Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα αθεολογία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα αθεολογία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 22 Οκτωβρίου 2022

ΠΕΡΙ ΘΑΥΜΑΤΩΝ

 Συχνά ακούμε ως επιχείρημα υπέρ της ύπαρξης θεού το γεγονός ότι συμβαίνουν θαύματα. Πολλές φορές γίνεται αναφορά σε κάποιο συγκεκριμένο θαύμα που έχει βιώσει ο συνομιλητής μας ή που του έχει μεταφερθεί από αξιόπιστη πηγή.

Αποτελούν όμως αυτά τα θαύματα απόδειξη ύπαρξης θεού;

Πρώτον, θα πρέπει να βεβαιωθούμε ότι όντως πρόκειται για θαύματα. Που σημαίνει ότι πρέπει να συμφωνήσουμε ως προς τι σημαίνει "θαύμα", πράγμα δύσκολο, διότι κι εδώ υπάρχουν πολλές και διάφορες απόψεις. Για κάποιον, "θαύμα" μπορεί να είναι το γεγονός ότι πέρασε τις εξετάσεις του εξαμήνου, για άλλον το ότι θεραπεύτηκε από καρκίνο... Όμως τα γεγονότα τέτοιου τύπου, όσο απρόσμενα κι αν φαντάζουν, όσο επιθυμητά κι αν είναι στον αποδέκτη τους, παραμένουν μέσα στη σφαίρα του φυσιολογικού. Κάποιοι θα περάσουν τις εξετάσεις τους, κάποιοι θα θεραπευτούν από τον καρκίνο. Μπορεί να είναι λίγοι, αλλά αυτό δεν συνεπάγεται πως αυτοί οι λίγοι βίωσαν ένα "θαύμα". Αυτό που τους συνέβη μπορεί να ήταν λίγο ή πολύ απίθανο, αλλά δεν ήταν κι αδύνατον.

Μήπως όμως αυτά τα φυσιολογικά μεν, απίθανα δε, συμβαίνουν πιο συχνά σε πιστούς; Μήπως φαίνεται σαν να είναι εντός των ορίων του φυσικού, αλλά στην πραγματικότητα είναι αφύσικα λόγω της συχνότητάς τους; Μήπως τα θαύματα συμβαίνουν μόνο αν προσεύχεσαι ή έστω αν πιστεύεις;

Κάτι τέτοιο δεν έχει διαπιστωθεί, απ' όσο ξέρω. Οι προσωπικές παρατηρήσεις και η περιπτωσιολογία δεν αποτελούν επιχείρημα εδώ. Το γεγονός ότι ένας θρήσκος άνθρωπος θεραπεύτηκε από καρκίνο, δεν μας επιτρέπει να συμπεράνουμε ότι στην περίπτωσή του συνέβη ένα "θαύμα". Θεραπεύονται και άνθρωποι που δεν είναι θρήσκοι, ενώ άλλοι που είναι πολύ θρήσκοι και μάλιστα προσεύχονται με κατάνυξη, δεν θεραπεύονται. Εξ όσων γνωρίζω, καμία μελέτη δεν έχει διαπιστώσει να συμβαίνουν περισσότερες θεραπείες ή περισσότερα "θαύματα" οποιασδήποτε μορφής στους θρήσκους.

Για να μιλήσουμε πραγματικά για θαύμα, θα έπρεπε να συμβεί κάτι που να αντιβαίνει στους νόμους της φυσικής. Κάτι που να μην μπορεί να ερμηνευτεί με τους φυσικούς νόμους. Κάτι που να απαιτεί κατάλυση των φυσικών νόμων για να συμβεί. Τέτοια "θαύματα", όμως, κατά περίεργο τρόπο, δεν συμβαίνουν ποτέ. Υπάρχουν βέβαια αναφορές σε αρχαίες ιστορίες, όμως αυτές φυσικά δεν είναι αξιόπιστες, ούτε καν αν αναφέρονται σε έναν χοντρό τόμο με τις λέξεις "Αγία Γραφή" στο εξώφυλλο. Για να πεισθούμε ότι συνέβη ένα τέτοιο θαύμα θα πρέπει να έχουμε τεκμήρια, όχι απλές εξιστορήσεις. Διαφορετικά, αν πιστέψουμε ότι ο προφήτης Ηλίας ανέβηκε στον ουρανό με ένα φλεγόμενο άρμα, θα πρέπει να πιστέψουμε επίσης ότι ο Φαέθων διέσχισε τον ουρανό με φλεγόμενο άρμα, και πάει λέγοντας. Δεν μπορούμε να δεχθούμε ως αληθές το γεγονός ότι αναστήθηκε ο Ιησούς αλλά να απορρίψουμε ως μύθο το γεγονός ότι αναστήθηκε ο Όσιρις. Νομίζω πως όλοι κατανοούμε ότι όλα τα αφηγήματα τέτοιου τύπου είναι απλοί μύθοι, με όποιον τρόπο κι αν μας μεταφέρθηκαν, όσο κύρος κι αν απολαμβάνουν σε ορισμένους κύκλους.

Τέτοια θαύματα, γεγονότα που να αντιβαίνουν στους φυσικούς νόμους, δεν έχουν καταγραφεί ποτέ. Αρχαίοι μύθοι, ιστορίες από δεύτερο και τρίτο χέρι, ποτέ όμως κάποια αξιόπιστη καταγραφή, ποτέ κάτι τεκμηριωμένο.

Έστω, όμως, ότι συνέβη ένα θαύμα. Ένα γνήσιο θαύμα, ένα γεγονός που αντιβαίνει στους φυσικούς νόμους που γνωρίζουμε, ένα γεγονός που είναι όχι απλώς πολύ απίθανο αλλά απολύτως αδύνατον να συμβεί. Πώς από αυτό προκύπτει ότι υπάρχει θεός;

Είναι πολύ απλό: δεν προκύπτει.

Αν παρατηρήσουμε ένα τέτοιο θαύμα, βρισκόμαστε μπροστά σε κάτι ανεξήγητο, σε κάτι άγνωστο. Δεν μπορούμε να δώσουμε εξήγηση στο φαινόμενο, δεν γνωρίζουμε τους μηχανισμούς που το διέπουν. Από αυτήν την άγνοια, όμως, δεν μπορούμε να συμπεράνουμε ότι υπάρχει θεός. Μπορούμε μόνο να διαπιστώσουμε την άγνοιά μας και να την παραδεχτούμε. Η αιτία, η εξήγηση, η ερμηνεία, μας είναι άγνωστη. Λέγοντας ότι η αιτία είναι η θεία βούληση, δεν δίνουμε εξήγηση, απλώς αυθαιρετούμε.

Μπορεί το "θαύμα" να έχει μια αιτία άγνωστη σ' εμάς, αλλά γνωστή σε άλλους. Μπορεί να έχει μια αιτία άγνωστη προς το παρόν, αλλά που θα αποκαλυφθεί ή θα ανακαλυφθεί στο μέλλον. Σε κάθε περίπτωση, σίγουρα έχει μια αιτία φυσική, έστω κι αν εμείς δεν μπορούμε να το διακρίνουμε τη στιγμή που συμβαίνει. Εξ ορισμού, όλα όσα συμβαίνουν είναι μέρος της φύσης, είναι φυσικά. Έχουμε κατορθώσει να ανακαλύψουμε πολλούς φυσικούς νόμους, σίγουρα όμως όχι όλους. Αν παρατηρούμε κάτι που μας φαίνεται σαν θαύμα, ενδεχομένως να παραβαίνει τους φυσικούς νόμους που γνωρίζουμε, σίγουρα όμως διέπεται από κάποιους φυσικούς νόμους, έστω κι αν εμείς δεν τους γνωρίζουμε ακόμη.

Με το να λέμε ότι καθετί το απίθανο ή το ανεξήγητο οφείλεται στη θεία βούληση, δεν δίνουμε ερμηνεία. Εκφράζουμε μονάχα τον ευσεβή πόθο μας να υπάρχει θεός και να ενεργεί έτσι όπως εμείς επιθυμούμε και φανταζόμαστε.

Μεταφέρω εδώ ένα απόσπασμα από το άρθρο "Πρέπει να το νιώσεις" του μπλόγκερ Losing God:

Θαύματα καταγράφονται από όλες τις θρησκείες, το ένα πιο "θαυμαστό" από το άλλο. Πολλά είναι εμφανώς υπερβολές, παρειδωλίες, κατασκευάσματα. Άλλα, είναι εντελώς ανεπιβεβαίωτα. Κανένα δεν είναι επιστημονικά επιβεβαιώσιμο. Ποτέ δεν φυτρώνουν κομμένα μέλη, ποτέ δεν γιατρεύονται γενετικά σύνδρομα. Πλημμύρες έχουν παρακάμψει ένα σπίτι "που σώθηκε από θαύμα", αλλά όχι χιλιάδες άλλα που μάλλον δεν το άξιζαν. Το ίδιο ισχύει και για "θαυματουργές" ιάσεις τύπου μία στο εκατομμύριο, που αντιμετωπίζονται από τον πιστό ως θαύμα αντί ως στατιστική απιθανότητα που έτυχε σ' αυτόν. Οι υπόλοιποι 999.999 δηλαδή ήταν ανάξιοι του θαύματος;
Οι πιστοί των θρησκειών δεν έχουν μεγαλύτερα ποσοστά "θαυμάτων" στη ζωή τους, από τους μη πιστούς. Καμία θρησκεία δεν "καρπώνεται" αριθμό θαυμάτων που να ξεφεύγουν από την στατιστική πιθανότητα. Πιστοί συρρέουν κατά εκατομμύρια σε διάφορα προσκυνήματα στον κόσμο, ελάχιστοι όμως καταλήγουν τελικά να παίρνουν αυτό που ζήτησαν.

