Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ρατσισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ρατσισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 22 Μαΐου 2014

ΟΙ ΠΑΠΑΓΑΛΟΙ ΤΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ


Στα δεκαπέντε χρόνια που είμαι μέλος της Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας έχω καταφέρει να αναγνωρίζω λίγα είδη πουλιών από την εμφάνιση και τη συμπεριφορά και ακόμη λιγότερα από τη φωνή τους. Οι επιδόσεις μου δεν είναι και σπουδαίες, ιδίως αν αναλογιστεί κανείς ότι έχω κι ένα πτυχίο βιολογίας και έχω απολαύσει εκπαιδευτικές εκδρομές με το πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης στους περισσότερους μεγάλους υγροτόπους της Βόρειας Ελλάδας όπου διδάχτηκα επίσης να αναγνωρίζω αρκετά είδη πουλιών. Πελεκάνους και φλαμίνγκο τα ξεχωρίζει και τυφλός που λέει ο λόγος. Τους τρεις πιο κοινούς ερωδιούς με τα πολλά τους έμαθα. Τα χηνοπαπιά όμως παρέμειναν στο επίπεδο "α κοίτα μια πάπια!" και τα βουτηχτάρια, οι σκαλίδρες και τα παρόμοια στο επίπεδο "α κοίτα ένα πουλάκι". Μόνο την αλκυόνη ξεχωρίζω, από το χρώμα της που λέει και η διαφήμιση, από την διαπεραστική φωνή της και τα ξαφνικά χαμηλά πετάγματα πάνω από το νερό.

Αλλά τα πουλιά των υγροτόπων τα βλέπει κανείς στους υγρότοπους, και τέτοιους δεν έχει κοντά στο σπίτι μου. Έχει και άλλα εύκολα, πελαργοί λόγου χάρη, αλλά κι αυτοί κατοικοεδρεύουν μακριά από τη γειτονιά μου. Τα αρπακτικά για μένα χωρίζονται σε μικρά-μεσαία-μεγάλα, όπου τα μικρά συνήθως είναι βραχοκιρκίνεζα, τα μεσαία συνήθως είναι γερακίνες, και τα μεγάλα κάνας αετός στη χάση και στη φέξη, δηλαδή περίπου ποτέ. Γύπες και τέτοια είναι εύκολα αναγνωρίσιμα βέβαια, αλλά άντε να τα πετύχεις. Τα στρουθιόμορφα επίσης είναι όλα ίδια στα μάτια μου, με εξαίρεση τα σπιτοσπουργίτια, αν τα βλέπω από αρκετά κοντά. Εντάξει, υπερβάλλω, ξεχωρίζω και κάνα σκαρθάκι, ακόμη και κάνα φυλλοσκόπο, και βασιλίσκο άμα τον δω από κοντά λόγω χρωμάτων και μεγέθους. Ξεχωρίζω και τις σουσουράδες, λόγω ουράς και χρωμάτων.

Μετά είναι τα κοτσύφια και οι καρακάξες που ζουν ανάμεσά μας, τα χελιδόνια και οι σταχτάρες που γεμίζουν τον ουρανό το σούρουπο, οι αιγαιόγλαροι που όλοι βλέπουμε στις παραλίες διαρκώς και που ξεπέφτουν κατά τη γειτονιά μου όταν έχει κακοκαιρία, επειδή περνάνε από δω για να πάνε στη χωματερή να βρουν τίποτε να φάνε... ε αυτά πάνω κάτω. Άμα πάω καμιά εκδρομή στα πέριξ αλσύλλια μπορεί να πάρει το μάτι μου καμιά κίσσα, που την ξεχωρίζω από τα γαλάζια φτερά στο πλάι, και κάναν τσαλαπετεινό, με το λοφίο και τα ασπρόμαυρα φτερά στις άκρες. Κάποτε πέτυχα έναν σπίνο στην Πάρνηθα, αλλά δεν τον αναγνώρισα παρά μόνο αφού γύρισα σπίτι και κοίταξα το βιβλίο μου.

Φαντάζεστε λοιπόν τη χαρά και την ικανοποίησή μου όταν καταφέρνω να αναγνωρίσω ένα είδος πουλιού - οποιοδήποτε. Ένα παραπάνω φυσικά αν είναι ασυνήθιστο - και αυτό είναι. Ή μάλλον δεν είναι πια. Είναι πολύ συνηθισμένο σε χώρες μακρινές. Στη δική μας χώρα ζει μόνο μέσα σε κλουβιά. Ζούσε, δηλαδή, γιατί τώρα πλέον, εδώ και κάμποσα χρόνια, ζει κι ελεύθερο. Θες τα αμόλησαν τίποτε πονόψυχοι, θες τα παράτησαν τίποτε ανεύθυνοι, θες το έσκασαν μοναχά τους, θες λίγο απ' όλα - πάντως κατάφεραν να προσαρμοστούν και ζουν πλέον ελεύθερα εδώ, μάλιστα φωλιάζουν κιόλας, αναπαράγονται δηλαδή, κι έχει γεμίσει ο τόπος πλέον από δαύτα. Εγκλιματίστηκαν πλήρως, πήραν την ιθαγένεια, πολιτογραφήθηκαν - αφού τα αναφέρει πλέον και ο Οδηγός Πουλιών της Ελλάδας. 

Πρόκειται για έναν μικρόσωμο πράσινο παπαγάλο μεσαίου μεγέθους, απ' αυτά που οι άγγλοι λένε parakeet. Psittacula krameri το επιστημονικό του, ο οδηγός πουλιών το λέει Πράσινο Παπαγάλο στα ελληνικά. Πράσινος πράγματι, καταπράσινος μάλιστα, σαν φρέσκο φύλλο. Μόνο το κόκκινο ράμφος ξεχωρίζει. Τα αρσενικά έχουν και λίγο πορτοκαλί στο λαιμό, αλλά άντε να το δεις, ιδίως όταν πετάει. Αναγνωρίζεται πολύ εύκολα, πρώτον επειδή δεν έχουμε άλλους παπαγάλους στην Ελλάδα, δεύτερον από το ανοιχτοπράσινο χρώμα και τη μακριά λεπτή ουρά, κυρίως όμως από το χαρακτηριστικό του κρώξιμο. Εγώ τουλάχιστον έτσι τον παίρνω πρέφα πάντοτε: ακούω ένα οξύ λαρυγγικό κααα!, σηκώνω το κεφάλι, και να τος! 



