να το κοιτάξετε, μήπως δεν είστε χριστιανός...

ΘΕΟΛΟΓΟΣ: [γελάει]

ΕΓΩ: Σας είπα, δεν έχει να κάνει με το αν μας δίνει χαρά. Θέλουμε να δώσουμε το στίγμα μας στον δημόσιο διάλογο.

ΑΝΑΡΧΙΚΟΣ: Και σας ικανοποιεί αυτό; Σας δίνει χαρά αυτό;

ΕΓΩ: Το ρωτήσατε δυο τρεις φορές αυτό και το απάντησα. Μου δίνετε την εντύπωση ότι θέλετε να μου εκμαιεύσετε μια συγκεκριμένη απάντηση.

ΑΝΑΡΧΙΚΟΣ: Απλώς αναρωτιέμαι αν σας χαροποιεί αυτό που κάνετε.

ΕΓΩ: Ναι, με χαροποιεί. Χαίρομαι να μοιράζομαι τις απόψεις μου.

ΑΝΑΡΧΙΚΟΣ: Αφού σας δίνει χαρά λοιπόν, συνεχίστε.

ΕΓΩ: Σίγουρα θα το κάνω. Να είστε καλά.

Ο διάλογος δεν τελείωσε εκεί. Τα ίδια θέματα επανήλθαν, ανοίχτηκαν κι άλλα, το πράγμα τράβηξε σε μάκρος. Η παρέα μου είχε φύγει προ πολλού και σχεδόν όλη η παρέα των χριστιανών επίσης, πλην της θεολόγου και του αναρχικού, που ήταν ο πλέον επίμονος σε όλη τη συζήτηση. Η θεολόγος προσπαθούσε φανερά να τον συμπαρασύρει ώστε να φύγουν, όμως εκείνος ξαναγυρνούσε πίσω την κουβέντα. Είχα την πρόθεση να παραμείνω όσο υπήρχε διάθεση για συζήτηση από την άλλη πλευρά, όμως πλησίαζε μεσημέρι και είχα πει ότι θα γυρνούσα σπίτι για φαγητό. Έτσι όταν η συζήτηση άρχισε να γυρίζει πια σε κύκλους, βρήκα μια παύση και είπα:

ΕΓΩ: Θα με συγχωρήσετε ελπίζω, αλλά πρέπει να φύγω τώρα, αλλιώς θα με σκοτώσει ο άντρας μου.

Γελάσαμε και αποχαιρετιστήκαμε με αμοιβαίες αβρότητες και με πρόσκληση από πλευράς του γέροντα να τους επισκεφθώ στην εκκλησία τους. Απομακρύνθηκα τροχάδην, ενώ σκεφτόμουν πόσο οξύμωρο ήταν να λέω ότι «θα με σκοτώσει ο άντρας μου» ενώ πριν λίγα λεπτά διαδήλωνα για την Ημέρα της Γυναίκας. Φυσικά και δεν θα με σκότωνε, ούτε κυριολεκτικά ούτε μεταφορικά, να όμως που το ανόητο κλισέ ξεπήδησε δεν ξέρω από ποια βάθη μακροχρόνιας συνήθειας και επανάληψης να καπελώσει κάθε λογική και προοδευτική σκέψη.

Ω ναι, έχουμε πολύ δρόμο να κάνουμε ακόμη.

 

Δευτέρα 27 Απριλίου 2020

Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΜΙΑΣ ΑΘΕΗΣ ΣΤΗ ΔΥΣΚΟΛΗ ΩΡΑ

 «Άθεοι μέχρι να πέσει το αεροπλάνο». Πόσο συχνά έχετε ακούσει αυτή την επωδό;

Είναι πολύ διαδεδομένη η αντίληψη ότι «Στη δύσκολη ώρα όλοι στρέφονται στον Θεό». Επικρατεί η εντύπωση ότι οι άθεοι απαξιώνουν τον θεό, σαν πεισματάρικα παιδιά που αρνούνται τη βοήθεια του πατέρα, αλλά μόλις βρεθούν στην ανάγκη του γυρίζουν μετανιωμένα στη θαλπωρή της αγκαλιάς του, ως άλλοι άσωτοι υιοί και άσωτες θυγατέρες. Είναι όμως αλήθεια αυτό;

Φυσικά και όχι.

Η διαφορά του άθεου από τον θεϊστή δεν είναι ότι ο πρώτος απαρνιέται τον θεό, αλλά ότι απορρίπτει την πίστη.  Όταν λέμε ότι ο άθεος δεν πιστεύει στον θεό, δεν εννοούμε «δεν πιστεύει ότι τον χρειάζεται» αλλά «δεν πιστεύει ότι υπάρχει». Δεν εννοούμε ότι δεν τον εμπιστεύεται, αλλά ότι δεν έχει πεισθεί για την ύπαρξή του. Δεν έχει πεισθεί, επειδή προσεγγίζει το ερώτημα περί ύπαρξης θεού με σκεπτικισμό και όχι με πίστη. Δεν έχει πεισθεί, επειδή εξετάζει με τη λογική όλα τα στοιχεία περί της ύπαρξης θεού και βλέπει ότι δεν έχει αποδειχθεί αυτή η ύπαρξη. Δεν έχει πεισθεί, επειδή έχει καταλάβει ότι η γνώση αποκτάται μόνο με έρευνα και όχι με πίστη. Και δεν πρόκειται να πεισθεί ξαφνικά μόνο και μόνο επειδή βρέθηκε μπροστά σε μια δυσκολία της ζωής.

Έχω γράψει παλιότερα για το θέμα της πίστης και των διαφορετικών εννοιών του ρήματος «πιστεύω».

Οι άθεοι δεν είναι αρνητές του θεού, αλλά αρνητές της πίστης. Πράγμα που δυσκολεύονται αφάνταστα να συλλάβουν οι περισσότεροι πιστοί, καθώς θεωρούν απολύτως δεδομένη την ύπαρξη θεού. Δεν χωράει στη μυαλό τους πώς μπορεί κάποιος να μην πιστεύει ότι υπάρχει θεός. Είναι απολύτως βέβαιοι ότι υπάρχει ο θεός τους, το θεωρούν εξίσου προφανές για όλους και νομίζουν ότι οι άθεοι τρόπον τινά «κάνουν μούτρα» στον θεό, αλλά μόλις βρεθούν στα δύσκολα, έρχονται στα συγκαλά τους και κόβουν τα ναζάκια.

Προσωπικά, δεν έχω γνωρίσει ποτέ μου άθεο που να έγινε ξανά πιστός λόγω μιας δυσκολίας στη ζωή (ούτε και για οποιονδήποτε άλλο λόγο, εδώ που τα λέμε). Κυκλοφορούν διάφορες υποτιθέμενες «προσωπικές ιστορίες» άθεων που έγιναν θρήσκοι, αλλά οι περισσότερες, αν όχι όλες, κατόπιν διερεύνησης αποδεικνύονται πλαστές ή τουλάχιστον ανεπιβεβαίωτες, από τρίτο ή τέταρτο χέρι πάντα. Αντιθέτως, υπάρχουν πολλές ιστορίες άθεων που αντιμετώπισαν κάποια σοβαρή δυσκολία στη ζωή τους, ήρθαν πρόσωπο με πρόσωπο με τον θάνατο και παρέμειναν άθεοι. Τέτοιες ιστορίες έχω ακούσει από πρώτο χέρι, από τα ίδια τα άτομα που τις έζησαν.

Μάλιστα, έτυχε να ζήσω μια τέτοια ιστορία κι εγώ η ίδια.

Πριν από έντεκα χρόνια, είχα ένα ορειβατικό ατύχημα. Μάλιστα με αφορμή αυτό έγραψα παλιότερα ένα άρθρο για τους άνδρες των σωμάτων ασφαλείας. Σήμερα θα γράψω πάλι για εκείνο το περιστατικό, από μια πιο προσωπική σκοπιά.

Ξεκινήσαμε με μια φίλη και με τη σκυλίτσα μου να πάμε στο Χελμό, στο Μαυρονέρι, που συνδέεται με τη  μυθική Στύγα. Απολαμβάναμε τη διαδρομή μέσα στο υπέροχο τοπίο ώσπου φτάσαμε στο φαράγγι της Στύγας. Ο καταρράκτης φαινόταν στο βάθος, αριστερά μας σε μεγάλο βάθος ήταν ο ποταμός, μπροστά και αριστερά απλωνόταν μια μεγάλη σάρα, πολλές δεκάδες μέτρα πλάτος, από την οποία περνούσε το μονοπάτι. Στα δεξιά του μονοπατιού, κατά διαστήματα, υπήρχαν σιδερένιοι κρίκοι, από τους οποίους, όπως μάθαμε αργότερα, κανονικά περνούσε ένα συρματόσχοινο που για άγνωστους λόγους, όταν περάσαμε εμείς, είχε αφαιρεθεί.