Είναι μεγάλος ο πειρασμός να μιλήσουμε για "θαύμα" όταν μας συμβαίνει κάτι απροσδόκητα ευνοϊκό, κάτι που ίσως επιθυμούσαμε πολύ και δεν τολμούσαμε να πιστέψουμε ότι μπορεί να συμβεί. Μας κάνει να νιώθουμε ξεχωριστοί, ευνοημένοι, ευλογημένοι. Μας δημιουργεί ένα αίσθημα ευεξίας, ασφάλειας, θαλπωρής. Δυστυχώς, όμως, πρόκειται για μια καθαρά συναισθηματική αντίδραση, που δεν επιβεβαιώνει τίποτα. Μια αντίδραση βασισμένη σε μια απολύτως υποκειμενική ερμηνεία των γεγονότων. Διότι από πουθενά δεν προκύπτει ότι αυτό που μας συνέβη ήταν θαύμα. Αλλά και να ήταν, από πουθενά δεν προκύπτει ότι αυτό επιβεβαιώνει την ύπαρξη θεού - και μάλιστα του θεού στον οποίο τυχαίνει να πιστεύουμε.

Η λέξη "θαύμα" είναι ξεκάθαρο ότι έχει νόημα μόνο μεταφορικά.

~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~

Το άρθρο αυτό αποτελεί μέρος του πιο εκτεταμένου άρθρου "Υπάρχει θεός;"

Δευτέρα 27 Απριλίου 2020

Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΜΙΑΣ ΑΘΕΗΣ ΣΤΗ ΔΥΣΚΟΛΗ ΩΡΑ

 «Άθεοι μέχρι να πέσει το αεροπλάνο». Πόσο συχνά έχετε ακούσει αυτή την επωδό;

Είναι πολύ διαδεδομένη η αντίληψη ότι «Στη δύσκολη ώρα όλοι στρέφονται στον Θεό». Επικρατεί η εντύπωση ότι οι άθεοι απαξιώνουν τον θεό, σαν πεισματάρικα παιδιά που αρνούνται τη βοήθεια του πατέρα, αλλά μόλις βρεθούν στην ανάγκη του γυρίζουν μετανιωμένα στη θαλπωρή της αγκαλιάς του, ως άλλοι άσωτοι υιοί και άσωτες θυγατέρες. Είναι όμως αλήθεια αυτό;

Φυσικά και όχι.

Η διαφορά του άθεου από τον θεϊστή δεν είναι ότι ο πρώτος απαρνιέται τον θεό, αλλά ότι απορρίπτει την πίστη.  Όταν λέμε ότι ο άθεος δεν πιστεύει στον θεό, δεν εννοούμε «δεν πιστεύει ότι τον χρειάζεται» αλλά «δεν πιστεύει ότι υπάρχει». Δεν εννοούμε ότι δεν τον εμπιστεύεται, αλλά ότι δεν έχει πεισθεί για την ύπαρξή του. Δεν έχει πεισθεί, επειδή προσεγγίζει το ερώτημα περί ύπαρξης θεού με σκεπτικισμό και όχι με πίστη. Δεν έχει πεισθεί, επειδή εξετάζει με τη λογική όλα τα στοιχεία περί της ύπαρξης θεού και βλέπει ότι δεν έχει αποδειχθεί αυτή η ύπαρξη. Δεν έχει πεισθεί, επειδή έχει καταλάβει ότι η γνώση αποκτάται μόνο με έρευνα και όχι με πίστη. Και δεν πρόκειται να πεισθεί ξαφνικά μόνο και μόνο επειδή βρέθηκε μπροστά σε μια δυσκολία της ζωής.

Έχω γράψει παλιότερα για το θέμα της πίστης και των διαφορετικών εννοιών του ρήματος «πιστεύω».

Οι άθεοι δεν είναι αρνητές του θεού, αλλά αρνητές της πίστης. Πράγμα που δυσκολεύονται αφάνταστα να συλλάβουν οι περισσότεροι πιστοί, καθώς θεωρούν απολύτως δεδομένη την ύπαρξη θεού. Δεν χωράει στη μυαλό τους πώς μπορεί κάποιος να μην πιστεύει ότι υπάρχει θεός. Είναι απολύτως βέβαιοι ότι υπάρχει ο θεός τους, το θεωρούν εξίσου προφανές για όλους και νομίζουν ότι οι άθεοι τρόπον τινά «κάνουν μούτρα» στον θεό, αλλά μόλις βρεθούν στα δύσκολα, έρχονται στα συγκαλά τους και κόβουν τα ναζάκια.

Προσωπικά, δεν έχω γνωρίσει ποτέ μου άθεο που να έγινε ξανά πιστός λόγω μιας δυσκολίας στη ζωή (ούτε και για οποιονδήποτε άλλο λόγο, εδώ που τα λέμε). Κυκλοφορούν διάφορες υποτιθέμενες «προσωπικές ιστορίες» άθεων που έγιναν θρήσκοι, αλλά οι περισσότερες, αν όχι όλες, κατόπιν διερεύνησης αποδεικνύονται πλαστές ή τουλάχιστον ανεπιβεβαίωτες, από τρίτο ή τέταρτο χέρι πάντα. Αντιθέτως, υπάρχουν πολλές ιστορίες άθεων που αντιμετώπισαν κάποια σοβαρή δυσκολία στη ζωή τους, ήρθαν πρόσωπο με πρόσωπο με τον θάνατο και παρέμειναν άθεοι. Τέτοιες ιστορίες έχω ακούσει από πρώτο χέρι, από τα ίδια τα άτομα που τις έζησαν.

Μάλιστα, έτυχε να ζήσω μια τέτοια ιστορία κι εγώ η ίδια.

Πριν από έντεκα χρόνια, είχα ένα ορειβατικό ατύχημα. Μάλιστα με αφορμή αυτό έγραψα παλιότερα ένα άρθρο για τους άνδρες των σωμάτων ασφαλείας. Σήμερα θα γράψω πάλι για εκείνο το περιστατικό, από μια πιο προσωπική σκοπιά.

Ξεκινήσαμε με μια φίλη και με τη σκυλίτσα μου να πάμε στο Χελμό, στο Μαυρονέρι, που συνδέεται με τη  μυθική Στύγα. Απολαμβάναμε τη διαδρομή μέσα στο υπέροχο τοπίο ώσπου φτάσαμε στο φαράγγι της Στύγας. Ο καταρράκτης φαινόταν στο βάθος, αριστερά μας σε μεγάλο βάθος ήταν ο ποταμός, μπροστά και αριστερά απλωνόταν μια μεγάλη σάρα, πολλές δεκάδες μέτρα πλάτος, από την οποία περνούσε το μονοπάτι. Στα δεξιά του μονοπατιού, κατά διαστήματα, υπήρχαν σιδερένιοι κρίκοι, από τους οποίους, όπως μάθαμε αργότερα, κανονικά περνούσε ένα συρματόσχοινο που για άγνωστους λόγους, όταν περάσαμε εμείς, είχε αφαιρεθεί.

Στην αρχή τα πήγαμε καλά, αλλά σε ένα δύσκολο σημείο η φίλη μου κώλωσε. Εγώ πέρασα  πατώντας σταθερά. Μου λέει, «Πώς τα κατάφερες;» «Με αυτοπεποίθηση», της απαντώ. Την είδα που δυσκολευόταν και έκανα να γυρίσω να τη βοηθήσω, αλλά στο δεύτερο βήμα, το έδαφος υποχώρησε και βρέθηκα να γλιστρώ ταχύτατα προς τα κάτω. Προσπαθούσα να αρπαχτώ από κάπου, να βρω κάποιο πάτημα, αλλά όλα ήταν σαθρά. Συνέχισα να πέφτω με την κοιλιά, οι πέτρες μου κατάκοβαν τα δάχτυλα, το σώμα. Αγωνιζόμουν να αναχαιτίσω την πτώση μου χωρίς επιτυχία, ώσπου κάποια στιγμή το ένα μου πόδι κάπου σκάλωσε. Σταμάτησα να πέφτω, ήμουν όμως ακόμη πεσμένη μπρούμυτα μέσα στη σάρα. Κοίταξα επάνω αλλά δεν είδα τη φίλη μου. Η σκυλίτσα προσπαθούσε να έρθει σ' εμένα αλλά καθώς ερχόταν, έριχνε κι άλλες πέτρες πάνω μου. Έκανα μια κίνηση για να ανέβω, αλλά μόλις κινήθηκα, το πάτημά μου κατέρρευσε και ξανάρχισα να πέφτω. Μετά από λίγο σκάλωσα κάπου αλλού, ξαναπροσπάθησα να ανέβω και ξανάπεσα. Αυτό συνέβη άλλες δυο φορές. Κάθε φορά ανέβαινα μισό μέτρο και έπεφτα πολλά μέτρα. Σε κάποιο σημείο, η σάρα τελείωνε και άρχιζε γκρεμός - κάθετη πτώση ως το ποτάμι, πάνω από πενήντα μέτρα. Κοιτώντας κάτω έβλεπα το χείλος του γκρεμού κάθε φορά όλο και πιο κοντά. Άλλη μια πτώση και δεν θα υπήρχε γυρισμός.