Πριν λίγους μήνες, αρχές φθινοπώρου, έβλεπα τακτικά στη γειτονιά μου τέσσερις από δαύτους. Υπέθεσα ότι θα ήταν δύο ζευγάρια, τρέχα γύρευε όμως. Τους έβλεπα άλλοτε να πετάνε τριγύρω, άλλοτε καθισμένους σε δέντρα, άλλοτε όλους μαζί, άλλοτε τους δύο, άλλοτε έναν μονάχα. Ύστερα άρχισα να βλέπω έναν παπαγάλο, δεν ξέρω αν πάντα τον ίδιον ή άλλον κάθε φορά, σε δέντρα κοντά στις γραμμές του τραίνου, αρχικά προς Μαρούσι μεριά, κι ύστερα προς Κηφισιά. Τελευταία τον βλέπω σχεδόν πάντα όποτε πάω στο σταθμό του τραίνου στην Κηφισιά, κουρνιασμένο σε μια ψηλή λεύκα από την κάτω μεριά του σταθμού, σχεδόν αόρατο με το πράσινο χρώμα του μέσα στα φύλλα. 

Και κάθε φορά που τον ακούω και τον βλέπω, νιώθω την καρδιά μου να σκιρτάει.

Μου δίνει μεγάλη χαρά η παρουσία αυτών των παπαγάλων στην γειτονιά. Δεν ξέρω γιατί. Ίσως επειδή τους αναγνωρίζω εύκολα και χαίρομαι. Ίσως επειδή είναι όμορφοι. Ίσως και για ιδεολογικούς λόγους. Μου αρέσει, βλέπετε, η ιστορία τους. Τους κουβάλησαν εδώ παρά τη θέλησή τους, αιχμάλωτους σε κλουβιά, για την αναψυχή των ανθρώπων. Ποιος ξέρει πόσοι και πόσο ταλαιπωρήθηκαν και υπέφεραν, ποιος ξέρει πόσοι πέθαναν στην πορεία αυτή. Όπως οι ιθαγενείς της Αγκόλα, το Κόνγκο, τη Σιέρρα Λεόνα, τη Σενεγάλη, έτσι κι αυτοί αιχμαλωτίστηκαν και μεταφέρθηκαν μακριά από την πατρίδα τους, έτσι κι αυτοί κατάφεραν να ελευθερωθούν, είτε με δικές τους προσπάθειες, είτε με τη βοήθεια ανθρώπων που πίστευαν στην ελευθερία, έτσι κι αυτοί έμειναν στον τόπο που βρίσκονταν και έφτιαξαν εκεί μια νέα πατρίδα, την έκαναν κομμάτι τους και έγιναν κομμάτι της, τόσο που να μην μπορεί κανείς πια να φανταστεί τη Βραζιλία ή τις Η.Π.Α. χωρίς νέγρους και τα πάρκα της Αθήνας χωρίς πράσινους παπαγάλους.

Οι παπαγάλοι αυτοί έχουν προσαρμοστεί θαυμάσια στη Μεσογειακή ζώνη αλλά και σε όλη την Ευρώπη. Ζουν ελεύθεροι πλέον εδώ και χρόνια μέχρι την Αίγυπτο και το Ισραήλ προς νότον και μέχρι την Αγγλία προς βορράν. Για ακούσιοι μετανάστες τα πήγαν μια χαρά, δεν μπορείτε να πείτε!

Είπα παραπάνω ότι δεν έχουμε άλλους παπαγάλους στην Ελλάδα - αυτό δεν είναι απολύτως αλήθεια. Εκτός από τους πράσινους φίλους και συμπολίτες μας, υπάρχουν και οι Γκριζοπρόσωποι Παπαγάλοι, Myopsitta monachus, επίσης μεσαίου μεγέθους, επίσης πράσινοι αλλά με κίτρινο ράμφος και λίγο μπλε στην άκρη της φτερούγας, που έχουν θεαθεί σε λίγα πάρκα της Αττικής και ίσως φωλιάζουν πλέον κι αυτοί εδώ. 

Οι μετανάστες πληθαίνουν, αγαπητοί μου συμπολίτες. Ζουν ανάμεσά μας. Κάποιες συνθήκες συνέβαλλαν στο να βρεθούν εδώ, συνθήκες που βρίσκονται έξω από τον έλεγχό τους και τον δικό μας. Τώρα η πατρίδα μας είναι και δική τους, τώρα είναι κι αυτοί κομμάτι της πατρίδας μας. Μπορούμε να το αρνούμαστε και να αποστρέφουμε το βλέμμα, μπορούμε να τους αγκαλιάσουμε και να τους κάνουμε κομμάτι μας. 

Τι από τα δύο λέτε να δίνει μεγαλύτερη χαρά;

Παρασκευή 12 Οκτωβρίου 2012

ΕΙΜΑΙ ΕΔΩ ΚΙ ΕΔΩ ΘΑ ΜΕΙΝΩ

Χτες το βράδυ ξεκίνησα να πάω να δω το Corpus Christi. Ο λόγος που θέλησα να πάω να παρακολουθήσω την συγκεκριμένη παράσταση ήταν η επιθυμία μου να στηρίξω το δικαίωμα των δημιουργών της στην ελεύθερη έκφραση. Δεν φανταζόμουν ωστόσο πως θα αντιμετώπιζα τόσες δυσκολίες και κινδύνους σε αυτό το απλό εγχείρημα.