Στην αρχή τα πήγαμε καλά, αλλά σε ένα δύσκολο σημείο η φίλη μου κώλωσε. Εγώ πέρασα  πατώντας σταθερά. Μου λέει, «Πώς τα κατάφερες;» «Με αυτοπεποίθηση», της απαντώ. Την είδα που δυσκολευόταν και έκανα να γυρίσω να τη βοηθήσω, αλλά στο δεύτερο βήμα, το έδαφος υποχώρησε και βρέθηκα να γλιστρώ ταχύτατα προς τα κάτω. Προσπαθούσα να αρπαχτώ από κάπου, να βρω κάποιο πάτημα, αλλά όλα ήταν σαθρά. Συνέχισα να πέφτω με την κοιλιά, οι πέτρες μου κατάκοβαν τα δάχτυλα, το σώμα. Αγωνιζόμουν να αναχαιτίσω την πτώση μου χωρίς επιτυχία, ώσπου κάποια στιγμή το ένα μου πόδι κάπου σκάλωσε. Σταμάτησα να πέφτω, ήμουν όμως ακόμη πεσμένη μπρούμυτα μέσα στη σάρα. Κοίταξα επάνω αλλά δεν είδα τη φίλη μου. Η σκυλίτσα προσπαθούσε να έρθει σ' εμένα αλλά καθώς ερχόταν, έριχνε κι άλλες πέτρες πάνω μου. Έκανα μια κίνηση για να ανέβω, αλλά μόλις κινήθηκα, το πάτημά μου κατέρρευσε και ξανάρχισα να πέφτω. Μετά από λίγο σκάλωσα κάπου αλλού, ξαναπροσπάθησα να ανέβω και ξανάπεσα. Αυτό συνέβη άλλες δυο φορές. Κάθε φορά ανέβαινα μισό μέτρο και έπεφτα πολλά μέτρα. Σε κάποιο σημείο, η σάρα τελείωνε και άρχιζε γκρεμός - κάθετη πτώση ως το ποτάμι, πάνω από πενήντα μέτρα. Κοιτώντας κάτω έβλεπα το χείλος του γκρεμού κάθε φορά όλο και πιο κοντά. Άλλη μια πτώση και δεν θα υπήρχε γυρισμός.

Βρισκόμουν πεσμένη μπρούμυτα μέσα στα χώματα, μέσα στις πέτρες, μέσα στα αίματα, χωρίς κάποιο πραγματικά σταθερό σημείο να κρατηθώ. Ήξερα ότι με την παραμικρή κίνηση θα έπεφτα ξανά και η πτώση θα ήταν τελειωτική. Αν έπεφτα στον γκρεμό, θα σκοτωνόμουν, χωρίς αμφιβολία. Σκέφτηκα τους ανθρώπους που με αγαπούν. Σκέφτηκα το παιδί μου, έξι χρονών τότε, που δεν θα ξανάβλεπε τη μάνα του, και μου ήρθαν δάκρυα στα μάτια. Σκέφτηκα, πόσο θα ήθελα τώρα να υπήρχε η Παναγία! Να υπήρχε μια καλόβολη, παντοδύναμη θεά να με ακούσει, να με στηρίξει. Να υπήρχε μια θεά να προσευχηθώ, με όλη τη δύναμη της καρδιάς μου, να με γλιτώσει. Τι δεν θα έδινα για να υπήρχε μια τέτοια θεότητα!

Ήξερα όμως ότι δεν υπάρχει. Όσο κι αν ήθελα να υπήρχε, το γεγονός αυτό δεν μπορούσε να αλλάξει. Ήξερα με μεγάλη βεβαιότητα ότι καμία από τις θεότητες του χριστιανικού πανθέου δεν υπάρχει. Δεν μπορώ να πω με βεβαιότητα ότι δεν υπάρχει κανένας θεός, αλλά όπως έγραψα και άλλοτε, μπορώ να είμαι σίγουρη ότι δεν υπάρχει καμία από τις γνωστές θεότητες των θρησκειών των ανθρώπων. Δεν υπάρχει καμιά παντοδύναμη και πανάγαθη θεότητα. Δεν υπάρχει καμιά θεότητα που να ικανοποιεί τις προσευχές των ανθρώπων. Αυτό το είχα καταλάβει χρόνια πριν, το είχα συνειδητοποιήσει και το ήξερα πέρα από κάθε αμφιβολία. Όση ανάγκη κι αν είχα για βοήθεια, δεν θα μπορούσα ποτέ να ακυρώσω αυτή τη συνειδητοποίηση.

Εκείνη τη στιγμή, κατά παράδοξο τρόπο, αντί να νιώσω εγκαταλειμμένη και ανίσχυρη, ένιωσα να παίρνω δυνάμεις. Είπα στον εαυτό μου «Εδώ είσαι μόνη σου και ό,τι είναι να καταφέρεις, θα το καταφέρεις μόνη σου». Σκέφτηκα πάλι τους ανθρώπους που αγαπώ και πήρα δύναμη.

Κοίταξα δεξιά κι αριστερά να δω από πού θα μπορούσα να πιαστώ για να βρεθώ σε πιο ασφαλές σημείο. Δεξιά μου υπήρχε ένας καχεκτικός θάμνος, αλλά ήταν πάνω από δυο μέτρα μακριά και φοβόμουν ότι δεν θα προλάβαινα να τον φτάσω πριν πέσω πάλι. Αριστερά μου υπήρχε μια μικρή προεξοχή ενός βράχου, πάρα πολύ μικρή και στενή, ούτε μισό μέτρο, αλλά φαινόταν σταθερή και ήταν αρκετά πιο κοντά μου. Άρχισα να έρπω προς τα εκεί με μεγάλη προσοχή. Τα κομματιασμένα μου δάχτυλα πονούσαν αφόρητα, όλο μου το σώμα ήταν μια πληγή, αλλά κατάφερα να συρθώ ως την προεξοχή και να καθίσω.

Τα υπόλοιπα είναι ιστορία. Έβγαλα το κινητό και επικοινώνησα με τη φίλη μου. Είχε επιχειρήσει να γυρίσει προς τα πίσω αλλά είχε πέσει κι εκείνη και βρισκόταν κι αυτή παγιδευμένη σε ένα άλλο σημείο, χωρίς να τολμά να κινηθεί. Κάλεσε την πυροσβεστική, ζήτησε βοήθεια και μετά δεν είχαμε παρά να περιμένουμε. Ήμασταν σε διαρκή τηλεφωνική επαφή με ένα μέλος του ορειβατικού συλλόγου Καλαβρύτων. Η σκυλίτσα μου πηγαινοερχόταν ανάμεσα στις δυο μας, γιατί μας είχε και τις δύο έγνοια, αλλά τη δεύτερη φορά που το έκανε της έβαλα λουρί και την κράτησα αγκαλιά μαζί μου, γιατί αφ' ενός έριχνε πέτρες πάνω μου κάθε φορά που κατέβαινε, αφ' ετέρου φοβόμουν μην τυχόν πέσει στον γκρεμό. Ευτυχώς είχα ακόμη στην πλάτη μου το σακίδιό μου με ένα μπουκάλι νερό και ένα μήλο. Είχα και δυο βιβλιαράκια, φυλλαδιάκια μάλλον, ένα με φυτά κι ένα με πουλιά, που διάβαζα και ξαναδιάβαζα για να απασχοληθώ. Εκείνες τις τρεις ώρες που περίμενα καθηλωμένη, πίστεψα ότι δεν θα θελήσω να ξανακούσω ποτέ μου τον ήχο καταρράκτη. Όλα όμως πέρασαν - και τα τραύματα και η τρομάρα και η ανία.

Αλλά έμεινε η ανάμνηση - και η βεβαιότητα ότι δεν υπάρχει περίπτωση ποτέ μου να "στραφώ στον θεό".

Και δεν ήταν η μόνη φορά. Έχω βρεθεί κι άλλη φορά πολύ κοντά στον θάνατο, έχω ξυπνήσει στην εντατική, γεμάτη σωληνάκια, ποτέ μου όμως δεν διανοήθηκα να προσευχηθώ, ποτέ μου δεν ένιωσα ότι θα μπορούσα να πιστέψω ξανά ότι υπάρχει θεός. Από τη στιγμή που αποδομείς την πίστη, είναι αδύνατον πια να πιστέψεις, ακόμη κι αν το θέλεις. Από τη στιγμή που ξέρεις ότι κάτι δεν είναι αληθινό, δεν μπορείς να πείσεις τον εαυτό σου ότι είναι αληθινό. Από τη στιγμή που θα συνειδητοποιήσεις ότι οι θεοί είναι μυθικά όντα, δεν μπορείς ποτέ πια να ξαναπιστέψεις ότι είναι αληθινά, όπως ακριβώς δεν μπορείς να πιστέψεις ότι υπάρχει ο Άι Βασίλης, ο Σούπερμαν, ο Δίας, το Γέτι και άλλα μυθικά όντα.

Οι άθεοι δεν "απαρνούνται τον θεό". Αυτός που απαρνείται τον θεό, που πιστεύει δηλαδή στην ύπαρξη του θεού αλλά αρνείται να συνταχθεί μαζί του, λέγεται αρνησίθεος, όχι άθεος. Ο άθεος δεν πιστεύει στην ύπαρξη θεού. Και δεν υπάρχει περίπτωση να πιστέψει μόνο και μόνο επειδή αντιμετωπίζει δυσκολίες στη ζωή. Γνωρίζω πολλούς άθεους που βρέθηκαν σε πολύ δεινή θέση, αντιμέτωποι με τον θάνατο, και ωστόσο δεν πίστεψαν σε θεό.