Βρισκόμουν πεσμένη μπρούμυτα μέσα στα χώματα, μέσα στις πέτρες, μέσα στα αίματα, χωρίς κάποιο πραγματικά σταθερό σημείο να κρατηθώ. Ήξερα ότι με την παραμικρή κίνηση θα έπεφτα ξανά και η πτώση θα ήταν τελειωτική. Αν έπεφτα στον γκρεμό, θα σκοτωνόμουν, χωρίς αμφιβολία. Σκέφτηκα τους ανθρώπους που με αγαπούν. Σκέφτηκα το παιδί μου, έξι χρονών τότε, που δεν θα ξανάβλεπε τη μάνα του, και μου ήρθαν δάκρυα στα μάτια. Σκέφτηκα, πόσο θα ήθελα τώρα να υπήρχε η Παναγία! Να υπήρχε μια καλόβολη, παντοδύναμη θεά να με ακούσει, να με στηρίξει. Να υπήρχε μια θεά να προσευχηθώ, με όλη τη δύναμη της καρδιάς μου, να με γλιτώσει. Τι δεν θα έδινα για να υπήρχε μια τέτοια θεότητα!

Ήξερα όμως ότι δεν υπάρχει. Όσο κι αν ήθελα να υπήρχε, το γεγονός αυτό δεν μπορούσε να αλλάξει. Ήξερα με μεγάλη βεβαιότητα ότι καμία από τις θεότητες του χριστιανικού πανθέου δεν υπάρχει. Δεν μπορώ να πω με βεβαιότητα ότι δεν υπάρχει κανένας θεός, αλλά όπως έγραψα και άλλοτε, μπορώ να είμαι σίγουρη ότι δεν υπάρχει καμία από τις γνωστές θεότητες των θρησκειών των ανθρώπων. Δεν υπάρχει καμιά παντοδύναμη και πανάγαθη θεότητα. Δεν υπάρχει καμιά θεότητα που να ικανοποιεί τις προσευχές των ανθρώπων. Αυτό το είχα καταλάβει χρόνια πριν, το είχα συνειδητοποιήσει και το ήξερα πέρα από κάθε αμφιβολία. Όση ανάγκη κι αν είχα για βοήθεια, δεν θα μπορούσα ποτέ να ακυρώσω αυτή τη συνειδητοποίηση.

Εκείνη τη στιγμή, κατά παράδοξο τρόπο, αντί να νιώσω εγκαταλειμμένη και ανίσχυρη, ένιωσα να παίρνω δυνάμεις. Είπα στον εαυτό μου «Εδώ είσαι μόνη σου και ό,τι είναι να καταφέρεις, θα το καταφέρεις μόνη σου». Σκέφτηκα πάλι τους ανθρώπους που αγαπώ και πήρα δύναμη.

Κοίταξα δεξιά κι αριστερά να δω από πού θα μπορούσα να πιαστώ για να βρεθώ σε πιο ασφαλές σημείο. Δεξιά μου υπήρχε ένας καχεκτικός θάμνος, αλλά ήταν πάνω από δυο μέτρα μακριά και φοβόμουν ότι δεν θα προλάβαινα να τον φτάσω πριν πέσω πάλι. Αριστερά μου υπήρχε μια μικρή προεξοχή ενός βράχου, πάρα πολύ μικρή και στενή, ούτε μισό μέτρο, αλλά φαινόταν σταθερή και ήταν αρκετά πιο κοντά μου. Άρχισα να έρπω προς τα εκεί με μεγάλη προσοχή. Τα κομματιασμένα μου δάχτυλα πονούσαν αφόρητα, όλο μου το σώμα ήταν μια πληγή, αλλά κατάφερα να συρθώ ως την προεξοχή και να καθίσω.

Τα υπόλοιπα είναι ιστορία. Έβγαλα το κινητό και επικοινώνησα με τη φίλη μου. Είχε επιχειρήσει να γυρίσει προς τα πίσω αλλά είχε πέσει κι εκείνη και βρισκόταν κι αυτή παγιδευμένη σε ένα άλλο σημείο, χωρίς να τολμά να κινηθεί. Κάλεσε την πυροσβεστική, ζήτησε βοήθεια και μετά δεν είχαμε παρά να περιμένουμε. Ήμασταν σε διαρκή τηλεφωνική επαφή με ένα μέλος του ορειβατικού συλλόγου Καλαβρύτων. Η σκυλίτσα μου πηγαινοερχόταν ανάμεσα στις δυο μας, γιατί μας είχε και τις δύο έγνοια, αλλά τη δεύτερη φορά που το έκανε της έβαλα λουρί και την κράτησα αγκαλιά μαζί μου, γιατί αφ' ενός έριχνε πέτρες πάνω μου κάθε φορά που κατέβαινε, αφ' ετέρου φοβόμουν μην τυχόν πέσει στον γκρεμό. Ευτυχώς είχα ακόμη στην πλάτη μου το σακίδιό μου με ένα μπουκάλι νερό και ένα μήλο. Είχα και δυο βιβλιαράκια, φυλλαδιάκια μάλλον, ένα με φυτά κι ένα με πουλιά, που διάβαζα και ξαναδιάβαζα για να απασχοληθώ. Εκείνες τις τρεις ώρες που περίμενα καθηλωμένη, πίστεψα ότι δεν θα θελήσω να ξανακούσω ποτέ μου τον ήχο καταρράκτη. Όλα όμως πέρασαν - και τα τραύματα και η τρομάρα και η ανία.

Αλλά έμεινε η ανάμνηση - και η βεβαιότητα ότι δεν υπάρχει περίπτωση ποτέ μου να "στραφώ στον θεό".

Και δεν ήταν η μόνη φορά. Έχω βρεθεί κι άλλη φορά πολύ κοντά στον θάνατο, έχω ξυπνήσει στην εντατική, γεμάτη σωληνάκια, ποτέ μου όμως δεν διανοήθηκα να προσευχηθώ, ποτέ μου δεν ένιωσα ότι θα μπορούσα να πιστέψω ξανά ότι υπάρχει θεός. Από τη στιγμή που αποδομείς την πίστη, είναι αδύνατον πια να πιστέψεις, ακόμη κι αν το θέλεις. Από τη στιγμή που ξέρεις ότι κάτι δεν είναι αληθινό, δεν μπορείς να πείσεις τον εαυτό σου ότι είναι αληθινό. Από τη στιγμή που θα συνειδητοποιήσεις ότι οι θεοί είναι μυθικά όντα, δεν μπορείς ποτέ πια να ξαναπιστέψεις ότι είναι αληθινά, όπως ακριβώς δεν μπορείς να πιστέψεις ότι υπάρχει ο Άι Βασίλης, ο Σούπερμαν, ο Δίας, το Γέτι και άλλα μυθικά όντα.

Οι άθεοι δεν "απαρνούνται τον θεό". Αυτός που απαρνείται τον θεό, που πιστεύει δηλαδή στην ύπαρξη του θεού αλλά αρνείται να συνταχθεί μαζί του, λέγεται αρνησίθεος, όχι άθεος. Ο άθεος δεν πιστεύει στην ύπαρξη θεού. Και δεν υπάρχει περίπτωση να πιστέψει μόνο και μόνο επειδή αντιμετωπίζει δυσκολίες στη ζωή. Γνωρίζω πολλούς άθεους που βρέθηκαν σε πολύ δεινή θέση, αντιμέτωποι με τον θάνατο, και ωστόσο δεν πίστεψαν σε θεό.

Και ο αληθινός θάνατος, όμως; Τι γίνεται με τον αληθινό θάνατο; Στο κάτω κάτω όλοι αυτοί οι άθεοι που ζορίστηκαν αλλά δεν πίστεψαν, τελικά δεν πέθαναν, αφού έζησαν και μας το διηγούνται. Άρα δεν ήρθαν πραγματικά αντιμέτωποι με το τέλος τους. Μήπως λοιπόν όλοι αυτοί δεν πίστεψαν επειδή δεν είχε έρθει ακόμη η τελευταία τους ώρα; Μήπως όταν έρθει πραγματικά η ύστατη ώρα, θα πιστέψουν;

Αντί άλλου επιλόγου, θα δώσω τον λόγο στον Μπέρτραντ Ράσελ, σε αυτό το βίντεο:
-Φοβάστε καθόλου μήπως σας συμβεί κάτι που συμβαίνει συχνά σε ανθρώπους οι οποίοι ήταν σε όλη τους τη ζωή άθεοι ή αγνωστικιστές και στράφηκαν λίγο πριν πεθάνουν σε κάποια μορφή θρησκείας;
-Ξέρετε, αυτό δεν συμβαίνει τόσο συχνά όσο νομίζουν οι θρήσκοι. Γιατί οι περισσότεροι θρήσκοι νομίζουν πως είναι ενάρετη πράξη το να λένε ψέματα για τα νεκροκρέβατα των αγνωστικιστών. Στην πραγματικότητα, αυτό δεν συμβαίνει καθόλου συχνά.

 

Δευτέρα 21 Οκτωβρίου 2019

Πρωινός διάλογος με ιεχωβάδες


-Καλημέρα, να σας μιλήσουμε λίγο για τον Θεό; Όλοι πιστεύουμε στον Θεό, έτσι δεν είναι;

-Όχι. Εγώ είμαι άθεη. Έχω διαβάσει πολύ, έχω σκεφτεί και έχω απορρίψει την πίστη στον θεό.

-Άθεη; Δεν σας πιστεύω. Δεν υπάρχουν άθεοι.