Πήρα το μετρό, κατέβηκα στον Κεραμεικό και κατευθύνθηκα από Κωνσταντινουπόλεως προς Ιερά οδό, όπου βρίσκεται το θέατρο. Όμως ήδη από την προηγούμενη διασταύρωση είδα μεγάλο πλήθος συγκεντρωμένο και ΜΑΤ που εμπόδιζαν τη διέλευση. Έστριψα λοιπόν δεξιά και βγήκα Ιερά οδό από το προηγούμενο στενό. Μπροστά στο θέατρο υπήρχε συγκεντρωμένο άλλο πλήθος και άλλος κλοιός των ΜΑΤ που τους εμπόδιζε να πλησιάσουν. Πίσω από τον κλοιό υπήρχαν μερικοί πολίτες: ιερείς, μοναχοί, μια κυρία με μαντίλι στο κεφάλι και μερικοί άντρες με κοστούμια, τρεις εκ των οποίων, όπως έμαθα μετά, ήταν βουλευτές της Χρυσής Αυγής.
Ο αέρας μύριζε δακρυγόνο, τα μάτια έτσουζαν, ωστόσο γενικά επικρατούσε σχετική ηρεμία. Πλησίασα τους αστυνομικούς και είπα ότι θέλω να περάσω για να μπω στο θέατρο.
- Φύγετε κυρία μου. Φύγετε σας παρακαλώ.
- Δεν θα γίνει η παράσταση;
- Δεν ξέρουμε. Σας παρακαλώ κάντε πίσω.
Έκανα λίγο πίσω, αλλά δεν έφυγα. Προσπάθησα μάταια να εντοπίσω τους φίλους με τους οποίους είχαμε κανονίσει να συναντηθούμε εκεί. Έφερα βόλτα τον κλοιό, προσπαθώντας να περάσω, εξηγώντας ότι θέλω να μπω στο θέατρο για να δω την παράσταση, μάταια όμως. Οι προσπάθειές μου αυτές, καθώς και η μπλούζα με το σήμα της Ένωσης Άθεων που φορούσα, τράβηξαν την προσοχή των διαδηλωτών που άρχισαν να σχολιάζουν:
- Τι θέλει αυτή; Να δει τη παράσταση;
- Λεσβία είναι και θέλει να δει τις αδερφάρες;
- Κοίτα τι γράφει η μπλούζα! Ένωση Άθεων!
- Άθεη είναι!
Το ενδιαφέρον τους στράφηκε πάνω μου και ξεκίνησαν πολλές κουβέντες, οι περισσότερες γεμάτες ένταση. Λογικά άλματα, ύβρεις και απειλές χαρακτήριζαν το μεγαλύτερο μέρος των διαλόγων. Προσπάθησα να κρατηθώ ήρεμη και σταθερή, να απαντώ λογικά και ψύχραιμα, να διατηρήσω την επαφή με τους συνομιλητές μου, και τα κατάφερα, δεν μπορώ να πω το ίδιο όμως για εκείνους. Θα προσπαθήσω να μεταφέρω εδώ μέρος των διαλόγων, ανάκατα γιατί δεν μπορώ πια να θυμηθώ με ακρίβεια ποιος είπε τι, με λίγες εξαιρέσεις.
- Άντε από δω χάμω, κουμούνι του κερατά!
- Τι ήρθες τις δεις τις αδερφάρες; Λεσβία είσαι;
- Δεν σε αφορά.
- Λεσβία είναι μωρέ, δεν την βλέπεις; Δεν έχεις άντρα μαζί σου, δεν έχεις παιδιά ούτε εγγόνια, λεσβία είσαι!
- Κοίτα τη μπλούζα, είναι άθεη! Ουστ από δω μωρή!
- Θέλω να δω το έργο.
- Τις αδερφάρες θες να δεις; Είναι αδερφάρες! Ανώμαλοι!
- Βρίζουν το χριστό μας, την παναγία μας!
- Πού το ξέρετε; Το είδατε το έργο;
- Όχι, αλλά μου το είπαν. Μου είπαν ότι βρίζει το χριστό μας. Πρέπει να απαγορευτεί!
- Αν δεν θέλετε, μην δείτε το έργο. Εγώ γιατί να μην το δω;
- Βλασφημούν το θεό μας! Εμείς έχουμε τον έναν αληθινό θεό!
- Θα ρίξει ο θεός κεραυνό να σε κάψει! Θα δεις τι θα σας κάνει ο θεός!
- Αφού λοιπόν θα το κάνει ο θεός, εσείς γιατί ασχολείστε; Πάτε σπίτια σας να ξεκουραστείτε και εμπιστευτείτε τον θεό.
- Θα πας στην κόλαση!
- Δεν υπάρχει θεός, ούτε κόλαση.
- Δεν υπάρχει; Ε δεν μιλάω μαζί σου, δεν αξίζεις τον κόπο.
- Εγώ θέλω να μιλήσουμε. Πιστεύω ότι αξίζεις τον κόπο.
- Άντε καλέ, μην ασχολείσαι μαζί της, δεν αξίζει, ένα σκουπίδι είναι!
- Φύγε από δω, Αλβανή!
- Ελληνίδα είμαι.
- Ελληνίδα; Αμ' δεν κάνουν τέτοια οι ελληνίδες! Αλβανή είσαι!
- Είσαι σκουπίδι! Ο θεός να σε ελεήσει.
- Αυτή τώρα είναι η θρησκεία της αγάπης;
- Ο χριστός έδιωξε τους αργυραμοιβούς από το ναό του με το φραγγέλιο! Έτσι κι εμείς θα διώξουμε εσάς!
- Δεν είναι ναός εδώ, θέατρο είναι, εσείς είστε που εμποδίζετε εμάς, όχι το αντίθετο.
- Ο χριστός είπε "δεν ήρθα να φέρω αγάπη, αλλά διχόνοια", είπε "φέρτε τους εχθρούς μου και σφάξτε τους εμπρός μου"!
- Δηλαδή θα ήθελες να με σφάξεις;
- Άκου να δεις μωρή, εμείς είμαστε έλληνες χριστιανοί φασίστες! Το 90% στην Ελλάδα είναι χριστιανοί φασίστες, κατάλαβες; Φασιστικά έχω το δικαίωμα να σου πω να φύγεις!
- Φασιστικά έχεις τη δύναμη, όχι το δικαίωμα.
Κι άλλες φωνές, κι άλλες βρισιές, κι άλλος παραλογισμός. Τυφλή οργή και μίσος, λεκτικές επιθέσεις γεμάτες χολή. Είσαι αγάμητη, είσαι κακογαμημένη, είσαι γυναίκα και το θέλεις το ξύλο σου, πού 'σαι ρε Παπαδόπουλε... Πιο φανατισμένες φαίνονταν οι γυναίκες, το πιο πολύ μεσόκοπες, αλλά και μερικές ηλικιωμένες και νέες. Η κυρία με το μαντίλι στο κεφάλι που βρισκόταν κοντά στους βουλευτές ήταν απο τις πιο οργίλες. Όταν μου μιλούσε στεκόταν τόσο κοντά μου, που πετάγονταν τα σάλια της στο πρόσωπό μου. Της είπα πολλές φορές, πολύ ήρεμα:
- Σε παρακαλώ, κάνε ένα βηματάκι πίσω. Σε παρακαλώ, μίλα πιο σιγά, να σε ακούω καλύτερα.
Μάταιος κόπος. Τα ίδια και με τον κύριο που διατεινόταν ότι "το 90% είμαστε χριστιανοί φασίστες".
- Μίλα πιο σιγά, να χαρείς. Δεν μπορώ να σε ακούσω καλά έτσι.
- Έχω στεντόρεια φωνή!