Και ο αληθινός θάνατος, όμως; Τι γίνεται με τον αληθινό θάνατο; Στο κάτω κάτω όλοι αυτοί οι άθεοι που ζορίστηκαν αλλά δεν πίστεψαν, τελικά δεν πέθαναν, αφού έζησαν και μας το διηγούνται. Άρα δεν ήρθαν πραγματικά αντιμέτωποι με το τέλος τους. Μήπως λοιπόν όλοι αυτοί δεν πίστεψαν επειδή δεν είχε έρθει ακόμη η τελευταία τους ώρα; Μήπως όταν έρθει πραγματικά η ύστατη ώρα, θα πιστέψουν;

Αντί άλλου επιλόγου, θα δώσω τον λόγο στον Μπέρτραντ Ράσελ, σε αυτό το βίντεο:
-Φοβάστε καθόλου μήπως σας συμβεί κάτι που συμβαίνει συχνά σε ανθρώπους οι οποίοι ήταν σε όλη τους τη ζωή άθεοι ή αγνωστικιστές και στράφηκαν λίγο πριν πεθάνουν σε κάποια μορφή θρησκείας;
-Ξέρετε, αυτό δεν συμβαίνει τόσο συχνά όσο νομίζουν οι θρήσκοι. Γιατί οι περισσότεροι θρήσκοι νομίζουν πως είναι ενάρετη πράξη το να λένε ψέματα για τα νεκροκρέβατα των αγνωστικιστών. Στην πραγματικότητα, αυτό δεν συμβαίνει καθόλου συχνά.

 

Δευτέρα 21 Οκτωβρίου 2019

Πρωινός διάλογος με ιεχωβάδες


-Καλημέρα, να σας μιλήσουμε λίγο για τον Θεό; Όλοι πιστεύουμε στον Θεό, έτσι δεν είναι;

-Όχι. Εγώ είμαι άθεη. Έχω διαβάσει πολύ, έχω σκεφτεί και έχω απορρίψει την πίστη στον θεό.

-Άθεη; Δεν σας πιστεύω. Δεν υπάρχουν άθεοι.

-Συγγνώμη, αλλά τώρα με προσβάλλετε.

-Εγώ σας προσβάλλω;

-Με προσβάλλετε βαθύτατα. Αρνείστε να δεχτείτε τον αυτοπροσδιορισμό μου; Δεν με σέβεστε; Ή μήπως μου λέτε ότι δεν υπάρχω;

-Δεν υπάρχουν άθεοι άνθρωποι. Θα σας το αποδείξω.

-Βεβαίως, να μου το αποδείξετε. Σας ακούω.

-Όλοι πιστεύουμε σε κάτι, έτσι δεν είναι;

-Τι εννοείτε "πιστεύουμε";

-Παραδείγματος χάρη, εσείς πιστεύετε στον εαυτό σας, σωστά;

-Αυτό που λέτε είναι διαφορετικό. Δεν είναι πίστη, αλλά εμπιστοσύνη. Όταν λέμε ότι πιστεύουμε στον θεό, εννοούμε ότι έχουμε δεχτεί την ύπαρξή του χωρίς αποδείξεις, μόνο επειδή το λένε κάποιες ιερές παραδόσεις, ιερά κείμενα ή κάποιοι άνθρωποι που το ισχυρίζονται. Ο εαυτός μου μπορεί να αποδειχθεί ότι υπάρχει, ενώ ο θεός δεν αποδεικνύεται ότι υπάρχει.

-Και όμως, θα σας αποδείξω ότι υπάρχει!

-Βεβαίως, να μου το αποδείξετε.

-Πείτε μου, εμείς πώς γίνεται και υπάρχουμε; Το ξέρετε αυτό;

-Βεβαίως το ξέρω, είμαι βιολόγος, μπορώ να σας το πω. Πριν δισεκατομμύρια χρόνια, στην αρχέγονη σούπα του πρώτου ωκεανού του πλανήτη μας, με τις κατάλληλες συνθήκες εμφανίστηκαν οι πρώτες οργανικές χημικές ενώσεις. Στη συνέχεια οργανώθηκαν στα πρώτα κύτταρα και με την εξέλιξη φτάσαμε στα εκατομμύρια είδη οργανισμών που υπάρχουν σήμερα.

-Κι η αρχέγονη αυτή σούπα πώς εμφανίστηκε; Μπορεί να δημιουργηθεί κάτι εκ του μηδενός;

-Μα δεν προέκυψε εκ του μηδενός. Προέκυψε από κάτι που προϋπήρχε.

-Βλέπετε; Όλα έχουν ένα αίτιο. Γνωρίζεται τι είναι το αίτιο και το αιτιατό;

-Βεβαίως το γνωρίζω. Αν λοιπόν δεν μπορεί να προκύψει κάτι εκ του μηδενός, ο Θεός πώς προέκυψε;

-Ακούστε. Ο Θεός είναι το πρώτο αναίτιο αιτιατό!

-Και πώς το ξέρετε εσείς αυτό;

-Είπατε πριν για τις γραφές. Δεν πιστεύετε στον Θεό, λέτε. Πιστεύετε στον Απόστολο Παύλο;

-Τι εννοείτε αν πιστεύω;

-Υπήρξε ένας Απόστολος του Θεού που λεγόταν Παύλος. Έγραψε επιστολές, κείμενα. Αυτό το πιστεύετε;

-Ναι, ξέρω ότι υπήρξε κάποιος ονόματι Παύλος που έγραψε επιστολές. Αλλά δεν το πιστεύω, έχω πεισθεί γι' αυτό. Το έχω διαπιστώσει. Βλέπετε τη διαφορά;

-Θα διαπιστώσετε και αυτό που σας λέω. Πείτε μου, αυτό το κτίριο πίσω σας, πώς έγινε;

-Το σχεδίασε ένας μηχανικός και το έχτισαν εργάτες.

-Και τον κόσμο λοιπόν κάποιος πρέπει να τον έκτισε, σωστά;

-Λάθος. Χρησιμοποιείτε μια παρομοίωση ως επιχείρημα. Οι παρομοιώσεις, οι αναλογίες και οι μεταφορές είναι καλολογικά στοιχεία, όχι επιχειρήματα. Το ότι δυο καταστάσεις μας φαίνονται παρόμοιες δεν συνεπάγεται ότι είναι ίδιες σε όλα τα σημεία τους. Διαβάστε λίγο φιλοσοφία της επιστήμης. 

-Η φιλοσοφία της επιστήμης...

-Με συγχωρείτε, αλλά έχω ραντεβού για φυσικοθεραπεία κι έχω αργήσει. Πρέπει να φύγω, χαίρετε.

-Είστε υπόλογη απέναντι στον Θεό...

-Ας έρθει να με βρει. Καλή σας μέρα.


Πραγματικό περιστατικό. Προσπάθησα να αποδώσω τους διαλόγους πιστά (pun not intended). Ελπίζω να μην παρέλειψα τίποτε σημαντικό.

Δευτέρα 31 Δεκεμβρίου 2018

Αυτοί οι ενοχλητικοί

Κάθε χρόνο εκεί γύρω στις γιορτές, πάντα ανοίγουν συζητήσεις μεταξύ γονέων με θέμα τον Άγιο Βασίλη. Το κυρίαρχο ερώτημα είναι, να πω στο παιδί μου ότι δεν υπάρχει Άγιος Βασίλης; Σε ποια ηλικία; Με τι τρόπο; Το έμαθε ήδη και με ρωτάει αν είναι αλήθεια, πώς να το διαχειριστώ; Έχει και μικρότερο αδελφάκι που ακόμη πιστεύει, τι να κάνω; Έχει μεγαλύτερο αδελφάκι που ξέρει την αλήθεια, τι να του πω; Και ούτω καθ’ εξής.

Οι περισσότερες απαντήσεις κυμαίνονται στο κλίμα «Μην καταστρέφεις τη μαγεία», «Μην του στερείς το όνειρο», «Μην του χαλάς το παραμύθι», «Μην του περιορίζεις τη φαντασία», «Άσε το να πιστεύει όσο είναι μικρό». Δειλά-δειλά τα τελευταία χρόνια ακούγονται και μερικές αντίθετες φωνές, που υπενθυμίζουν ότι η μαγεία δεν έχει ανάγκη το ψέμα, ότι άλλα παραμύθια δεν τα σερβίρουμε σαν γεγονότα, ότι η φαντασία δεν γνωρίζει σύνορα. Ότι μπορούμε να πούμε στα παιδιά μας την αλήθεια χωρίς να τα πληγώσουμε και χωρίς να τους στερήσουμε τίποτα.

Όπως ο Λάζαρος, που κάθε χρόνο ντύνεται άγιος Βασίλης και μοιράζει τα δώρα μέσα στα γέλια των παιδιών του, που συμμετέχουν στο παιχνίδι, απολαμβάνοντας τη μαγεία χωρίς μυθολογία. Όπως η Μαρίνα, που βάζει στα παπούτσια της οικογένειας τα δώρα και την άλλη μέρα λέει «Ελάτε να δούμε τι δώρα έφεραν οι τρεις μάγισσες!» – η μάνα της, η πεθερά της και η κουνιάδα της. Όπως ο Σήφης, που παίρνει το δοντάκι κάτω απ’ το μαξιλάρι και αφήνει ένα δωράκι στην κορούλα του, για να το δει την άλλη μέρα, να γελάει και να λέει «Πάλι ήρθε εκείνη η ψηλή νεράιδα με τα μούσια!»



Γιατί τα παιδιά είναι σε θέση να κατανοήσουν θαυμάσια την αλήθεια – ότι ο Άγιος Βασίλης είναι ένα όμορφο παραμύθι που λέμε τις γιορτές για να δώσουμε δώρα ο ένας στον άλλον, ένα παιχνίδι ρόλων που μοιραζόμαστε μεταξύ μας, ένα θέατρο που παίζουμε όλοι παρέα. Και όπως στο θέατρο, όλοι μας, ηθοποιοί και θεατές, γνωρίζουμε ότι αυτό που παρακολουθούμε δεν είναι η πραγματικότητα αλλά ένας μύθος.