-Συγγνώμη, αλλά τώρα με προσβάλλετε.

-Εγώ σας προσβάλλω;

-Με προσβάλλετε βαθύτατα. Αρνείστε να δεχτείτε τον αυτοπροσδιορισμό μου; Δεν με σέβεστε; Ή μήπως μου λέτε ότι δεν υπάρχω;

-Δεν υπάρχουν άθεοι άνθρωποι. Θα σας το αποδείξω.

-Βεβαίως, να μου το αποδείξετε. Σας ακούω.

-Όλοι πιστεύουμε σε κάτι, έτσι δεν είναι;

-Τι εννοείτε "πιστεύουμε";

-Παραδείγματος χάρη, εσείς πιστεύετε στον εαυτό σας, σωστά;

-Αυτό που λέτε είναι διαφορετικό. Δεν είναι πίστη, αλλά εμπιστοσύνη. Όταν λέμε ότι πιστεύουμε στον θεό, εννοούμε ότι έχουμε δεχτεί την ύπαρξή του χωρίς αποδείξεις, μόνο επειδή το λένε κάποιες ιερές παραδόσεις, ιερά κείμενα ή κάποιοι άνθρωποι που το ισχυρίζονται. Ο εαυτός μου μπορεί να αποδειχθεί ότι υπάρχει, ενώ ο θεός δεν αποδεικνύεται ότι υπάρχει.

-Και όμως, θα σας αποδείξω ότι υπάρχει!

-Βεβαίως, να μου το αποδείξετε.

-Πείτε μου, εμείς πώς γίνεται και υπάρχουμε; Το ξέρετε αυτό;

-Βεβαίως το ξέρω, είμαι βιολόγος, μπορώ να σας το πω. Πριν δισεκατομμύρια χρόνια, στην αρχέγονη σούπα του πρώτου ωκεανού του πλανήτη μας, με τις κατάλληλες συνθήκες εμφανίστηκαν οι πρώτες οργανικές χημικές ενώσεις. Στη συνέχεια οργανώθηκαν στα πρώτα κύτταρα και με την εξέλιξη φτάσαμε στα εκατομμύρια είδη οργανισμών που υπάρχουν σήμερα.

-Κι η αρχέγονη αυτή σούπα πώς εμφανίστηκε; Μπορεί να δημιουργηθεί κάτι εκ του μηδενός;

-Μα δεν προέκυψε εκ του μηδενός. Προέκυψε από κάτι που προϋπήρχε.

-Βλέπετε; Όλα έχουν ένα αίτιο. Γνωρίζεται τι είναι το αίτιο και το αιτιατό;

-Βεβαίως το γνωρίζω. Αν λοιπόν δεν μπορεί να προκύψει κάτι εκ του μηδενός, ο Θεός πώς προέκυψε;

-Ακούστε. Ο Θεός είναι το πρώτο αναίτιο αιτιατό!

-Και πώς το ξέρετε εσείς αυτό;

-Είπατε πριν για τις γραφές. Δεν πιστεύετε στον Θεό, λέτε. Πιστεύετε στον Απόστολο Παύλο;

-Τι εννοείτε αν πιστεύω;

-Υπήρξε ένας Απόστολος του Θεού που λεγόταν Παύλος. Έγραψε επιστολές, κείμενα. Αυτό το πιστεύετε;

-Ναι, ξέρω ότι υπήρξε κάποιος ονόματι Παύλος που έγραψε επιστολές. Αλλά δεν το πιστεύω, έχω πεισθεί γι' αυτό. Το έχω διαπιστώσει. Βλέπετε τη διαφορά;

-Θα διαπιστώσετε και αυτό που σας λέω. Πείτε μου, αυτό το κτίριο πίσω σας, πώς έγινε;

-Το σχεδίασε ένας μηχανικός και το έχτισαν εργάτες.

-Και τον κόσμο λοιπόν κάποιος πρέπει να τον έκτισε, σωστά;

-Λάθος. Χρησιμοποιείτε μια παρομοίωση ως επιχείρημα. Οι παρομοιώσεις, οι αναλογίες και οι μεταφορές είναι καλολογικά στοιχεία, όχι επιχειρήματα. Το ότι δυο καταστάσεις μας φαίνονται παρόμοιες δεν συνεπάγεται ότι είναι ίδιες σε όλα τα σημεία τους. Διαβάστε λίγο φιλοσοφία της επιστήμης. 

-Η φιλοσοφία της επιστήμης...

-Με συγχωρείτε, αλλά έχω ραντεβού για φυσικοθεραπεία κι έχω αργήσει. Πρέπει να φύγω, χαίρετε.

-Είστε υπόλογη απέναντι στον Θεό...

-Ας έρθει να με βρει. Καλή σας μέρα.


Πραγματικό περιστατικό. Προσπάθησα να αποδώσω τους διαλόγους πιστά (pun not intended). Ελπίζω να μην παρέλειψα τίποτε σημαντικό.

Δευτέρα 31 Δεκεμβρίου 2018

Αυτοί οι ενοχλητικοί

Κάθε χρόνο εκεί γύρω στις γιορτές, πάντα ανοίγουν συζητήσεις μεταξύ γονέων με θέμα τον Άγιο Βασίλη. Το κυρίαρχο ερώτημα είναι, να πω στο παιδί μου ότι δεν υπάρχει Άγιος Βασίλης; Σε ποια ηλικία; Με τι τρόπο; Το έμαθε ήδη και με ρωτάει αν είναι αλήθεια, πώς να το διαχειριστώ; Έχει και μικρότερο αδελφάκι που ακόμη πιστεύει, τι να κάνω; Έχει μεγαλύτερο αδελφάκι που ξέρει την αλήθεια, τι να του πω; Και ούτω καθ’ εξής.

Οι περισσότερες απαντήσεις κυμαίνονται στο κλίμα «Μην καταστρέφεις τη μαγεία», «Μην του στερείς το όνειρο», «Μην του χαλάς το παραμύθι», «Μην του περιορίζεις τη φαντασία», «Άσε το να πιστεύει όσο είναι μικρό». Δειλά-δειλά τα τελευταία χρόνια ακούγονται και μερικές αντίθετες φωνές, που υπενθυμίζουν ότι η μαγεία δεν έχει ανάγκη το ψέμα, ότι άλλα παραμύθια δεν τα σερβίρουμε σαν γεγονότα, ότι η φαντασία δεν γνωρίζει σύνορα. Ότι μπορούμε να πούμε στα παιδιά μας την αλήθεια χωρίς να τα πληγώσουμε και χωρίς να τους στερήσουμε τίποτα.

Όπως ο Λάζαρος, που κάθε χρόνο ντύνεται άγιος Βασίλης και μοιράζει τα δώρα μέσα στα γέλια των παιδιών του, που συμμετέχουν στο παιχνίδι, απολαμβάνοντας τη μαγεία χωρίς μυθολογία. Όπως η Μαρίνα, που βάζει στα παπούτσια της οικογένειας τα δώρα και την άλλη μέρα λέει «Ελάτε να δούμε τι δώρα έφεραν οι τρεις μάγισσες!» – η μάνα της, η πεθερά της και η κουνιάδα της. Όπως ο Σήφης, που παίρνει το δοντάκι κάτω απ’ το μαξιλάρι και αφήνει ένα δωράκι στην κορούλα του, για να το δει την άλλη μέρα, να γελάει και να λέει «Πάλι ήρθε εκείνη η ψηλή νεράιδα με τα μούσια!»



Γιατί τα παιδιά είναι σε θέση να κατανοήσουν θαυμάσια την αλήθεια – ότι ο Άγιος Βασίλης είναι ένα όμορφο παραμύθι που λέμε τις γιορτές για να δώσουμε δώρα ο ένας στον άλλον, ένα παιχνίδι ρόλων που μοιραζόμαστε μεταξύ μας, ένα θέατρο που παίζουμε όλοι παρέα. Και όπως στο θέατρο, όλοι μας, ηθοποιοί και θεατές, γνωρίζουμε ότι αυτό που παρακολουθούμε δεν είναι η πραγματικότητα αλλά ένας μύθος.

Δειλά-δειλά τα τελευταία χρόνια γινόμαστε περισσότεροι εμείς που μεγαλώνουμε τα παιδιά μας από την αρχή με την αλήθεια. Λέγοντας και δείχνοντας με τη στάση μας ότι αυτά όλα είναι παραμύθια, παιχνίδια, που αφηγούμαστε και παίζουμε όλοι μαζί για να χαρούμε τις γιορτές. Παραμύθια όπως αυτά με τις νεράιδες και τους δράκους, που κανείς δεν διανοείται να παρουσιάσει ως αληθινά «για να μην καταστρέψει τη μαγεία», «Για να μην περιορίσει τη φαντασία» ή «Για να μην στερήσει το όνειρο».

Όταν όμως το αναφέρουμε στις συζητήσεις, είναι πολλές οι αντιδράσεις εκείνων που ενοχλούνται. Γιατί; Μα γιατί τους χαλάμε το παραμύθι. Όχι στα παιδιά τους: στους ίδιους. Γιατί αν υπάρχει έστω κι ένα παιδάκι στην παρέα που ξέρει ότι δεν υπάρχει Άγιος Βασίλης, γίνεται πολύ πιο δύσκολο να συντηρήσεις τον μύθο. Μπορεί να το πει στο δικό σου παιδάκι και να το κάνει να πληγωθεί ή να θυμώσει ή να αρχίσει τις ερωτήσεις, αναγκάζοντάς σε να προσγειωθείς απότομα.