Θα ήθελα να μπορούσα να τους πω: δεν είμαι λεσβία, αλλά κι αν ήμουν, τι θα πείραζε; Έχω άντρα και παιδί, αλλά κι αν δεν είχα, τι θα πείραζε; Δεν είμαι Αλβανή, αλλά κι αν ήμουν, τι θα πείραζε; Δεν είμαι κομμουνίστρια, αλλά κι αν ήμουν, τι θα πείραζε; Δεν πιστεύω στο θεό, αλλά τι πειράζει; Κάποιοι άνθρωποι έχουν για το θεό και το χριστό και την παναγία άλλη άποψη από εσάς, τι πειράζει; Ζητάτε σεβασμό στο δικαίωμά σας να πιστεύετε στο θεό όπως εσείς θέλετε, γιατί δεν σέβεστε το δικαίωμα των άλλων να πιστεύουν με άλλο τρόπο ή να μην πιστεύουν καθόλου;

Στο αναμεταξύ ο κλοιός είχε χαλαρώσει. Προσπάθησα ξανά να πλησιάσω στο θέατρο. Μέσα από την κλειστή καγκελόπορτα είδα έναν άνθρωπο να έρχεται προς το μέρος μας. Υπέθεσα ότι ήταν κάποιος από τους συντελεστές που ερχόταν να ανοίξει για να μπει το κοινό. Έκανα να του μιλήσω, αλλά ένας ψηλός, παχύς, σωματώδης άντρας - ήταν ο Ηλίας Παναγιώταρος, βουλευτής της Χρυσής Αυγής, όπως πληροφορήθηκα μετά - ήρθε προς το μέρος μου και μου είπε να φύγω.
- Δεν θέλω να φύγω, θέλω να δω την παράσταση.
- Βρε άντε φύγε από δω, παλιολεσβία, βρωμοκομμούνι, άντε μην φας καμία!
Ήταν αδύνατον να τον παρακάμψω, με απωθούσε με το σώμα του, προχωρόντας κατά πάνω μου, αναγκάζοντάς με να υποχωρήσω. Ένας άλλος άντρας που ήταν μαζί του με πλησίασε και με απώθησε κι εκείνος, σωματικά και λεκτικά. Ακούμπησε πάνω μου και με έσπρωξε με το σώμα του. Πολλοί παρευρισκόμενοι με παρότρυναν να απομακρυνθώ.
- Φύγε από δω, άντε τώρα, άντε τώρα μη φας ξύλο, δεν βλέπεις τι γίνεται;
- Δεν θέλω να φύγω. Δεν θέλω να υποχωρήσω μπροστά στη βία. Έχω δικαίωμα να βρίσκομαι εδώ, έχω δικαίωμα να δω το έργο.

Προσπαθούσα να μείνω σταθερή στη θέση μου, προσπαθούσα να συζητήσω, αλλά μάταια. Το θέατρο πάντα κλειστό και τα ΜΑΤ μπροστά. Οι φίλοι μου άφαντοι. Όσο κι αν ήθελα να μείνω ήρεμη, ένιωθα ταραγμένη, όλο και πιο μόνη και κουρασμένη. Κάποια στιγμή υποχώρησα στο περίπτερο που βρισκόταν λίγα μέτρα από την είσοδο. Χώθηκα στο πίσω μέρος, ανάμεσα σε στίβες με περιοδικά και γαριδάκια. Εκεί βρισκόταν και ένα ζευγάρι που είχε έρθει να δει την παράσταση και είχε καταφύγει όπως κι εγώ στην ασφάλεια του περιπτέρου. Μίλησα μαζί τους, μια ήρεμη, λογική και συγκροτημένη κουβέντα. Η παρουσία τους μου έκανε πολύ καλό, σύντομα ένιωσα καλύτερα, η ταχυπαλμία μου καταλάγιασε.

Πιάσαμε κουβέντα, σχολιάσαμε την μισαλλοδοξία και την τύφλωση των φανατικών. Αναρωτηθήκαμε γιατί βρίσκονταν εκεί τρεις βουλευτές της Χρυσής Αυγής - Παναγιώταρος, Λαγός, Παππάς - και κανένας βουλευτής άλλων κομμάτων; Γιατί έδιναν το παρόν μόνο φανατικοί θρησκόληπτοι και κανένας υπέρμαχος του πνεύματος και της ελεύθερης έκφρασης; Κάναμε κάποια τηλεφωνήματα σε ραδιοσταθμούς και δημοσιογράφους, παρακαλώντας να ενημερώσουν όσο περισσότερα ΜΜΕ και πολιτικούς μπορούσαν για την κατάσταση που επικρατούσε εκεί.