Δειλά-δειλά τα τελευταία χρόνια γινόμαστε περισσότεροι εμείς που μεγαλώνουμε τα παιδιά μας από την αρχή με την αλήθεια. Λέγοντας και δείχνοντας με τη στάση μας ότι αυτά όλα είναι παραμύθια, παιχνίδια, που αφηγούμαστε και παίζουμε όλοι μαζί για να χαρούμε τις γιορτές. Παραμύθια όπως αυτά με τις νεράιδες και τους δράκους, που κανείς δεν διανοείται να παρουσιάσει ως αληθινά «για να μην καταστρέψει τη μαγεία», «Για να μην περιορίσει τη φαντασία» ή «Για να μην στερήσει το όνειρο».

Όταν όμως το αναφέρουμε στις συζητήσεις, είναι πολλές οι αντιδράσεις εκείνων που ενοχλούνται. Γιατί; Μα γιατί τους χαλάμε το παραμύθι. Όχι στα παιδιά τους: στους ίδιους. Γιατί αν υπάρχει έστω κι ένα παιδάκι στην παρέα που ξέρει ότι δεν υπάρχει Άγιος Βασίλης, γίνεται πολύ πιο δύσκολο να συντηρήσεις τον μύθο. Μπορεί να το πει στο δικό σου παιδάκι και να το κάνει να πληγωθεί ή να θυμώσει ή να αρχίσει τις ερωτήσεις, αναγκάζοντάς σε να προσγειωθείς απότομα.

Γι’ αυτό όσοι συντηρούν το παραμύθι του Άγιου Βασίλη δεν δέχονται απλά ότι κάποιοι έχουν διαφορετική προσέγγιση από τους ίδιους, αλλά ενοχλούνται.

Για τον ίδιο λόγο που ενοχλούνται και οι θρήσκοι από την ύπαρξη άθεων: επειδή τους χαλάνε το παραμύθι.

Απαραίτητη προϋπόθεση για να ζήσεις ένα παραμύθι σαν αληθινό, είναι να κάνουν το ίδιο και όλοι γύρω σου. Δεν είναι ανάγκη να το πιστεύουν, είναι ανάγκη όμως να κάνουν ότι το πιστεύουν, να προσποιούνται, για να συντηρείται ο μύθος. Αν έστω κι ένας πει ανοιχτά την αλήθεια, αν έστω κι ένας πάψει να προσποιείται, ο μύθος καταρρέει.

Αν λοιπόν είσαι θρήσκος που ζει σε θρησκευόμενο περιβάλλον και ξαφνικά σκάσει μύτη ένας άθεος, ενοχλεί. Ενοχλεί και μόνο που υπάρχει. Γιατί η ύπαρξή του ταράζει τα νερά. Γιατί η παρουσία του αποτελεί μια διαρκή υπενθύμιση του γεγονότος ότι τα αφηγήματα της θρησκείας σου είναι παραμύθια. Γιατί η γνώση ότι υπάρχει έστω κι ένας που δεν τα πιστεύει, γίνεται η μικρή καρφίτσα που σκάει την τεράστια φούσκα της αυταπάτης.

Γι’ αυτό πολλοί θρήσκοι παρουσιάζουν τους άθεους με μελανά χρώματα, ως εγωιστές, ανήθικούς, καιροσκόπους, ανενδοίαστους, αντικοινωνικούς. Γι’ αυτό η αθεΐα παρουσιάζεται ως άρνηση του θεού που δεδομένα υπάρχει, ως παιδιάστικο πείσμα, ως αντίδραση στο κατεστημένο και ως δογματική απόρριψη της ύπαρξης θεού, αντί γι’ αυτό που πραγματικά είναι: απόρριψη της πίστης σε θεούς.

Γι’ αυτό είναι τόσο έντονο το αίτημα να παραμείνουμε στη ντουλάπα. Γι’ αυτό θεωρείται προκλητικό το να δηλώνουμε τις πεποιθήσεις μας ανοιχτά. Γι’ αυτό εκλαμβάνεται ως αγένεια το να μιλάμε για τις απόψεις μας και ως πολιτική ορθότητα να σωπαίνουμε. Γι’ αυτό τόσο πολλοί άθεοι δεν εκδηλώνονται, λέγοντας ότι η αθεΐα τους «δεν αφορά κανέναν» και «δεν χρειάζεται να το πουν». Γι’ αυτό προτιμούν να μείνουν στη αφάνεια.

Μην ξεγελιόμαστε, είναι βαριά τα εχθρικά βλέμματα που αντιμετωπίζουμε όταν σκάμε τη φούσκα των πολλών. Είναι πολύ πιο εύκολο να πείσουμε τον εαυτό μας ότι αποφεύγοντας να μιλάμε γινόμαστε «ανώτεροι» και «ευγενέστεροι» όσων εκδηλώνονται, αντιμετωπίζοντας τους θρήσκους με την ίδια συγκατάβαση που επιφυλάσσουν οι «σοφοί ενήλικες» για τα «αθώα παιδάκια» που πιστεύουν στον Άγιο Βασίλη.

Όμως τα παιδιά δεν είναι κατώτερά μας, ούτε διανοητικά ούτε συναισθηματικά. Πιστεύουν στον Άγιο Βασίλη επειδή εμείς τους είπαμε ότι υπάρχει. Το δέχτηκαν και δεν το αμφισβήτησαν, όχι επειδή ήταν ανόητα ή ανώριμα, αλλά επειδή μας εμπιστεύονταν. Όπως ακριβώς και οι ενήλικες που πιστεύουν στον θεό επειδή όταν ήταν παιδιά οι ενήλικες που εμπιστεύονταν τους είπαν ότι υπάρχει. Και τα δύο παραμύθια χαίρουν κοινωνικής αποδοχής και στήριξης. Η μόνη διαφορά ανάμεσα στα δύο παραμύθια είναι ότι το ένα η κοινωνία φροντίζει να το απομυθοποιήσει ενώ το άλλο φροντίζει να το συντηρήσει.

Η φανερή ύπαρξη αθέων ενοχλεί, γιατί δυσχεραίνει αφάνταστα τη συντήρηση του μύθου του θεού.

Είναι πολύ ενοχλητικό να σου γκρεμίζουν τους μύθους. Όμως τον μύθο του Άγιου Βασίλη όλοι τον γκρεμίζουν κάποτε. Γιατί όχι και τον μύθο των θεών;

Καλές γιορτές σε όλο τον κόσμο!

Παρασκευή 30 Μαρτίου 2018

Ο Ιησους και η θυσία του αποδιοπομπαίου αμνού

Το παρακάτω κείμενο προέρχεται από ανάρτηση στο Facebook, στην ομάδα "Έλληνες άθεοι και αγνωστικιστές", από τον Nikos Alex και αναδημοσιεύεται με την άδειά του. Κατά τα λεγόμενά του, βασίστηκε σε διάφορα βίντεο και πρόσθεσε δικές του παρεμβάσεις.

Ποιος είμαι; Ποιος πραγματικά είμαι; Ας υποθέσουμε πως σ' ένα τραπέζι έχουμε 3 κόκκους ρύζι ή 3 βώλους ή ό,τι θέλει ο καθένας. Έναν πράσινο, έναν κόκκινο κι έναν κίτρινο. Εγώ είμαι ο πράσινος βώλος. Ο κόκκινος βώλος είναι αυτά που θέλω. Μια καλή κοπέλα, λεφτά, σεβασμό, likes στα σχόλιά μου κ.λπ. Ό,τι θέλει ο καθένας. Όλοι ξέρουμε τι θέλουμε. Και τα θέλουμε επειδή απλά "τα θέλουμε". Ξέρουμε τον εαυτό μας, έχουμε ελεύθερη βούληση και ο καθένας έχει τα δικά του θέλω, σωστά;

Ίσως... :)

Ο ανθρωπολόγος René Girard πίστευε πως τα "θέλω" δεν έρχονται με τη γεννά. Ναι, το οξυγόνο και το φαΐ είναι "ανάγκες", αλλά το γρήγορο αμάξι ή το μοδάτο φόρεμα, είναι κάτι που τα μαθαίνουμε στην πορεία της ζωής μας να τα θέλουμε. Δεν είναι "αναγκαία" στην επιβίωση. Πώς τα αποκτάμε αυτά τα "θέλω"; Με τον μιμητισμό. Κι άδω μπαίνει στο παιχνίδι ο μπλε βώλος, που θα τον πούμε "Μοντέλο" Το πράσινο δηλαδή είμαι εγώ, κόκκινο είναι τα θέλω μου, και το μπλε είναι το μοντέλο.

Οι γονείς μας είναι ο μπλε βώλος, ο Αϊνστάιν για κάποιους είναι ο μπλε βώλος, ο Σβαρτσενέγκερ για κάποιους άλλους, ο Ντόκινς, ο θειος που είναι το μαύρο πρόβατο στο σόι, όλοι είναι "μπλε βώλοι". Αν τον ξέρεις ή απλά έχεις μόνο διαβάσει γι' αυτόν, δεν έχει σημασία. Αυτό ονομάζεται "Μιμητική Επιθυμία". "Θέλω να γίνω Ωνάσης" λέγαμε παλιά, σήμερα λέμε θέλω να γίνω Bill Gates, ή Λεωνίδας, ή...