Γι’ αυτό όσοι συντηρούν το παραμύθι του Άγιου Βασίλη δεν δέχονται απλά ότι κάποιοι έχουν διαφορετική προσέγγιση από τους ίδιους, αλλά ενοχλούνται.

Για τον ίδιο λόγο που ενοχλούνται και οι θρήσκοι από την ύπαρξη άθεων: επειδή τους χαλάνε το παραμύθι.

Απαραίτητη προϋπόθεση για να ζήσεις ένα παραμύθι σαν αληθινό, είναι να κάνουν το ίδιο και όλοι γύρω σου. Δεν είναι ανάγκη να το πιστεύουν, είναι ανάγκη όμως να κάνουν ότι το πιστεύουν, να προσποιούνται, για να συντηρείται ο μύθος. Αν έστω κι ένας πει ανοιχτά την αλήθεια, αν έστω κι ένας πάψει να προσποιείται, ο μύθος καταρρέει.

Αν λοιπόν είσαι θρήσκος που ζει σε θρησκευόμενο περιβάλλον και ξαφνικά σκάσει μύτη ένας άθεος, ενοχλεί. Ενοχλεί και μόνο που υπάρχει. Γιατί η ύπαρξή του ταράζει τα νερά. Γιατί η παρουσία του αποτελεί μια διαρκή υπενθύμιση του γεγονότος ότι τα αφηγήματα της θρησκείας σου είναι παραμύθια. Γιατί η γνώση ότι υπάρχει έστω κι ένας που δεν τα πιστεύει, γίνεται η μικρή καρφίτσα που σκάει την τεράστια φούσκα της αυταπάτης.

Γι’ αυτό πολλοί θρήσκοι παρουσιάζουν τους άθεους με μελανά χρώματα, ως εγωιστές, ανήθικούς, καιροσκόπους, ανενδοίαστους, αντικοινωνικούς. Γι’ αυτό η αθεΐα παρουσιάζεται ως άρνηση του θεού που δεδομένα υπάρχει, ως παιδιάστικο πείσμα, ως αντίδραση στο κατεστημένο και ως δογματική απόρριψη της ύπαρξης θεού, αντί γι’ αυτό που πραγματικά είναι: απόρριψη της πίστης σε θεούς.

Γι’ αυτό είναι τόσο έντονο το αίτημα να παραμείνουμε στη ντουλάπα. Γι’ αυτό θεωρείται προκλητικό το να δηλώνουμε τις πεποιθήσεις μας ανοιχτά. Γι’ αυτό εκλαμβάνεται ως αγένεια το να μιλάμε για τις απόψεις μας και ως πολιτική ορθότητα να σωπαίνουμε. Γι’ αυτό τόσο πολλοί άθεοι δεν εκδηλώνονται, λέγοντας ότι η αθεΐα τους «δεν αφορά κανέναν» και «δεν χρειάζεται να το πουν». Γι’ αυτό προτιμούν να μείνουν στη αφάνεια.

Μην ξεγελιόμαστε, είναι βαριά τα εχθρικά βλέμματα που αντιμετωπίζουμε όταν σκάμε τη φούσκα των πολλών. Είναι πολύ πιο εύκολο να πείσουμε τον εαυτό μας ότι αποφεύγοντας να μιλάμε γινόμαστε «ανώτεροι» και «ευγενέστεροι» όσων εκδηλώνονται, αντιμετωπίζοντας τους θρήσκους με την ίδια συγκατάβαση που επιφυλάσσουν οι «σοφοί ενήλικες» για τα «αθώα παιδάκια» που πιστεύουν στον Άγιο Βασίλη.

Όμως τα παιδιά δεν είναι κατώτερά μας, ούτε διανοητικά ούτε συναισθηματικά. Πιστεύουν στον Άγιο Βασίλη επειδή εμείς τους είπαμε ότι υπάρχει. Το δέχτηκαν και δεν το αμφισβήτησαν, όχι επειδή ήταν ανόητα ή ανώριμα, αλλά επειδή μας εμπιστεύονταν. Όπως ακριβώς και οι ενήλικες που πιστεύουν στον θεό επειδή όταν ήταν παιδιά οι ενήλικες που εμπιστεύονταν τους είπαν ότι υπάρχει. Και τα δύο παραμύθια χαίρουν κοινωνικής αποδοχής και στήριξης. Η μόνη διαφορά ανάμεσα στα δύο παραμύθια είναι ότι το ένα η κοινωνία φροντίζει να το απομυθοποιήσει ενώ το άλλο φροντίζει να το συντηρήσει.

Η φανερή ύπαρξη αθέων ενοχλεί, γιατί δυσχεραίνει αφάνταστα τη συντήρηση του μύθου του θεού.

Είναι πολύ ενοχλητικό να σου γκρεμίζουν τους μύθους. Όμως τον μύθο του Άγιου Βασίλη όλοι τον γκρεμίζουν κάποτε. Γιατί όχι και τον μύθο των θεών;

Καλές γιορτές σε όλο τον κόσμο!

Παρασκευή 6 Οκτωβρίου 2017

ΥΠΑΡΧΕΙ ΘΕΟΣ;


Πολλές φορές έτυχε να εμπλακώ σε συζητήσεις περί ύπαρξης θεού και πάντα ανακύπτει το ερώτημα «Πώς ξέρουμε ότι δεν υπάρχει θεός;»

Για να διαπιστώσουμε αν υπάρχει κάτι, θα πρέπει πρώτα να το ορίσουμε. Αν σας ρωτήσω αυτή τη στιγμή «Υπάρχουν βαλαστράφια;» το πρώτο που θα κάνετε θα είναι να με ρωτήσετε «Τι είναι τα βαλαστράφια;» και βάσει του ορισμού που θα σας δώσω, θα εξετάσετε το ενδεχόμενο ύπαρξής τους.

Προκειμένου για τον θεό, δεν υπάρχει ένας καθολικά αποδεκτός ορισμός. Είναι μια έννοια με την οποία όλοι είμαστε εξοικειωμένοι αλλά καθένας έχει μια δική του προσωπική ιδέα για το τι σημαίνει. Συνεπεία τούτου, είναι πρακτικά αδύνατον να απαντήσουμε στο ερώτημα «Υπάρχει θεός;» μια που καθένας έχει στο μυαλό του κάτι άλλο όταν λέει «Θεός». Γι’ αυτό το πρώτο πράγμα που πρέπει να κάνουμε σε μια συζήτηση περί ύπαρξης θεού είναι να συμφωνήσουμε σε έναν ορισμό αποδεκτό από όλους τους συζητητές και βάσει αυτού να προχωρήσουμε.

Τούτου λεχθέντος, μπορούμε να εξετάσουμε το ενδεχόμενο ύπαρξης θεού σε κάποιες βάσεις αν όχι καθολικά αποδεκτές, ωστόσο ευρύτατα καθιερωμένες: την άποψη των γνωστών θρησκευτικών δογμάτων για το τι είναι θεός. Τα θρησκευτικά δόγματα και οι θρησκευτικές παραδόσεις είναι η βασική, στην ουσία η μόνη πηγή πληροφόρησης που έχουμε περί της ύπαρξης θεοτήτων. Ως εκ τούτου είναι σκόπιμο να ασχοληθούμε με τους ορισμούς που δίνουν αυτά, καθώς όλοι οι γνωστοί μέχρι σήμερα θεοί περιγράφονται από τα θρησκευτικά δόγματα.

Στη βάση αυτή θέλω να ασχοληθώ πρώτα με το ενδεχόμενο ύπαρξης του χριστιανικού θεού, μια που ο χριστιανισμός είναι η πλέον διαδεδομένη θρησκεία στη χώρα που ζω και μία από τις πλέον διαδεδομένες του κόσμου.
 

Ο χριστιανικός θεός


Συχνά ακούμε ότι πρέπει να προσεγγίσουμε τον θεό «με την καρδιά» ή «με την πίστη». Προκειμένου όμως για μια αντικειμενική διαπίστωση ύπαρξης μιας οντότητας, είναι αναγκαίο να την προσεγγίσουμε με την λογική. Η λογική είναι το μόνο λειτουργικό εργαλείο κατανόησης του κόσμου, όπως έχουμε διαπιστώσει εμπειρικά. Η καρδιά, δηλαδή το συναίσθημα, είναι χρήσιμο για να σχετιζόμαστε με γνωστά υπαρκτά όντα, όχι για να αποκτάμε γνώση περί της ύπαρξής τους. Η πίστη είναι χρήσιμη για να αποκτάμε αυτοπεποίθηση και εμπιστοσύνη σε υπαρκτά όντα, όχι για να διαπιστώνουμε αν υπάρχουν.

Ο χριστιανικός θεός λογικά είναι αδύνατον να υπάρχει.

Aρκεί να σκεφτούμε ότι σε έναν κόσμο με φυσικές καταστροφές, ασθένειες, συγγενείς νόσους και εγγενή ανισότητα, αδικία και οδύνη, όπως είναι αυτός που ζούμε, είναι αδύνατον να υπάρχει πανάγαθος και παντοδύναμος δημιουργός που τον κυβερνά.

Τονίζω ότι όλα τα παραπάνω είναι εγγενή χαρακτηριστικά του κόσμου εκ της κατασκευής του και ΔΕΝ εξαρτώνται από την ανθρώπινη βούληση, άρα ΔΕΝ μπορούν να αποδοθούν σε συνέπειες ανθρώπινων πράξεων, κατά καμία έννοια.