Μετά από λίγη ώρα βγήκαμε πάλι προς τα έξω. Το ίδιο μοτίβο επαναλαμβανόταν κάθε τόσο. Ο κλοιός σχηματίστηκε πάλι. Τα ΜΑΤ απωθούσαν τους πάντες, εκτός από τους βουλευτές που βρίσκονταν μέσα του. Κάποια στιγμή έγινε μια αναταραχή, οι δημοσιογράφοι πετάχτηκαν πάνω, οι κάμερες πλησίασαν: είχαν έρθει κάποιοι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ και της ΔΗΜΑΡ. Σίγουρα ήταν οι Τατσόπουλος, Ρεπούση και Κατριβάνου, άκουσα και για τον Δρίτσα αλλά δεν είμαι σίγουρη, δεν τους γνωρίζω άλλωστε όλους εξ όψεως. Έγιναν δηλώσεις, έγιναν κουβέντες για να ανοίξει το θέατρο να μπουν μόνον οι βουλευτές, "για να μην τους περάσει" των διαδηλωτών. Τι να μην τους περάσει, σκέφτηκα, το θέμα είναι να μπει το κοινό, να γίνει η παράσταση, αν μπουν μόνον οι βουλευτές, σιγά το κατόρθωμα.

Η ώρα περνούσε, η κατάσταση σταθερή. Ακούστηκε ότι οι συντελεστές φοβούνταν - και δικαίως, κατά τη γνώμη μου - ότι αν άνοιγαν τις πόρτες στο κοινό, ενδεχομένως να έμπαιναν και θρησκόληπτοι διαδηλωτές με την πρόφαση ότι θέλουν να δουν το έργο, και να δημιουργούσαν προβλήματα μετά, με πρώτους κατά πάσα πιθανότητα τους ίδιους τους βουλευτές της Χρυσής Αυγής. Έτσι οι πόρτες δεν άνοιγαν, οι διαδηλωτές δεν έφευγαν, ούτε κι εμείς άλλωστε. Ρωτούσαμε κάθε τόσο τους αστυνομικούς αν θα γινόταν η παράσταση, και η απάντηση ήταν σταθερά "δεν ξέρουμε ακόμη". Είδα κάποια στιγμή την Ιωάννα Κούρτοβικ μπροστά μου να λέει στους αστυνομικούς:
- Αυτοί οι άνθρωποι εδώ δεν προκαλούν διατάραξη της δημόσιας τάξης; Γιατί δεν τους απομακρύνετε; Γιατί δεν κάνετε κάτι;
Δεν άκουσα την απάντηση, αλλά την είδα έμπρακτα: τίποτε.

Ένιωθα μετέωρη. Στην αρχή δεν ένιωθα φόβο, αλλά με το πέρασμα της ώρας, υπήρξαν στιγμές που λιποψύχησα. Θυμήθηκα τον άντρα μου, που πάντα ανησυχεί: μην πέσω σε φανατικούς, μην πάθω τίποτα, μην φάω ξύλο. Σκέφτηκα το παιδί μου, που θα κοιμόταν ήσυχο στο σπίτι. Κι αν στ' αλήθεια με χτυπούσαν; Κι αν γίνονταν επειδόσια και μας μάζευαν όλους στις κλούβες; Κι αν δεν μπορούσα να ξαπλώσω απόψε αγκαλιά με τον άντρα μου, κι αν δεν μπορούσα να ξυπνήσω αύριο το παιδί μου για να πάει στο σχολείο; Μπήκα στον πειρασμό να φύγω - αλλά είπα, όχι. Δεν θα τους επιτρέψω να με διώξουν, δεν θα τους αφήσω να με τρομοκρατήσουν. Θα μείνω εδώ, και θα μιλήσω μαζί τους όσο αντέχω, και θα ξεκουραστώ και μετά θα μιλήσω ξανά, κι ας μην ακούνε, ας μοιάζουν να μην ακούνε, ας αρνούνται να ακούσουν. Γιατί όλο και κάποιος μπορεί να ακούσει έστω μια κουβέντα, γιατί όλο και κάποιος μπορεί να κρατήσει κάτι μέσα του, αν όχι από αυτούς, από όσους παρακολουθούν τη συζήτηση. Γιατί ακόμη κι αν κανείς δεν με ακούσει, εγώ θα νιώθω καλά με τον εαυτό μου μόνο αν μιλήσω, μόνο αν σταθώ και τους αντιμετωπίσω. Ήρεμα, ευγενικά και σταθερά.