Γιατί μιλάμε ελληνικά; Επειδή μιμηθήκαμε το περιβάλλον μας, τους γονείς μας. Για τον ίδιο λόγο κλαίμε, γελάμε, αγκαλιάζουμε.... Μάθαμε να εκφραζόμαστε έτσι λόγω της μίμησης απ' τη βρεφική ηλικία. Τη πρώτη μίμησή μας, να βγάζουμε τη γλώσσα όταν τη βγάζει και κάποιος άλλος, την κάνουμε μόλις 42 λεπτά απ' όταν γεννηθούμε. Ναι, 42. :)

Αρχίζεις να γίνεσαι ΕΣΥ, όταν αρχίζεις να γίνεσαι κάποιος άλλος.... "Γεννιόμαστε" με το να κάνουμε μιμήσεις, άρα και η ανθρώπινη κοινωνία εξελίσσεται μέσω του μιμητισμού. Η "μιμητική κουλτούρα" (mimetic culture) είναι αυτό που μας ξεχωρίζει απ' τα ζώα, που μιμούνται με trial and error (episodic culture) αλλά αυτό είναι μια άλλη συζήτηση.

Σύμφωνα με τους ανθρωπολόγους, η κοινωνία μας εξελίχτηκε μιμούμενοι ο ένας τους "κόκκινους βώλους" των άλλων, μέχρι το σημείο που ξεκίνησαν οι φιλονικίες και οι τσακωμοί. Δεν είμαστε "μοναχικά" ζώα, και τη "Μαρία" μπορεί να τη θέλουν και ο πράσινος αλλά και ο μπλε βώλος. Η "Μαρία" μπορεί να είναι οτιδήποτε, ακόμα και η "Γη Χαναάν"...

Όσο μαζευόμασταν λοιπόν σε μεγαλύτερες κοινότητες, οι καβγάδες ήταν η λογική συνέχεια, και οι καβγάδες φέρνουν βία, και η βία φέρνει ανισορροπία στην ομάδα. Τι κάναμε σ' αυτήν την περίπτωση; Θυσιάζαμε μια κατσικά..... περίπου.

Ο μηχανισμός του Αποδιοπομπαίου Τράγου λέει ότι μπορείς να μεταθέσεις όλη αυτή την επιθετικότητα και τη βία σε κάποιον τρίτο, δεν έχει σημασία αν είναι αθώος, και να τον διώξεις απ’ την κοινότητα. Με τον καιρό, αυτός ο μηχανισμός πέρασε και στις θρησκείες όταν τις εφεύραμε, και τον χρησιμοποιούσαμε για οποιοδήποτε πρόβλημα. Κάνει σεισμούς; Φταίει ο Μήτσος που έκοψε τα νύχια του Παρασκευή. Ας τον κυνηγήσουμε να σταματήσουν οι σεισμοί... Αφήστε εμένα που βίαζα το κοριτσάκι επί χρόνια, εγώ θα κοινωνήσω κι όλα ΟΚ. Τον Μήτσο που ακούει ροκ να κυνηγήσουμε...

Ένας άθλιος και πρωτόγονος μηχανισμός, που φυσικά δεν φέρνει αποτελέσματα, όσους gay και να κάψεις δεν σταματάμε οι σεισμοί, αλλά επειδή λειτουργεί στο να φεύγει (προσωρινά) η επιθετικότητα στην ομάδα, που θα υπήρχε ούτως ή άλλως, χρησιμοποιήθηκε από "διάφορους" για να κυνηγήσουν όποιον ήθελαν να κυνηγήσουν. Προσωρινά δουλεύει, και για μια κοντόφθαλμη κοινωνία είναι όντως λειτουργικός. Μέχρι τον επόμενο σεισμό. Μέχρι να αυτοκτονήσει η επόμενη κοπέλα που θα πέσει στα χέρια αυτού του παπά....

Η κοντόφθαλμη κοινωνία όμως θα χρησιμοποιήσει και πάλι αυτόν τον μηχανισμό. Ο ίδιος ο παπάς θα τον χρησιμοποιήσει για να καλύψει την αλήθεια από τον όχλο και να σώσει το άθλιο τομάρι του. Είναι ο ΜΟΝΟΣ μηχανισμός που μπορεί να χρησιμοποιήσει.

Οι χριστιανοί εδώ και αιώνες κυνήγησαν ένα σωρό κόσμο. Αμέτρητες κοινωνικές ομάδες. Είναι όμως μόνο το συμφέρον της στιγμής, ή αυτό είναι Η ΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΥ; Χρησιμοποίησαν το μηχανισμό του αποδιοπομπαίου τράγου όπως κάνανε και οι άλλες θρησκείες πριν, ή η Ρώμη πήρε τον μηχανισμό του απ. τράγου και τον έκανε θρησκεία κανονική για να σταθεροποιηθεί μια αυτοκρατορία που βάραγε διάλυση; Μήπως το να βρίσκουμε συνέχεια αποδιοπομπαίους τράγους είναι στον χριστιανισμό μια "πρακτική", υπάρχει δεν υπάρχει πρόβλημα, για να έχει ο κόσμος να ασχολείται και να μην ασχολείται με πράγματα που ΘΑ ΕΠΡΕΠΕ να ασχολείται;

Ξέρουμε όλη την απάντηση και δεν χρειάζεται ανάλυση όταν μιλάμε για "αυτόν που θυσιάστηκε για εμάς" κι αν αναλογιστούμε τον ρόλο που παίζει η "αμαρτία". "Και τώρα τι θα γένουμε χωρίς βαρβάρους. Οι άνθρωποι αυτοί ήσαν μια κάποια λύσις." Είπε ο Καβάφης στο "Περιμένοντας τους Βαρβάρους", και ουσιαστικά τα είπε όλα. Τι κάνουμε; Εδώ είναι η ουσία. Ο μηχανισμός του αποδιοπομπαίου τράγου λειτουργεί μόνο όσο είμαστε πεπεισμένοι ότι ο "τράγος" όντως φταίει. Αν έστω και για μια στιγμή αναρωτηθούμε το αντίθετο, αρκεί για να φύγει ο καπνός και να φανεί η αληθινή βία που κρύβεται από πίσω. Τα αληθινά αίτια. Δύσκολο αυτό... Πολύ δύσκολο!

Όπως είπα τον μιμητισμό τον έχουμε στο DNA μας και όταν όλοι γύρω μας το πιστεύουν, συνήθως το πιστεύουμε κι εμείς. Φοβόμαστε τον "εξοστρακισμό" από την μικροκοινωνία μας. Σίγουρα πολλοί στο χωριό ήξεραν αλλά "φοβόντουσαν" να μιλήσουν. Δεν ήθελαν να "μπλέξουν". Είναι πολύ μοναχικό και δεν μας αρέσει η μοναξιά.

Ο Ντοστογέφσκυ, που κι αυτόν τον είχε εξορίσει η κοινωνία του, είχε γράψει "Είμαι ένας και είναι όλοι". Τα βιβλία του μεταφράστηκαν σε πάνω από 150 γλώσσες. Έγινε κι αυτός ένας "μπλε βώλος", ένα Μοντέλο, σε εκατομμύρια πράσινους βώλους. Έγινε δικός μου, όπως χιλιάδες άλλοι "μπλε βώλοι" απ’ όταν έχω γεννηθεί, μέσα στο πολύχρωμο βαζάκι με βώλους που λέγεται Νίκος. Αυτό είμαι πραγματικά.

Όσοι άντεξαν να διαβάσουν αυτό το "σεντόνι", έχουν πάρει έναν μικρό "μπλε βώλο" από μένα, όπως κι εγώ παίρνω από δεκάδες σχόλια που διαβάζω. Ο ένας έγινε μέρος του άλλου, κι όλοι μας είμαστε αυτό το άθροισμα βώλων.

Κατά μία έννοια λοιπόν, ο Ντοστογέφσκυ έκανε λάθος...
Δεν είσαι μόνος, ΕΙΣΑΙ ΟΛΟΙ.

Και το ίντερνετ, η επικοινωνία που μας έδωσε, αυτό το "παλιόπραμα του σατανά", μας κάνει και το νιώθουμε όλο και πιο πολύ. Φεύγουμε απ’ τις μικροκοινωνίες. Αν έχουμε ανοιχτό μυαλό θα φύγει το παραπέτασμα καπνού που λέγεται αποδιοπομπαίος τράγος. Και πρέπει να το λέμε, να το φωνάζουμε όταν ανακαλύψουμε τον πραγματικό ένοχο. Και δύναμη για να το επιτύχουμε αυτό, όπως και υποστήριξη τώρα πια που όλος ο πλανήτης κοντεύει να ενωθεί, είναι να θυμόμαστε πως...

Δεν είσαι ποτέ μόνος.

Είσαι όλοι!

Παρασκευή 6 Οκτωβρίου 2017

ΥΠΑΡΧΕΙ ΘΕΟΣ;


Πολλές φορές έτυχε να εμπλακώ σε συζητήσεις περί ύπαρξης θεού και πάντα ανακύπτει το ερώτημα «Πώς ξέρουμε ότι δεν υπάρχει θεός;»

Για να διαπιστώσουμε αν υπάρχει κάτι, θα πρέπει πρώτα να το ορίσουμε. Αν σας ρωτήσω αυτή τη στιγμή «Υπάρχουν βαλαστράφια;» το πρώτο που θα κάνετε θα είναι να με ρωτήσετε «Τι είναι τα βαλαστράφια;» και βάσει του ορισμού που θα σας δώσω, θα εξετάσετε το ενδεχόμενο ύπαρξής τους.