Η ανισότητα και αδικία που αναφέρω δεν είναι η ανθρώπινη αδικία, αλλά η εγγενής ανισότητα και αδικία του κόσμου: δεν γεννιόμαστε όλοι με τις ίδιες ικανότητες, δεν έχουν όλα τα πλάσματα ίσες πιθανότητες επιβίωσης, οι ζωικοί οργανισμοί για την επιβίωσή τους είναι αναγκαίο να σκοτώσουν άλλους οργανισμούς. Η οδύνη είναι μέρος της φύσης του κόσμου που ζούμε, του κόσμου που υποτίθεται ότι έπλασε ο θεός.

Τίθεται συχνά το αντεπιχείρημα ότι ο κόσμος που ζούμε είναι γεμάτος εγγενές κακό και αδικία λόγω του προπατορικού αμαρτήματος.

Σε αυτό αντιτάσσω το εξής:

1. Το εγγενές κακό του κόσμου (μολυσματικές και παρασιτικές ασθένειες, εκ γενετής παραμορφώσεις, φυσικές καταστροφές κ.τ.ό.) δεν πλήττει μόνον ανθρώπους αλλά και ζώα. Γιατί να βιώνουν τα ζώα οδύνη ως συνέπεια του ανθρώπινου προπατορικού αμαρτήματος; Αυτά δεν διέπραξαν κανένα αμάρτημα.

2. Το προπατορικό αμάρτημα το διέπραξαν οι πρωτόπλαστοι, όχι οι απόγονοί τους. Γιατί τιμωρείται όλη η ανθρωπότητα για κάτι που διέπραξαν δύο άνθρωποι μόνο; Η ανθρώπινη δικαιοσύνη δεν τιμωρεί τους απογόνους για τις πράξεις των προγόνων τους. Πώς μπορεί η θεία δικαιοσύνη υπολείπεται της ανθρώπινης; Και πώς τολμάμε να ονομάζουμε αυτό δικαιοσύνη; Πώς το θεωρούμε δίκαιο όταν το κάνει ο Θεός, αφού δεν θα το θεωρούσαμε δίκαιο αν το έκαναν άνθρωποι;

Όσο για το επιχείρημα της ελεύθερης βούλησης που υποτίθεται ότι δικαιολογεί τη δυστυχία την οφειλόμενη σε ανθρώπινες πράξεις, έχω να πω το εξής:
1. Ο Θεός υποτίθεται ότι είναι πατέρας όλων, πανάγαθος και γεμάτος αγάπη. Αν ένας πατέρας δει το ένα του παιδί να χτυπά και να βασανίζει το άλλο, θα το εμποδίσει. Αν δεν το εμποδίσει, θα τον θεωρήσουμε κακό πατέρα, και η δικαιολογία της ελεύθερης βούλησης του παιδιού δεν θα γίνει δεκτή. Μπορεί ακόμη και να του αφαιρεθεί η επιμέλεια. Πώς δεχόμαστε ως σωστή και γεμάτη αγάπη την πράξη αυτή όταν την κάνει ο Θεός, ενώ δεν θα την δεχόμασταν αν την έκανε άνθρωπος; Ο Θεός είναι λιγότερο καλός πατέρας από τους ανθρώπους;

2. Ο Θεός υποτίθεται ότι είναι δίκαιος. Σύμφωνα με την ανθρώπινη αντίληψη για τη δικαιοσύνη, η διάπραξη του κακού πρέπει να προλαμβάνεται και να εμποδίζεται. Αυτή η πρόληψη δεν περιορίζει την ελεύθερη βούληση αυτού που διαπράττει το κακό, περιορίζει μόνο την υλοποίηση αυτής της βούλησης, και μάλιστα ο περιορισμός αυτός δεν θεωρείται ανεπιθύμητος, αντιθέτως θεωρείται επιθυμητός. Αυτό θεωρείται δίκαιο από τους ανθρώπους. Πώς μπορεί να θεωρηθεί λοιπόν δίκαιο και αυτό που κάνει ο Θεός, ενώ είναι το ακριβώς αντίθετο;

3. Εμποδίζοντας κάποιον να διαπράξει κάτι, δεν περιορίζουμε την βούλησή του αλλά τις ενέργειές του και μόνον. Αυτός που έχει τη βούληση να διαπράξει το κακό θα εξακολουθήσει να την έχει ακόμη κι αν τον εμποδίσουμε. Δεν θα περιοριστεί η ελευθερία βούλησής του. Το μόνο που θα περιοριστεί θα είναι οι συνέπειες των πράξεων στις οποίες τον οδηγεί η βούλησή του. Επομένως ο Θεός θα μπορούσε να εμποδίσει τη διάπραξη κακού από τους ανθρώπους, προστατεύοντας τα θύματα, χωρίς να περιορίσει την ελεύθερη βούληση των θυτών. Γιατί λοιπόν δεν το κάνει;

Σε όλα τα παραπάνω διακρίνεται ένα μοτίβο: άλλα ηθικά κριτήρια για τις πράξεις των ανθρώπων και άλλα για τις πράξεις του Θεού. Αυτό κατ' εμέ αποτελεί ασυνέπεια. Η ηθική θα πρέπει να είναι μία, συγκεκριμένη, και ίδια για όλους, προκειμένου να μπορούμε να αξιολογήσουμε ηθικά όλες τις καταστάσεις. Πολύ περισσότερο αν απορρέει από τον Θεό, που θα πρέπει να έχει μία σαφή και σταθερή ηθική. Η εφαρμογή διαφορετικών ηθικών κριτηρίων ανάλογα με το ποιος διαπράττει κάτι, στερεί κάθε νόημα από τα ηθικά αυτά κριτήρια.

Σε αυτά που ανέφερα, οι απολογητές συνήθως απαντούν:

1. ότι ακόμη και όσοι υπέφεραν και βασανίστηκαν σε αυτή τη ζωή θα ανταμειφθούν στην αιωνιότητα, και

2. ότι οι βουλές του Θεού είναι άγνωστες σε εμάς, ανεξιχνίαστες, ότι ο Θεός έχει ένα σχέδιο στο οποίο όλα καταλήγουν στο καλό μας.

Σε αυτά έχω να αντιτάξω το εξής:

1. Καμία ανταμοιβή, οσοδήποτε θαυμάσια και για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα, ακόμη και αιώνια, δεν δικαιολογεί την άδικη οδύνη η οποία μπορεί να αποφευχθεί. Και αν δεν μπορεί να αποφευχθεί, τότε ο ισχυρισμός ότι ο Θεός είναι δίκαιος, πανάγαθος και παντοδύναμος καταρρέει.

2. Εάν παραδεχτούμε οι βουλές του Θεού μας είναι άγνωστες και είναι ανεξιχνίαστες, δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι γνωρίζουμε με βεβαιότητα τις προθέσεις του. Επομένως δεν μπορούμε να δηλώνουμε με βεβαιότητα ότι είναι δίκαιος, αγαθός ή οτιδήποτε άλλο. Μπορεί να είναι, αλλά μπορεί και όχι, συνεπώς και πάλι ο ισχυρισμός ότι ο Θεός είναι δίκαιος, πανάγαθος και παντοδύναμος καταρρέει.

Άρα ο χριστιανικός θεός δεν υπάρχει.

Ο μουσουλμανικός θεός

Ας εξετάσουμε τώρα το ενδεχόμενο ύπαρξης του μουσουλμανικού θεού.

Εδώ τα πράγματα είναι ακόμη πιο εύκολα. Ο μουσουλμανικός θεός στο Κοράνιο χαρακτηρίζεται ως φιλεύσπλαχνος και παντελεήμων. Όλα τα κεφάλαια ξεκινούν με την εισαγωγή «Εις το όνομα του Αλλάχ, του Παντελεήμονα, του Πολυεύσπλαχνου». Στη συνέχεια όμως σε ορισμένες σούρες διαβάζουμε ότι ο Αλλάχ δίνει εντολή να σκοτώνονται λόγου χάρη οι αποστάτες ή οι άπιστοι που δεν θα δεχθούν να προσκυνήσουν τον Αλλάχ. Αν ένας άνθρωπος σκοτώσει έναν άλλον άνθρωπο λόγω των πεποιθήσεών του, θα τον θεωρήσουμε εγκληματία και θα τον καταδικάσουμε. Σε καμιά περίπτωση δεν θα τον θεωρήσουμε ελεήμονα και ευσπλαχνικό - υποψιάζομαι πως ακόμη και οι πλέον πωρωμένοι ισλαμιστές δεν θα θεωρούσαν μια τέτοια πράξη ευσπλαχνική. Ίσως να την θεωρούσαν δίκαιη, αλλά όχι ευσπλαχνική. Πώς θεωρούμε παντελεήμονα και πολυεύσπλαχνο έναν θεό που μας παροτρύνει σε άσπλαχνες πράξεις;

Και πάλι βλέπουμε εδώ το μοτίβο που είδαμε και στην άλλη μεγάλη μονοθεϊστική αβραμική θρησκεία: διπλά κριτήρια ηθικής, άλλα για τον άνθρωπο, άλλα για τον θεό. Ο θεός που περιγράφεται έχει ιδιότητες που αντιφάσκουν μεταξύ τους.

Επομένως τέτοιος θεός αποκλείεται να υπάρχει.