Εν τω μεταξύ βρήκα μερικούς από τους φίλους μου. Κάποια στιγμή φάνηκε ένας γνωστός μου, ύστερα κι άλλος. Άρχισαν πάλι οι συζητήσεις, με δημοσιογράφους, με γνωστούς και αγνώστους, με υποψήφιους θεατές και με διαδηλωτές. Έπιασα κουβέντα με έναν κύριο που είχε έρθει να διαμαρτυρηθεί κατά της παράστασης.
- Το έργο αυτό προσβάλει τον χριστό.
- Τι να σας πω, δεν το ξέρω, δεν το έχω δει.
- Εγώ το έχω δει. Δεν κρίνω κάτι αν δεν το δω.
- Μα τότε γιατί μας στερείτε το δικαίωμα να δούμε κι εμείς και να κρίνουμε μόνοι μας;
- Εγώ σας το στερώ;
- Βέβαια, αφού δεν μας αφήνετε να το δούμε!
- Πώς δεν σας αφήνω; Πάτε να το δείτε.
- Μα δεν ζητάτε να απαγορευτεί;
- Ναι, ζητάω να απαγορευτεί.
- Γιατί το ζητάτε;
- Γιατί προσβάλει το χριστό και την παναγία!
- Δεν μου το περιγράφετε, να ξέρω κι εγώ τι ακριβώς δείχνει;
- Δείχνει τον χριστό πάνω στον σταυρό και τους δώδεκα αποστόλους να χορεύουν, δείχνει τον Ιούδα με τον χριστό, ότι είχε σχέση ο Ιούδας με τον χριστό, μιλάει για σχέσεις ανάμεσα σε άντρες, δείχνει την παναγία ότι είναι έγκυος και πάει να γεννήσει, ένας άντρας παίζει την παναγία, της λένε πού είναι ο άντρας σου και λέει πήγε να παρκάρει...
- Δείχνει μια άλλη άποψη για τον χριστό και την παναγία, όχι την δική σας.
- Είναι βλάσφημο το έργο! Βλασφημεί την πίστη μου!
- Και γιατί να μην το κάνει;
Εκεί ο κύριος μπλόκαρε. Ως εκείνη την ώρα, ήταν ήρεμος και συζητήσιμος. Εκεί τσίτωσε.
- Τι λες εκεί; Γιατί να μην βλασφημεί; Πώς γιατί;
- Η βλασφημία είναι αμφισβήτηση του δόγματος. Εσύ αν δεν θέλεις μην το αμφισβητείς. Ένας άλλος  γιατί να μην το αμφισβητήσει; Εσύ πιστεύεις, εγώ που δεν πιστεύω, γιατί να μην το αμφισβητήσω;
- Δηλαδή δεν πιστεύεις στο θεό;
- Όχι.
- Ε τότε δεν μιλάμε! Δεν πιστεύουμε τα ίδια!
Γύρισε την πλάτη του και απομακρύνθηκε με μεγάλες δρασκελιές.
- Δεν πιστεύουμε τα ίδια, αλλά μπορούμε να μιλήσουμε!
- Δεν μπορούμε!
- Πρέπει να μπορούμε! Είμαστε συνάνθρωποι, συμπολίτες, ζούμε στην ίδια χώρα, στον ίδιο πλανήτη. Πρέπει να μπορούμε να συνεννοηθούμε!
Κι όμως, δεν μπορέσαμε.

Κι άλλοι άνθρωποι, κι άλλες κουβέντες.
- Γιατί βρίζετε το χριστό μας; Θέλετε να βρίσουμε εμείς τη μάνα σας;
- Δεν βρίζω κανέναν, θέλω μόνο να δω το έργο.
- Το έργο βρίζει τον χριστό μας. Θέλεις να δείξω εγώ ένα έργο που να βρίζει τη μάνα σου;
- Η μάνα μου, όπως και η δική σου, είναι υπαρκτά πρόσωπα. Ο χριστός και η παναγία είναι ιδέες, υπάρχουν μόνο μέσα στο κεφάλι σου.
- Τι λες εκεί! Ο χριστός είναι αδελφός μου!
- Άλλο ο αδελφός σου, άλλο ο χριστός. Ο ένας είναι άνθρωπος, ο άλλος είναι πεποίθηση. Άλλο να βρίζω εσένα ή τους δικούς σου ανθρώπους, άλλο τις πεποιθήσεις σου.
- Για πες μου, θες να έρθω εγώ να βρίσω τις πεποιθήσεις σου;
- Βρίσε τες, ελεύθερα! Κορόιδεψέ τες, κάνε ό,τι θέλεις!
- Μπα; Για πήγαινε να βρίσεις τον Μωάμεθ μπροστά στους μουσουλμάνους, να δεις τι θα σου κάνουν!
- Και αυτό σημαίνει ότι δικαιολογείσαι να μου το κάνεις κι εσύ;
Τζίφος, αδιέξοδο.

Τουλάχιστον όμως μιλούσαν, ορισμένοι. Και μερικοί άκουγαν κιόλας. Όπως εκείνος που παρακολουθούσε τον διάλογό μου με τις χριστιανές μαινάδες που με έβριζαν χυδαία, και όταν γύρισα και τον ρώτησα:
- Εσύ πιστεύεις στον θεό.
- Ναι.
- Κοίταξε αυτούς τους ανθρώπους. Πιστεύεις ότι αυτή τη στιγμή διαπνέονται από το πνεύμα του θεού;
Δεν μίλησε. Έσκυψε το κεφάλι και απομακρύνθηκε.

Το ίδιο ερώτημα απηύθυνα και στους ιερείς που βρίσκονταν εκεί, με το σταυρό στο χέρι, αυτοί τουλάχιστον χωρίς να βρίζουν και να απειλούν, αλλά και χωρίς να προσπαθούν να συγκρατήσουν το ποίμνιό τους.
- Είστε ιερέας. Πείτε μου σας παρακαλώ, εγκρίνετε αυτό που συμβαίνει εδώ; Εγκρίνετε αυτή τη συμπεριφορά; Τι κάνετε για να την αποτρέψετε;
Σιγή ιχθύος, αδιαφορία πλήρης.

Πιο αποκαρδιωτικό απ' όλα, όμως, και από τις βρισιές και από τις απειλές και τα σπρωξίματα, ήταν η προτροπή που άκουγα διαρκώς από αστυνομικούς, από δημοσιογράφους, από ανθρώπους που είχαν έρθει να δουν την παράσταση, από τους λίγους διαδηλωτές που προσπαθούσαν να χαμηλώσουν τους τόνους, ακόμη και από έναν περαστικό:
- Άσ' το τώρα, άσ' το καλύτερα.
- Φύγε, κάνε πίσω, άσ' τους.
- Άσ' το σου λένε, δεν βλέπεις τι γίνεται;
- Άσ' τους παιδί μου, δεν παίρνουν από λόγια.
- Φύγε, άσ' το, φύγε, άσ' το.
Με έπιαναν από το χέρι και μαλακά προσπαθούσαν να με απομακρύνουν, μου χαμογελούσαν φιλικά, προστατευτικά.