Προκειμένου για τον θεό, δεν υπάρχει ένας καθολικά αποδεκτός ορισμός. Είναι μια έννοια με την οποία όλοι είμαστε εξοικειωμένοι αλλά καθένας έχει μια δική του προσωπική ιδέα για το τι σημαίνει. Συνεπεία τούτου, είναι πρακτικά αδύνατον να απαντήσουμε στο ερώτημα «Υπάρχει θεός;» μια που καθένας έχει στο μυαλό του κάτι άλλο όταν λέει «Θεός». Γι’ αυτό το πρώτο πράγμα που πρέπει να κάνουμε σε μια συζήτηση περί ύπαρξης θεού είναι να συμφωνήσουμε σε έναν ορισμό αποδεκτό από όλους τους συζητητές και βάσει αυτού να προχωρήσουμε.

Τούτου λεχθέντος, μπορούμε να εξετάσουμε το ενδεχόμενο ύπαρξης θεού σε κάποιες βάσεις αν όχι καθολικά αποδεκτές, ωστόσο ευρύτατα καθιερωμένες: την άποψη των γνωστών θρησκευτικών δογμάτων για το τι είναι θεός. Τα θρησκευτικά δόγματα και οι θρησκευτικές παραδόσεις είναι η βασική, στην ουσία η μόνη πηγή πληροφόρησης που έχουμε περί της ύπαρξης θεοτήτων. Ως εκ τούτου είναι σκόπιμο να ασχοληθούμε με τους ορισμούς που δίνουν αυτά, καθώς όλοι οι γνωστοί μέχρι σήμερα θεοί περιγράφονται από τα θρησκευτικά δόγματα.

Στη βάση αυτή θέλω να ασχοληθώ πρώτα με το ενδεχόμενο ύπαρξης του χριστιανικού θεού, μια που ο χριστιανισμός είναι η πλέον διαδεδομένη θρησκεία στη χώρα που ζω και μία από τις πλέον διαδεδομένες του κόσμου.
 

Ο χριστιανικός θεός


Συχνά ακούμε ότι πρέπει να προσεγγίσουμε τον θεό «με την καρδιά» ή «με την πίστη». Προκειμένου όμως για μια αντικειμενική διαπίστωση ύπαρξης μιας οντότητας, είναι αναγκαίο να την προσεγγίσουμε με την λογική. Η λογική είναι το μόνο λειτουργικό εργαλείο κατανόησης του κόσμου, όπως έχουμε διαπιστώσει εμπειρικά. Η καρδιά, δηλαδή το συναίσθημα, είναι χρήσιμο για να σχετιζόμαστε με γνωστά υπαρκτά όντα, όχι για να αποκτάμε γνώση περί της ύπαρξής τους. Η πίστη είναι χρήσιμη για να αποκτάμε αυτοπεποίθηση και εμπιστοσύνη σε υπαρκτά όντα, όχι για να διαπιστώνουμε αν υπάρχουν.

Ο χριστιανικός θεός λογικά είναι αδύνατον να υπάρχει.

Aρκεί να σκεφτούμε ότι σε έναν κόσμο με φυσικές καταστροφές, ασθένειες, συγγενείς νόσους και εγγενή ανισότητα, αδικία και οδύνη, όπως είναι αυτός που ζούμε, είναι αδύνατον να υπάρχει πανάγαθος και παντοδύναμος δημιουργός που τον κυβερνά.

Τονίζω ότι όλα τα παραπάνω είναι εγγενή χαρακτηριστικά του κόσμου εκ της κατασκευής του και ΔΕΝ εξαρτώνται από την ανθρώπινη βούληση, άρα ΔΕΝ μπορούν να αποδοθούν σε συνέπειες ανθρώπινων πράξεων, κατά καμία έννοια.


Η ανισότητα και αδικία που αναφέρω δεν είναι η ανθρώπινη αδικία, αλλά η εγγενής ανισότητα και αδικία του κόσμου: δεν γεννιόμαστε όλοι με τις ίδιες ικανότητες, δεν έχουν όλα τα πλάσματα ίσες πιθανότητες επιβίωσης, οι ζωικοί οργανισμοί για την επιβίωσή τους είναι αναγκαίο να σκοτώσουν άλλους οργανισμούς. Η οδύνη είναι μέρος της φύσης του κόσμου που ζούμε, του κόσμου που υποτίθεται ότι έπλασε ο θεός.

Τίθεται συχνά το αντεπιχείρημα ότι ο κόσμος που ζούμε είναι γεμάτος εγγενές κακό και αδικία λόγω του προπατορικού αμαρτήματος.

Σε αυτό αντιτάσσω το εξής:

1. Το εγγενές κακό του κόσμου (μολυσματικές και παρασιτικές ασθένειες, εκ γενετής παραμορφώσεις, φυσικές καταστροφές κ.τ.ό.) δεν πλήττει μόνον ανθρώπους αλλά και ζώα. Γιατί να βιώνουν τα ζώα οδύνη ως συνέπεια του ανθρώπινου προπατορικού αμαρτήματος; Αυτά δεν διέπραξαν κανένα αμάρτημα.

2. Το προπατορικό αμάρτημα το διέπραξαν οι πρωτόπλαστοι, όχι οι απόγονοί τους. Γιατί τιμωρείται όλη η ανθρωπότητα για κάτι που διέπραξαν δύο άνθρωποι μόνο; Η ανθρώπινη δικαιοσύνη δεν τιμωρεί τους απογόνους για τις πράξεις των προγόνων τους. Πώς μπορεί η θεία δικαιοσύνη υπολείπεται της ανθρώπινης; Και πώς τολμάμε να ονομάζουμε αυτό δικαιοσύνη; Πώς το θεωρούμε δίκαιο όταν το κάνει ο Θεός, αφού δεν θα το θεωρούσαμε δίκαιο αν το έκαναν άνθρωποι;

Όσο για το επιχείρημα της ελεύθερης βούλησης που υποτίθεται ότι δικαιολογεί τη δυστυχία την οφειλόμενη σε ανθρώπινες πράξεις, έχω να πω το εξής:
1. Ο Θεός υποτίθεται ότι είναι πατέρας όλων, πανάγαθος και γεμάτος αγάπη. Αν ένας πατέρας δει το ένα του παιδί να χτυπά και να βασανίζει το άλλο, θα το εμποδίσει. Αν δεν το εμποδίσει, θα τον θεωρήσουμε κακό πατέρα, και η δικαιολογία της ελεύθερης βούλησης του παιδιού δεν θα γίνει δεκτή. Μπορεί ακόμη και να του αφαιρεθεί η επιμέλεια. Πώς δεχόμαστε ως σωστή και γεμάτη αγάπη την πράξη αυτή όταν την κάνει ο Θεός, ενώ δεν θα την δεχόμασταν αν την έκανε άνθρωπος; Ο Θεός είναι λιγότερο καλός πατέρας από τους ανθρώπους;

2. Ο Θεός υποτίθεται ότι είναι δίκαιος. Σύμφωνα με την ανθρώπινη αντίληψη για τη δικαιοσύνη, η διάπραξη του κακού πρέπει να προλαμβάνεται και να εμποδίζεται. Αυτή η πρόληψη δεν περιορίζει την ελεύθερη βούληση αυτού που διαπράττει το κακό, περιορίζει μόνο την υλοποίηση αυτής της βούλησης, και μάλιστα ο περιορισμός αυτός δεν θεωρείται ανεπιθύμητος, αντιθέτως θεωρείται επιθυμητός. Αυτό θεωρείται δίκαιο από τους ανθρώπους. Πώς μπορεί να θεωρηθεί λοιπόν δίκαιο και αυτό που κάνει ο Θεός, ενώ είναι το ακριβώς αντίθετο;

3. Εμποδίζοντας κάποιον να διαπράξει κάτι, δεν περιορίζουμε την βούλησή του αλλά τις ενέργειές του και μόνον. Αυτός που έχει τη βούληση να διαπράξει το κακό θα εξακολουθήσει να την έχει ακόμη κι αν τον εμποδίσουμε. Δεν θα περιοριστεί η ελευθερία βούλησής του. Το μόνο που θα περιοριστεί θα είναι οι συνέπειες των πράξεων στις οποίες τον οδηγεί η βούλησή του. Επομένως ο Θεός θα μπορούσε να εμποδίσει τη διάπραξη κακού από τους ανθρώπους, προστατεύοντας τα θύματα, χωρίς να περιορίσει την ελεύθερη βούληση των θυτών. Γιατί λοιπόν δεν το κάνει;

Σε όλα τα παραπάνω διακρίνεται ένα μοτίβο: άλλα ηθικά κριτήρια για τις πράξεις των ανθρώπων και άλλα για τις πράξεις του Θεού. Αυτό κατ' εμέ αποτελεί ασυνέπεια. Η ηθική θα πρέπει να είναι μία, συγκεκριμένη, και ίδια για όλους, προκειμένου να μπορούμε να αξιολογήσουμε ηθικά όλες τις καταστάσεις. Πολύ περισσότερο αν απορρέει από τον Θεό, που θα πρέπει να έχει μία σαφή και σταθερή ηθική. Η εφαρμογή διαφορετικών ηθικών κριτηρίων ανάλογα με το ποιος διαπράττει κάτι, στερεί κάθε νόημα από τα ηθικά αυτά κριτήρια.

Σε αυτά που ανέφερα, οι απολογητές συνήθως απαντούν:

1. ότι ακόμη και όσοι υπέφεραν και βασανίστηκαν σε αυτή τη ζωή θα ανταμειφθούν στην αιωνιότητα, και

2. ότι οι βουλές του Θεού είναι άγνωστες σε εμάς, ανεξιχνίαστες, ότι ο Θεός έχει ένα σχέδιο στο οποίο όλα καταλήγουν στο καλό μας.