Ο εβραϊκός θεός

Όσο για τον εβραϊκό θεό, πρόδρομο του χριστιανικού και του μουσουλμανικού, μπορούμε να διαπιστώσουμε με παρόμοιο τρόπο ότι ούτε αυτός υπάρχει.

Πρόκειται για έναν θεό που διακηρύσσει ότι ένας συγκεκριμένος λαός είναι εκλεκτός σε σύγκριση με άλλους, ενώ στην πραγματικότητα βλέπουμε ότι ο λαός αυτός υπέφερε τα πάνδεινα σε συλλογικό επίπεδο και σε ατομικό επίπεδο προφανώς πολλά μέλη του λαού αυτού υποφέρουν και θα υποφέρουν από διάφορα δεινά, παρά το γεγονός ότι είναι οι υποτιθέμενοι εκλεκτοί του θεού. Επιπλέον, δεδομένου ότι είναι αδύνατον να εξασφαλιστεί η γενετική απομόνωση ενός λαού, και συγκεκριμένα στην περίπτωση των Εβραίων προφανώς δεν υπάρχει φυλετική καθαρότητα εφόσον έστω κι ένας τους έχει κάνει παιδιά με μη Εβραίους, δεν είναι δυνατόν να μιλάμε για έναν ενιαίο, αναγνωρίσιμο και οριοθετημένο λαό. Ο ιουδαϊσμός είναι περισσότερο παράδοση παρά φυλετική ενότητα. Επομένως ο περιούσιος λαός απλά δεν υφίσταται, παρά μόνο στην ανθρώπινη φαντασία.

Επιπλέον, στο ιερό βιβλίο των Εβραίων, που είναι και ιερό βιβλίο των χριστιανών καθώς έχει συμπεριληφθεί στην Αγία Γραφή, περιγράφεται ένας σκληρός, ανάλγητος, εγωιστής, ζηλόφθονος θεός, που δίνει εντολές για λιθοβολισμούς, που ευλογεί βιασμούς, που δέχεται την δουλεία και γενικά παραδίδει νόμους τόσο παράλογους, σκληρούς και άδικους με τα σημερινά δεδομένα ώστε αν τολμούσε σύγχρονος πολιτικός να τους προτείνει, δεν θα είχε πού να σταθεί από την γενική κατακραυγή. Αυτοί οι νόμοι προφανώς δεν εφαρμόζονται ούτε υπάρχει επιθυμία να εφαρμοστούν στον σύγχρονο κόσμο, ούτε καν στο κράτος του Ισραήλ, που δημιουργήθηκε ακριβώς για χάρη του περιούσιου αυτού λαού. Δεν έχουν σκλάβους, δεν λιθοβολούν μοιχαλίδες, δεν αναγκάζουν το θύμα του βιασμού να παντρευτεί τον βιαστή του - και καλά κάνουν βεβαίως, αλλά προφανώς δεν ζουν όπως επιτάσσει ο θεός που πιστεύουν. Πώς λοιπόν ισχυριζόμαστε ότι το βιβλίο αυτό είναι ιερό και περιέχει τον λόγο του θεού ενώ ταυτόχρονα απαξιώνουμε αυτόν τον λόγο στην πράξη;

Είναι φανερό από τα παραπάνω ότι ο θεός των τριών μεγάλων μονοθεϊστικών θρησκειών, των λεγόμενων και αβραμικών, δεν υπάρχει.

Άλλες θεότητες

Δεν σκοπεύω να μπω στη διαδικασία να ασχοληθώ με τον αν υπάρχει ο Δίας, ο Κρίσνα, ο Θωρ και άλλες γνωστές θεότητες. Όποιος ενδιαφέρεται μπορεί να ανέβει στον Μύτικα και αν δει ανάκτορο εκεί να μου γράψει και όποιος εντοπίσει την Βαλχάλα να με ενημερώσει να κλείσω εισιτήριο. Είναι νομίζω φανερό με ποια διαδικασία μπορούμε να διαπιστώσουμε αν υπάρχει ή δεν υπάρχει καθεμιά από τις γνωστές θεότητες των θρησκευτικών παραδόσεων: εξετάζοντας τα χαρακτηριστικά που τους αποδίδουν οι παραδόσεις αυτές σε σχέση με τα όσα γνωρίζουμε για την πραγματικότητα.

Και αν όμως υπάρχει κάποιος άλλος θεός;

Πολλοί θέλουν να πιστεύουν ότι, παρά το γεγονός ότι οι γνωστοί θεοί εμφανώς δεν υπάρχουν, ενδέχεται να υπάρχει παρ' όλ' αυτά κάποια άλλη οντότητα που να μπορεί να χαρακτηριστεί «θεός». Βεβαίως δεν έχουμε συμφωνία ως προς τα χαρακτηριστικά αυτής της οντότητας, καθένας την φαντάζεται όπως θέλει, επομένως δεν είναι εύκολο να εξετάσουμε αν υπάρχει ή όχι. Σε γενικές γραμμές πάντως για να την ονομάσουμε «θεό» θα πρέπει να έχει κάποια βασικά χαρακτηριστικά όπως αυτοσυνείδηση και βούληση, κατά πάσα πιθανότητα παντοδυναμία και παντογνωσία, να είναι δημιουργός του κόσμου και να ασκεί κάποιον έλεγχο πάνω στη λειτουργία του κόσμου.

Αντικειμενικά δεν υπάρχει τρόπος να αποδείξουμε ότι δεν υπάρχει μια τέτοια οντότητα. Μπορεί και να υπάρχει. Θα ήθελα όμως στο σημείο αυτό να σας ζητήσω να αναρωτηθείτε: γιατί να υποθέσουμε ότι υπάρχει τέτοια οντότητα; Η ύπαρξή της δεν εξηγεί τίποτε. Δεν μας βοηθά να κατανοήσουμε καλύτερα τον κόσμο. Λέγοντας ότι τον κόσμο τον έφτιαξε και τον ελέγχει ένας θεός δεν παίρνουμε απάντηση σε κανένα ερώτημα. Γεννιούνται απλώς νέα ερωτήματα όπως, πώς δημιουργήθηκε ο ίδιος ο θεός; Ποια η φύση του; Ποια τα χαρακτηριστικά του;

Γιατί λοιπόν να υποθέσουμε ότι υπάρχει τέτοιος θεός; Σκεφτείτε το λιγάκι. Πώς σας ήρθε η ιδέα αυτή; Μήπως επειδή ήδη υπάρχουν πάρα πολλές θρησκευτικές παραδόσεις με τις οποίες γαλουχηθήκαμε και οι οποίες θεωρούν δεδομένη την ύπαρξη θεού; Μήπως επειδή μας στοιχίζει να αποχωριστούμε την παρήγορη και μεγαλειώδη ιδέα της ύπαρξης ενός επουράνιου πατέρα; Μήπως τελικά δεν έχουμε κανέναν λόγο να υποθέσουμε την ύπαρξη κανενός θεού;

Βεβαίως δεν μπορούμε και να την αποκλείσουμε. Μπορεί και να υπάρχει θεός. Αλλά πρώτον δεν το γνωρίζουμε και δεύτερον γνωρίζουμε ότι οι θεοί των γνωστών θρησκειών δεν υπάρχουν, όπως αποδείξαμε προηγουμένως. Με αυτά τα δεδομένα, είναι τουλάχιστον άστοχο να δομούμε τη ζωή μας γύρω από την πεποίθηση ότι όντως υπάρχει και είναι απαράδεκτο να επιτρέπουμε σε θρησκείες να καθορίζουν τις αρχές μας και να ελέγχουν την κοινωνία μας.

Ο άγνωστος θεός

Κλείνοντας θέλω να αφιερώσω δυο λόγια στην διαδεδομένη άποψη ότι ο θεός είναι το σύμπαν, η φύση, η αγάπη ή άλλες παρόμοιες έννοιες. Είπα προηγουμένως ότι για να ονομαστεί «θεός» μια οντότητα θα πρέπει να έχει τουλάχιστον ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά, μεταξύ αυτών αυτοσυνείδηση και βούληση. Διαφορετικά δεν ανταποκρίνεται καθόλου σε καμία από τις περί θεού αντιλήψεις.

Το σύμπαν, η φύση και η αγάπη δεν πληρούν αυτό το κριτήριο. Δεν έχουν αυτοσυνείδηση, δεν έχουν βούληση. Η γενεσιουργός αιτία του κόσμου, εάν δεν ήταν συνειδητή και δεν ήταν αποτέλεσμα βούλησης, δεν μπορεί να χαρακτηριστεί δημιουργός, παρά μόνον απλό φυσικό αίτιο. Η δε αγάπη είναι απλώς ένα συναίσθημα, δεν είναι καν οντότητα. Όσο υπέροχη και μεγαλειώδης αν είναι η αγάπη, όπως και η ευσπλαχνία, η αλληλεγγύη, η αυτοθυσία, το δέος, είναι όλα τους απλώς συναισθήματα. Δεν είναι οντότητες με αυτοσυνείδηση και βούληση άρα δεν είναι θεοί.

Το σύμπαν, η φύση και η αγάπη έχουν ήδη όνομα: λέγονται σύμπαν, φύση και αγάπη. Δεν συντρέχει κανένας λόγος να τους δώσουμε το όνομα «θεός». Μόνο σύγχυση δημιουργούμε έτσι. Κατανοώ και εδώ την ανάγκη πολλών να διατηρήσουν έναν δεσμό με την έννοια του «θεού» που τους παραδόθηκε από αγαπημένα πρόσωπα και που τους προσφέρει παρηγοριά και γαλήνη, αλλά αυτή η ανάγκη δεν αποτελεί απόδειξη ύπαρξης του θεού.