Όχι, δεν φεύγω, όχι, δεν το αφήνω. Έχω δικαίωμα να είμαι εδώ. Έχω δικαίωμα να έχω μια διαφορετική άποψη. Έχω δικαίωμα να παρακολουθήσω ένα θεατρικό έργο της επιλογής μου. Έχω δικαίωμα να τα κάνω όλα αυτά, ακόμη κι αν ορισμένοι νιώθουν προσβεβλημένοι, ακόμη κι αν ενοχλούνται, ακόμη κι αν προσπαθούν να με απωθήσουν με τη βία, αφού έχουν εξαντλήσει τα νόμιμα μέσα χωρίς να το πετύχουν, αφού οι κατηγορίες κατά των συντελεστών κρίθηκαν αβάσιμες και τα ασφαλιστικά μέτρα παράνομα. Και θα ασκήσω αυτό μου το δικαίωμα, χωρίς να επιτρέψω στην βία και τον τραμπουκισμό να με πτοήσει.

Γιατί αν το αφήσω, αν κάνω πίσω, στον χώρο που θα αφήσω εκείνοι θα προχωρήσουν λίγο περισσότερο. Γιατί αν υποχωρήσω, εκείνοι θα νιώσουν λίγο πιο δυνατοί και πιο δικαιωμένοι. Γιατί αν φύγω, εκείνοι θα μείνουν και θα απλωθούν όσο που να μην μένει για μένα καθόλου χώρος πια. Γιατί αν δεν μείνω σταθερή στη θέση μου τώρα, κάποια στιγμή δεν θα μπορώ να βγω ούτε από την πόρτα του σπιτιού μου. Και αργά ή γρήγορα θα φτάσουν και μέσα στο ίδιο μου το σπίτι.

Γι' αυτό θα μείνω. Θα είμαι ο εαυτός μου, με τις απόψεις μου, στον τόπο μου. Δεν πρόκειται να φύγω.

Είμαι εγώ, και είμαι εδώ.

Κι εδώ θα μείνω.

Τρίτη 25 Μαρτίου 2008

ΑΣΠΡΟΜΑΥΡΟ

Μικρό αντιρατσιστικό

Με απερίγραπτη έκπληξη διάβασα προ ολίγου στην εφημερίδα El País ότι ο James Watson, ο γνωστός επιστήμονας που μοιράστηκε το βραβείο Νόμπελ το 1962 με τον Francis Crick και τον Maurice Wilkins για την ανακάλυψη της δομής της διπλής έλικας του DNA, ο επιφανής αυτός γενετιστής, δήλωσε πρόσφατα ότι οι νέγροι έχουν χαμηλότερη ευφυΐα από τους λευκούς.

Αδυνατώντας να πιστέψω αυτό που διάβαζα, έκανα μια σύντομη έρευνα στο διαδίκτυο και διαπίστωσα ότι ο 80χρονος πλέον Γουώτσον όντως έκανε τη δήλωση αυτή στην εφημερίδα Sunday Times. Συγκεκριμένα δήλωσε ότι «ανησυχεί πολύ για τις προοπτικές της Αφρικής» επειδή «όλες οι πολιτικές μας βασίζονται στο γεγονός ότι είναι τόσο ευφυείς όσο εμείς, ενώ όλα τα τεστ δείχνουν ότι δεν είναι έτσι.» Συνέχισε λέγοντας ότι ελπίζει ειλικρινά να είμαστε όλοι ίσοι, αλλά παρατήρησε ότι «όσοι χρειάζεται να εργαστούν με μαύρους υπαλλήλους διαπιστώνουν ότι δεν είναι αλήθεια.»

Σκάλισα στο αρχείο μου και βρήκα ένα παλιό τεύχος της ελληνικής έκδοσης του Scientific American, το τεύχος Μαρτίου 2004, όπου δημοσιεύεται ένα ωραίο άρθρο στο οποίο αναφέρεται ότι μετά από πειράματα διαπιστώθηκε ότι η έννοια της φυλής είναι ανύπαρκτη και αυθαίρετη. Κοντολογίς, δεν υπάρχουν φυλές. Καθόλου. Δεν υπάρχουν μαύροι και άσπροι, ούτε καν αφρικανοί και ευρωπαίοι (το περίφημο «καυκάσιος» που χρησιμοποιούν κατά κόρον στις ΗΠΑ είναι ούτως ή άλλως σφάλμα). Το να λέμε ότι όλοι όσοι έχουν μελαψό δέρμα ανήκουν σε μια «φυλή» είναι εξίσου άτοπο με το να μιλάμε για τη φυλή των ξανθών ή τη φυλή των μακρυπόδαρων ή τη φυλή των χορευταράδων.

Το άρθρο είναι ξεκάθαρο. Θέτει το ερώτημα «Υπάρχουν φυλές;» και απαντά σαφώς: «αν ως φυλή ορίζουμε μια γενετικά διακριτή ομάδα, η απάντηση είναι αρνητική». Οι ερευνητές κατέταξαν τα υπό μελέτη άτομα σε ομάδες χρησιμοποιώντας μόνο τη γενετική πληροφορία και κατέληξαν στο παραπάνω συμπέρασμα. Αναφέρουν ότι «ομάδες με παρόμοια σωματικά χαρακτηριστικά μπορεί να διαφέρουν γενετικά σε μεγάλο βαθμό». Το χρώμα του δέρματος είναι ένα πολύ εμφανές σωματικό χαρακτηριστικό που επηρεάζεται από την ηλιοφάνεια, από τον τόπο διαβίωσης δηλαδή. Τίποτε δεν δείχνει ότι το χρώμα του δέρματος συνδέεται με την ευφυΐα, καμμία έρευνα δεν το έχει αποδείξει και δεν έχουμε κανένα λόγο να το υποθέσουμε. Μια ομάδα ανθρώπων μπορεί να έχει σκούρο χρώμα δέρματος επειδή ζει σε περιοχή με μεγάλη ηλιοφάνεια, αλλά τα υπόλοιπα γενετικά καθοριζόμενα χαρακτηριστικά της μπορεί να είναι (και συνήθως είναι) πολύ ετερόκλητα.