Σε αυτά έχω να αντιτάξω το εξής:

1. Καμία ανταμοιβή, οσοδήποτε θαυμάσια και για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα, ακόμη και αιώνια, δεν δικαιολογεί την άδικη οδύνη η οποία μπορεί να αποφευχθεί. Και αν δεν μπορεί να αποφευχθεί, τότε ο ισχυρισμός ότι ο Θεός είναι δίκαιος, πανάγαθος και παντοδύναμος καταρρέει.

2. Εάν παραδεχτούμε οι βουλές του Θεού μας είναι άγνωστες και είναι ανεξιχνίαστες, δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι γνωρίζουμε με βεβαιότητα τις προθέσεις του. Επομένως δεν μπορούμε να δηλώνουμε με βεβαιότητα ότι είναι δίκαιος, αγαθός ή οτιδήποτε άλλο. Μπορεί να είναι, αλλά μπορεί και όχι, συνεπώς και πάλι ο ισχυρισμός ότι ο Θεός είναι δίκαιος, πανάγαθος και παντοδύναμος καταρρέει.

Άρα ο χριστιανικός θεός δεν υπάρχει.

Ο μουσουλμανικός θεός

Ας εξετάσουμε τώρα το ενδεχόμενο ύπαρξης του μουσουλμανικού θεού.

Εδώ τα πράγματα είναι ακόμη πιο εύκολα. Ο μουσουλμανικός θεός στο Κοράνιο χαρακτηρίζεται ως φιλεύσπλαχνος και παντελεήμων. Όλα τα κεφάλαια ξεκινούν με την εισαγωγή «Εις το όνομα του Αλλάχ, του Παντελεήμονα, του Πολυεύσπλαχνου». Στη συνέχεια όμως σε ορισμένες σούρες διαβάζουμε ότι ο Αλλάχ δίνει εντολή να σκοτώνονται λόγου χάρη οι αποστάτες ή οι άπιστοι που δεν θα δεχθούν να προσκυνήσουν τον Αλλάχ. Αν ένας άνθρωπος σκοτώσει έναν άλλον άνθρωπο λόγω των πεποιθήσεών του, θα τον θεωρήσουμε εγκληματία και θα τον καταδικάσουμε. Σε καμιά περίπτωση δεν θα τον θεωρήσουμε ελεήμονα και ευσπλαχνικό - υποψιάζομαι πως ακόμη και οι πλέον πωρωμένοι ισλαμιστές δεν θα θεωρούσαν μια τέτοια πράξη ευσπλαχνική. Ίσως να την θεωρούσαν δίκαιη, αλλά όχι ευσπλαχνική. Πώς θεωρούμε παντελεήμονα και πολυεύσπλαχνο έναν θεό που μας παροτρύνει σε άσπλαχνες πράξεις;

Και πάλι βλέπουμε εδώ το μοτίβο που είδαμε και στην άλλη μεγάλη μονοθεϊστική αβραμική θρησκεία: διπλά κριτήρια ηθικής, άλλα για τον άνθρωπο, άλλα για τον θεό. Ο θεός που περιγράφεται έχει ιδιότητες που αντιφάσκουν μεταξύ τους.

Επομένως τέτοιος θεός αποκλείεται να υπάρχει.

Ο εβραϊκός θεός

Όσο για τον εβραϊκό θεό, πρόδρομο του χριστιανικού και του μουσουλμανικού, μπορούμε να διαπιστώσουμε με παρόμοιο τρόπο ότι ούτε αυτός υπάρχει.

Πρόκειται για έναν θεό που διακηρύσσει ότι ένας συγκεκριμένος λαός είναι εκλεκτός σε σύγκριση με άλλους, ενώ στην πραγματικότητα βλέπουμε ότι ο λαός αυτός υπέφερε τα πάνδεινα σε συλλογικό επίπεδο και σε ατομικό επίπεδο προφανώς πολλά μέλη του λαού αυτού υποφέρουν και θα υποφέρουν από διάφορα δεινά, παρά το γεγονός ότι είναι οι υποτιθέμενοι εκλεκτοί του θεού. Επιπλέον, δεδομένου ότι είναι αδύνατον να εξασφαλιστεί η γενετική απομόνωση ενός λαού, και συγκεκριμένα στην περίπτωση των Εβραίων προφανώς δεν υπάρχει φυλετική καθαρότητα εφόσον έστω κι ένας τους έχει κάνει παιδιά με μη Εβραίους, δεν είναι δυνατόν να μιλάμε για έναν ενιαίο, αναγνωρίσιμο και οριοθετημένο λαό. Ο ιουδαϊσμός είναι περισσότερο παράδοση παρά φυλετική ενότητα. Επομένως ο περιούσιος λαός απλά δεν υφίσταται, παρά μόνο στην ανθρώπινη φαντασία.

Επιπλέον, στο ιερό βιβλίο των Εβραίων, που είναι και ιερό βιβλίο των χριστιανών καθώς έχει συμπεριληφθεί στην Αγία Γραφή, περιγράφεται ένας σκληρός, ανάλγητος, εγωιστής, ζηλόφθονος θεός, που δίνει εντολές για λιθοβολισμούς, που ευλογεί βιασμούς, που δέχεται την δουλεία και γενικά παραδίδει νόμους τόσο παράλογους, σκληρούς και άδικους με τα σημερινά δεδομένα ώστε αν τολμούσε σύγχρονος πολιτικός να τους προτείνει, δεν θα είχε πού να σταθεί από την γενική κατακραυγή. Αυτοί οι νόμοι προφανώς δεν εφαρμόζονται ούτε υπάρχει επιθυμία να εφαρμοστούν στον σύγχρονο κόσμο, ούτε καν στο κράτος του Ισραήλ, που δημιουργήθηκε ακριβώς για χάρη του περιούσιου αυτού λαού. Δεν έχουν σκλάβους, δεν λιθοβολούν μοιχαλίδες, δεν αναγκάζουν το θύμα του βιασμού να παντρευτεί τον βιαστή του - και καλά κάνουν βεβαίως, αλλά προφανώς δεν ζουν όπως επιτάσσει ο θεός που πιστεύουν. Πώς λοιπόν ισχυριζόμαστε ότι το βιβλίο αυτό είναι ιερό και περιέχει τον λόγο του θεού ενώ ταυτόχρονα απαξιώνουμε αυτόν τον λόγο στην πράξη;

Είναι φανερό από τα παραπάνω ότι ο θεός των τριών μεγάλων μονοθεϊστικών θρησκειών, των λεγόμενων και αβραμικών, δεν υπάρχει.

Άλλες θεότητες

Δεν σκοπεύω να μπω στη διαδικασία να ασχοληθώ με τον αν υπάρχει ο Δίας, ο Κρίσνα, ο Θωρ και άλλες γνωστές θεότητες. Όποιος ενδιαφέρεται μπορεί να ανέβει στον Μύτικα και αν δει ανάκτορο εκεί να μου γράψει και όποιος εντοπίσει την Βαλχάλα να με ενημερώσει να κλείσω εισιτήριο. Είναι νομίζω φανερό με ποια διαδικασία μπορούμε να διαπιστώσουμε αν υπάρχει ή δεν υπάρχει καθεμιά από τις γνωστές θεότητες των θρησκευτικών παραδόσεων: εξετάζοντας τα χαρακτηριστικά που τους αποδίδουν οι παραδόσεις αυτές σε σχέση με τα όσα γνωρίζουμε για την πραγματικότητα.

Και αν όμως υπάρχει κάποιος άλλος θεός;

Πολλοί θέλουν να πιστεύουν ότι, παρά το γεγονός ότι οι γνωστοί θεοί εμφανώς δεν υπάρχουν, ενδέχεται να υπάρχει παρ' όλ' αυτά κάποια άλλη οντότητα που να μπορεί να χαρακτηριστεί «θεός». Βεβαίως δεν έχουμε συμφωνία ως προς τα χαρακτηριστικά αυτής της οντότητας, καθένας την φαντάζεται όπως θέλει, επομένως δεν είναι εύκολο να εξετάσουμε αν υπάρχει ή όχι. Σε γενικές γραμμές πάντως για να την ονομάσουμε «θεό» θα πρέπει να έχει κάποια βασικά χαρακτηριστικά όπως αυτοσυνείδηση και βούληση, κατά πάσα πιθανότητα παντοδυναμία και παντογνωσία, να είναι δημιουργός του κόσμου και να ασκεί κάποιον έλεγχο πάνω στη λειτουργία του κόσμου.

Αντικειμενικά δεν υπάρχει τρόπος να αποδείξουμε ότι δεν υπάρχει μια τέτοια οντότητα. Μπορεί και να υπάρχει. Θα ήθελα όμως στο σημείο αυτό να σας ζητήσω να αναρωτηθείτε: γιατί να υποθέσουμε ότι υπάρχει τέτοια οντότητα; Η ύπαρξή της δεν εξηγεί τίποτε. Δεν μας βοηθά να κατανοήσουμε καλύτερα τον κόσμο. Λέγοντας ότι τον κόσμο τον έφτιαξε και τον ελέγχει ένας θεός δεν παίρνουμε απάντηση σε κανένα ερώτημα. Γεννιούνται απλώς νέα ερωτήματα όπως, πώς δημιουργήθηκε ο ίδιος ο θεός; Ποια η φύση του; Ποια τα χαρακτηριστικά του;

Γιατί λοιπόν να υποθέσουμε ότι υπάρχει τέτοιος θεός; Σκεφτείτε το λιγάκι. Πώς σας ήρθε η ιδέα αυτή; Μήπως επειδή ήδη υπάρχουν πάρα πολλές θρησκευτικές παραδόσεις με τις οποίες γαλουχηθήκαμε και οι οποίες θεωρούν δεδομένη την ύπαρξη θεού; Μήπως επειδή μας στοιχίζει να αποχωριστούμε την παρήγορη και μεγαλειώδη ιδέα της ύπαρξης ενός επουράνιου πατέρα; Μήπως τελικά δεν έχουμε κανέναν λόγο να υποθέσουμε την ύπαρξη κανενός θεού;

Βεβαίως δεν μπορούμε και να την αποκλείσουμε. Μπορεί και να υπάρχει θεός. Αλλά πρώτον δεν το γνωρίζουμε και δεύτερον γνωρίζουμε ότι οι θεοί των γνωστών θρησκειών δεν υπάρχουν, όπως αποδείξαμε προηγουμένως. Με αυτά τα δεδομένα, είναι τουλάχιστον άστοχο να δομούμε τη ζωή μας γύρω από την πεποίθηση ότι όντως υπάρχει και είναι απαράδεκτο να επιτρέπουμε σε θρησκείες να καθορίζουν τις αρχές μας και να ελέγχουν την κοινωνία μας.

Ο άγνωστος θεός

Κλείνοντας θέλω να αφιερώσω δυο λόγια στην διαδεδομένη άποψη ότι ο θεός είναι το σύμπαν, η φύση, η αγάπη ή άλλες παρόμοιες έννοιες. Είπα προηγουμένως ότι για να ονομαστεί «θεός» μια οντότητα θα πρέπει να έχει τουλάχιστον ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά, μεταξύ αυτών αυτοσυνείδηση και βούληση. Διαφορετικά δεν ανταποκρίνεται καθόλου σε καμία από τις περί θεού αντιλήψεις.

Το σύμπαν, η φύση και η αγάπη δεν πληρούν αυτό το κριτήριο. Δεν έχουν αυτοσυνείδηση, δεν έχουν βούληση. Η γενεσιουργός αιτία του κόσμου, εάν δεν ήταν συνειδητή και δεν ήταν αποτέλεσμα βούλησης, δεν μπορεί να χαρακτηριστεί δημιουργός, παρά μόνον απλό φυσικό αίτιο. Η δε αγάπη είναι απλώς ένα συναίσθημα, δεν είναι καν οντότητα. Όσο υπέροχη και μεγαλειώδης αν είναι η αγάπη, όπως και η ευσπλαχνία, η αλληλεγγύη, η αυτοθυσία, το δέος, είναι όλα τους απλώς συναισθήματα. Δεν είναι οντότητες με αυτοσυνείδηση και βούληση άρα δεν είναι θεοί.

Το σύμπαν, η φύση και η αγάπη έχουν ήδη όνομα: λέγονται σύμπαν, φύση και αγάπη. Δεν συντρέχει κανένας λόγος να τους δώσουμε το όνομα «θεός». Μόνο σύγχυση δημιουργούμε έτσι. Κατανοώ και εδώ την ανάγκη πολλών να διατηρήσουν έναν δεσμό με την έννοια του «θεού» που τους παραδόθηκε από αγαπημένα πρόσωπα και που τους προσφέρει παρηγοριά και γαλήνη, αλλά αυτή η ανάγκη δεν αποτελεί απόδειξη ύπαρξης του θεού.

Στην πορεία της ανθρωπότητας, η έννοια του θεού ερχόταν να καλύψει πάντα τα κενά της γνώσης. Όσο η γνώση μας διευρύνεται, τόσο τα κενά αυτά μικραίνουν και τόσο η έννοια του θεού συρρικνώνεται. Είναι δικαίωμα καθενός να πιστεύει ότι υπάρχει κάποιος θεός με χαρακτηριστικά τέτοια που δεν μας επιτρέπουν να τον εντοπίσουμε ή να διαπιστώσουμε την ύπαρξή τους. Δεν είναι όμως δικαίωμα κανενός να μας επιβάλλει να σεβαστούμε αυτή την άποψη, να την διδάξουμε στα παιδιά μας και να επιτρέψουμε να επηρεάζει την ζωή μας.

Πού καταλήγουμε λοιπόν, τελικά υπάρχει θεός;

Για την απάντηση σε αυτό το ερώτημα, αν δεν έχετε ήδη καταλήξει σε συμπέρασμα, σας παραπέμπω στην αγαπημένη μου ιστοσελίδα The Official God FAQ.

Επίλογος

Ως υστερόγραφο, μια παρατήρηση για τους χριστιανούς.

Συχνά ακούμε να εκθειάζεται ο χριστιανισμός επειδή «δίνει ηθικές αρχές» και επειδή «είναι η θρησκεία της αγάπης». Δεν θα σταθώ εδώ στο γεγονός ότι πολύ λίγη αγάπη εκδήλωσαν οι εκπρόσωποι αυτής της θρησκείας στη μακραίωνη ιστορία της, ούτε στην αναξιότητα των ιερουργών της αλλά και των περισσότερων πιστών της, που υπολείπονται κατά πολύ από το ιδανικό που υποτίθεται ότι προβάλλουν. Δεν θα αναφέρω ότι η αγάπη είναι πανανθρώπινο συναίσθημα και αξία και δεν αποτελεί ούτε εφεύρημα ούτε μονοπώλιο του χριστιανισμού. Ούτε θα υπενθυμίσω ότι οι περίφημες ηθικές αξίες που παραδίδει ο χριστιανισμός απέχουν παρασάγγες από τις σύγχρονες αξίες που υιοθετούν και ακολουθούν στην πράξη οι περισσότεροι υποτιθέμενοι χριστιανοί.

Θα επισημάνω μόνο το εξής:

Λέγοντας ότι ο χριστιανισμός είναι καλός επειδή είναι θρησκεία της αγάπης, στην ουσία κρίνουμε τον χριστιανισμό. Όταν κρίνουμε κάτι, προφανώς έχουμε κάποιο ηθικό αξιολογικό κριτήριο που προέρχεται από μια πηγή ξένη προς αυτό το κάτι. Το ότι κρίνουμε τον χριστιανισμό σημαίνει ότι έχουμε ήδη ηθικές αρχές που τις αποκτήσαμε από κάπου αλλού και όχι από τον χριστιανισμό.

Λέγοντας ότι ο χριστιανισμός είναι καλός επειδή είναι θρησκεία της αγάπης, στην ουσία λέμε ότι η αγάπη είναι αξία υψηλότερη του χριστιανισμού, αφού τον κρίνουμε με βάση αυτήν. Και αποδεικνύουμε περίτρανα ότι ούτε καν οι χριστιανοί δεν αντλούν ηθικές αρχές από τον χριστιανισμό, αφού τον κρίνουν και τον αξιολογούν. Αν θεωρούσαν όντως τον χριστιανισμό βάση των αρχών τους, δεν θα τον έκριναν.

Ειρήσθω εν παρόδω, προσωπικά δεν θεωρώ αξία την αγάπη και θεωρώ άστοχη την θεοποίησή της και την επιβολή της με μορφή εντολής. Η αγάπη είναι ένα υπέροχο συναίσθημα, αλλά γεννιέται αυθόρμητα, δεν επιβάλλεται. Επιπλέον, είναι ανθρωπίνως αδύνατον να νιώσουμε αγάπη για όλους τους ανθρώπους του κόσμου. Αγάπη νιώθουμε μόνο για τα οικεία μας πρόσωπα διότι έτσι λειτουργούν οι άνθρωποι. Το περίφημο «αγαπάτε αλλήλους» και «αγάπα τον πλησίον σου ως σεαυτόν» έχει νόημα μόνο σε πολύ μικρές ομάδες ανθρώπων, όπου μπορείς όντως να αγαπήσεις όλους τους άλλους, διότι είναι λίγοι και βρίσκονται όντως κοντά μεταξύ τους. Δεν μπορεί να γενικευθεί ως οδηγός ζωής. Το μόνο που πετυχαίνουμε γενικεύοντάς την και προσπαθώντας να αγαπάμε τους πάντες είναι να αποτυγχάνουμε οικτρά και να νιώθουμε ότι υπολειπόμαστε του ιδανικού.

Αντί της αγάπης, προτείνω ως αξία την αλληλεγγύη.

Η αλληλεγγύη, αντίθετα με την αγάπη, δεν είναι συναίσθημα αλλά συμπεριφορά. Ως τέτοια μπορεί να επιβληθεί και να καλλιεργηθεί. Μπορούμε να θέσουμε ως στόχο να φερόμαστε αλληλέγγυα, χωρίς αναγκαστικά να πρέπει να αγαπήσουμε τους πάντες. Ας βάλουμε λοιπόν στόχο, αν θέλετε, να γίνουμε όλοι αλληλέγγυοι και να μείνουμε όσο το δυνατόν πιστότεροι στις αξίες και τις αρχές του ανθρωπισμού, που αν μη τι άλλο είναι ρεαλιστικές και εκπορεύονται από τις πραγματικές ανθρώπινες δυνατότητες και ανάγκες.
 
~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~
 
Ενημέρωση 22/10/2022: προστέθηκε η ενότητα "Περί θαυμάτων" που συμπληρώνει το παρόν άρθρο.