Πολύχρωμη βινιέτα

Πριν δυο εβδομάδες είχα πάει στα Χελιδονίσματα, μια εκδήλωση της Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας στον πύργο βασιλίσσης (ας με συγχωρήσουν που δεν μου έρχεται να το πω «πάρκο Τρίτσης»). Εκεί συνάντησα τη φίλη μου τη Φωτεινή, μια κατάξανθη κοπέλα με ανοιχτόχρωμο δέρμα, πράσινα μάτια και λεπτά χαρακτηριστικά, και την κορούλα της τη Βεατρίκη, με μελαχρινό σγουρό μαλλί, κατάμαυρα ματάκια, μελαψό δέρμα, σαρκώδη χείλη και φαρδιά μύτη (αυτό που όλοι μας, ακόμη και όσοι δηλώνουμε μη-ρατσιστές, λέμε «μαύρη»). Υπήρχαν άλλα δύο «μαύρα» παιδάκια στην παρέα, η εφτάχρονη Ανίκα και ένα μωρό αγνώστου ονόματος. Τo γεγονός ότι είχα μαζί και τη σκύλα μου (επίσης μαύρη, χωρίς εισαγωγικά όμως αυτή) τράβηξε την προσοχή και το ενδιαφέρον των παιδιών που μαζεύτηκαν γύρω μου. Έκανε πολλή ζέστη. Κάποια στιγμή η Ανίκα έβγαλε τη μπλούζα της για να δροσιστεί και μου είπε «Κοίτα! Έχω κοιλιά!» δείχνοντας την κοιλίτσα της. Σε απάντηση σήκωσα τη μπλούζα μου ως εκεί που μου επέτρεπε η δημοσία αιδώς και της είπα «Κι εγώ έχω κοιλιά!» Η Ανίκα τότε, μάλλον για να μου τη βγει, μου είπε «Εγώ είμαι μαύρη». Την κοίταξα με ειλικρινή έκπληξη και της είπα «μαύρη; μα υπάρχουν άνθρωποι μαύροι;» Η Ανίκα μπερδεύτηκε. Έγειρε λίγο το κεφάλι στο πλάι και με κοίταξε, ζυγίζοντάς με. Εγώ συνέχισα: «Εγώ δεν έχω δει ποτέ μου άνθρωπο μαύρο. Έχω δει καφέ σκούρο, καφέ ανοιχτό, μπεζ, μαύρο όμως δεν έχω δει ποτέ μου. Ούτε άσπρο. Για φαντάσου έναν άνθρωπο κάτασπρο!» και γέλασα. Η Ανίκα επέμεινε: «Ο μπαμπάς μου είναι μαύρος». «Μαύρος;» τη ρώτησα. «Σιγά μην είναι μαύρος! Μαύρος σαν κάρβουνο;» «Ναι!» έβαλε τα γέλια. «Σαν κατράμι;» «Ναι!» με κοίταξε κοροϊδευτικά. «Σαν το σκύλο μου;» «Ναι!» την έβλεπες ότι το διασκέδαζε.

Η Ανίκα δεν μπορεί να διανοηθεί ότι ο μπαμπάς της δεν είναι «μαύρος», όπως δεν μπορούμε και εμείς οι μεγαλύτεροι, παρά τη μόρφωση και την ενημέρωση. Όταν λεώ εμείς εννοώ όλοι, όχι μόνο όσοι δηλώνουν ρατσιστές αλλά και όσοι δηλώνουν μη ρατσιστές. Μαύρος όχι βέβαια στο χρώμα, αλλά σαν ιδιότητα, σαν ταυτότητα. Και η λέξη μαύρος και κατώτερος πάνε χέρι-χέρι στο μυαλό μας.

Θέλω να ελπίζω ότι έβαλα ένα μικρό σποράκι στο μυαλουδάκι της, ένα σποράκι που θα μεγαλώσει και θα την κάνει να σκεφτεί λιγάκι πέρα από μαύρο και άσπρο. Να σκεφτεί άνθρωπο.

Για εσάς, αγαπητοί αναγνώστες, έχω μια ερώτηση και μια άσκηση.

Ερώτηση: βλέπετε στο δρόμο έναν άνθρωπο με ανοιχτόχρωμο δέρμα. Όταν τον περιγράφετε λέτε «λευκός»; Μάλλον όχι. Βλέπετε στο δρόμο έναν άνθρωπο με πολύ σκούρο δέρμα. Όταν τον περιγράφετε λέτε «μαύρος»; Μάλλον ναι.

Την επόμενη φορά που θα δείτε έναν άνθρωπο στο δρόμο, προσπαθήστε να τον περιγράψετε στον εαυτό σας χωρίς να χρησιμοποιήσετε το χαρακτηρισμό «λευκός» ή «μαύρος», ούτε κανένα άλλο δηλωτικό φυλής. Δεν είναι καθόλου εύκολο. Μπορεί να αποφύγετε το «λευκός» ως αυτονόητο στη χώρα που ζούμε, αλλά πολύ δύσκολα θα παρακάμψετε το «μαύρος».

Οι άνθρωποι με μελαψό δέρμα δεν είναι ίσοι με τους υπόλοιπους «παρόλο που είναι μαύροι». Δεν τίθεται καν θέμα ισότητας, γιατί δεν τίθεται καν θέμα διάκρισης. Δεν υπάρχουν μαύροι και άσπροι.

Όταν φτάσουμε στο σημείο να βλέπουμε έναν άνθρωπο και να σκεφτόμαστε μόνον «άνθρωπος», τότε μπορούμε να ξεχάσουμε το ρατσισμό.

Ως τότε…

Σύνδεσμοι:

Για τη συνέντευξη του Γουώτσον:

http://www.timesonline.co.uk/tol/news/uk/article2677098.ece

Για το άρθρο του Scientific American:

http://www.sciam.com/article.cfm?id=00055DC8-3BAA-1FA8-BBAA83414B7F0000