Στην πορεία της ανθρωπότητας, η έννοια του θεού ερχόταν να καλύψει πάντα τα κενά της γνώσης. Όσο η γνώση μας διευρύνεται, τόσο τα κενά αυτά μικραίνουν και τόσο η έννοια του θεού συρρικνώνεται. Είναι δικαίωμα καθενός να πιστεύει ότι υπάρχει κάποιος θεός με χαρακτηριστικά τέτοια που δεν μας επιτρέπουν να τον εντοπίσουμε ή να διαπιστώσουμε την ύπαρξή τους. Δεν είναι όμως δικαίωμα κανενός να μας επιβάλλει να σεβαστούμε αυτή την άποψη, να την διδάξουμε στα παιδιά μας και να επιτρέψουμε να επηρεάζει την ζωή μας.

Πού καταλήγουμε λοιπόν, τελικά υπάρχει θεός;

Για την απάντηση σε αυτό το ερώτημα, αν δεν έχετε ήδη καταλήξει σε συμπέρασμα, σας παραπέμπω στην αγαπημένη μου ιστοσελίδα The Official God FAQ.

Επίλογος

Ως υστερόγραφο, μια παρατήρηση για τους χριστιανούς.

Συχνά ακούμε να εκθειάζεται ο χριστιανισμός επειδή «δίνει ηθικές αρχές» και επειδή «είναι η θρησκεία της αγάπης». Δεν θα σταθώ εδώ στο γεγονός ότι πολύ λίγη αγάπη εκδήλωσαν οι εκπρόσωποι αυτής της θρησκείας στη μακραίωνη ιστορία της, ούτε στην αναξιότητα των ιερουργών της αλλά και των περισσότερων πιστών της, που υπολείπονται κατά πολύ από το ιδανικό που υποτίθεται ότι προβάλλουν. Δεν θα αναφέρω ότι η αγάπη είναι πανανθρώπινο συναίσθημα και αξία και δεν αποτελεί ούτε εφεύρημα ούτε μονοπώλιο του χριστιανισμού. Ούτε θα υπενθυμίσω ότι οι περίφημες ηθικές αξίες που παραδίδει ο χριστιανισμός απέχουν παρασάγγες από τις σύγχρονες αξίες που υιοθετούν και ακολουθούν στην πράξη οι περισσότεροι υποτιθέμενοι χριστιανοί.

Θα επισημάνω μόνο το εξής:

Λέγοντας ότι ο χριστιανισμός είναι καλός επειδή είναι θρησκεία της αγάπης, στην ουσία κρίνουμε τον χριστιανισμό. Όταν κρίνουμε κάτι, προφανώς έχουμε κάποιο ηθικό αξιολογικό κριτήριο που προέρχεται από μια πηγή ξένη προς αυτό το κάτι. Το ότι κρίνουμε τον χριστιανισμό σημαίνει ότι έχουμε ήδη ηθικές αρχές που τις αποκτήσαμε από κάπου αλλού και όχι από τον χριστιανισμό.

Λέγοντας ότι ο χριστιανισμός είναι καλός επειδή είναι θρησκεία της αγάπης, στην ουσία λέμε ότι η αγάπη είναι αξία υψηλότερη του χριστιανισμού, αφού τον κρίνουμε με βάση αυτήν. Και αποδεικνύουμε περίτρανα ότι ούτε καν οι χριστιανοί δεν αντλούν ηθικές αρχές από τον χριστιανισμό, αφού τον κρίνουν και τον αξιολογούν. Αν θεωρούσαν όντως τον χριστιανισμό βάση των αρχών τους, δεν θα τον έκριναν.

Ειρήσθω εν παρόδω, προσωπικά δεν θεωρώ αξία την αγάπη και θεωρώ άστοχη την θεοποίησή της και την επιβολή της με μορφή εντολής. Η αγάπη είναι ένα υπέροχο συναίσθημα, αλλά γεννιέται αυθόρμητα, δεν επιβάλλεται. Επιπλέον, είναι ανθρωπίνως αδύνατον να νιώσουμε αγάπη για όλους τους ανθρώπους του κόσμου. Αγάπη νιώθουμε μόνο για τα οικεία μας πρόσωπα διότι έτσι λειτουργούν οι άνθρωποι. Το περίφημο «αγαπάτε αλλήλους» και «αγάπα τον πλησίον σου ως σεαυτόν» έχει νόημα μόνο σε πολύ μικρές ομάδες ανθρώπων, όπου μπορείς όντως να αγαπήσεις όλους τους άλλους, διότι είναι λίγοι και βρίσκονται όντως κοντά μεταξύ τους. Δεν μπορεί να γενικευθεί ως οδηγός ζωής. Το μόνο που πετυχαίνουμε γενικεύοντάς την και προσπαθώντας να αγαπάμε τους πάντες είναι να αποτυγχάνουμε οικτρά και να νιώθουμε ότι υπολειπόμαστε του ιδανικού.

Αντί της αγάπης, προτείνω ως αξία την αλληλεγγύη.

Η αλληλεγγύη, αντίθετα με την αγάπη, δεν είναι συναίσθημα αλλά συμπεριφορά. Ως τέτοια μπορεί να επιβληθεί και να καλλιεργηθεί. Μπορούμε να θέσουμε ως στόχο να φερόμαστε αλληλέγγυα, χωρίς αναγκαστικά να πρέπει να αγαπήσουμε τους πάντες. Ας βάλουμε λοιπόν στόχο, αν θέλετε, να γίνουμε όλοι αλληλέγγυοι και να μείνουμε όσο το δυνατόν πιστότεροι στις αξίες και τις αρχές του ανθρωπισμού, που αν μη τι άλλο είναι ρεαλιστικές και εκπορεύονται από τις πραγματικές ανθρώπινες δυνατότητες και ανάγκες.
 
~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~
 
Ενημέρωση 22/10/2022: προστέθηκε η ενότητα "Περί θαυμάτων" που συμπληρώνει το παρόν άρθρο.

Πέμπτη 15 Μαΐου 2014

ΜΕ ΚΑΘΕ ΣΕΒΑΣΜΟ

Στην προηγούμενη ανάρτησή μου έγραψα διάφορα κακόγλωσσα περί αγίου φωτός και πιστών και άνοιξα το θέμα περί σεβασμού στα "θεία", το οποίο αναπτύσσω τώρα, όπως υποσχέθηκα.

Είναι πολύ διαδεδομένη, κοινωνικά καθιερωμένη θα έλεγα, η άποψη ότι "δεν πρέπει να θίγουμε τα ιερά και τα όσια", "δεν πρέπει να προσβάλλουμε τα θεία", "πρέπει να σεβόμαστε την πίστη", "πρέπει να σεβόμαστε τις θρησκευτικές πεποιθήσεις". Ευτυχώς έχει αρχίσει και ακούγεται αρκετά πλέον και η άλλη άποψη, ότι δηλαδή δεν οφείλουμε κανένα σεβασμό στην πίστη, ούτε στις θρησκευτικές πεποιθήσεις, ούτε στα θεία, τα ιερά και τα όσια. Σεβασμό οφείλουμε στους συμπολίτες και συνανθρώπους μας. Σεβασμό οφείλουμε στο δικαίωμα να τρέφουν όποιες πεποιθήσεις θέλουν - όχι όμως στις ίδιες τις πεποιθήσεις αυτές καθαυτές.

Οι πεποιθήσεις, ακόμη και οι θρησκευτικές, είναι ιδέες. Βρίσκονται μόνο μέσα στο μυαλό των ανθρώπων - δεν είναι αυθύπαρκτες οντότητες, ούτε έχουν αυτοσυνείδηση και ευθιξία, για να χρήζουν σεβασμού. Αλίμονο αν δεν κάνουμε κριτική στις ιδέες, όσο κι αν αυτό προκαλεί αναστάτωση σε κάποιους. Αλίμονο αν περιορίσουμε την ελευθερία της έκφρασης επειδή ορισμένοι αισθάνονται τόση ταύτιση με τις ιδέες τους ώστε να μην μπορούν να τις διαχωρίσουν από τον εαυτό τους, και να νομίζουν ότι θίγοντας αυτές θίγουμε προσωπικά τους ίδιους. Αλίμονο αν θέσουμε κάποιες ιδέες στο απυρόβλητο, έστω και από τη σάτιρα, την ειρωνία ή και την προσβολή ακόμη, επειδή είναι προκαλούμε συναισθηματική αναστάτωση σε ορισμένους. Αφήνω κατά μέρος το πόσο υποκριτικό είναι να κάνουμε τόση φασαρία για τη σάτιρα και την προσβολή κατά ιερών και οσίων, όταν την ανεχόμαστε ήδη σιωπηρά χρόνια τώρα, με δεκάδες κωμικούς να σατιρίζουν τους παπάδες από σκηνής, με εκατοντάδες μασκαράδες ντυμένους σέξι καλόγριες και παπάδες τα καρναβάλια, με χιλιάδες ανέκδοτα για παπάδες, καλογέρους, χριστούς και παναγίες και θεούς ακόμη να κυκλοφορούν από στόμα σε στόμα - αυτά δεν είναι προσβλητικά, δεν είναι υβριστικά, δεν είναι βλάσφημα; Ή μήπως απλώς είναι κοινωνικά οριοθετημένα ώστε να μην ενοχλούν βάσει μιας σιωπηρής συμφωνίας; Και αν είναι έτσι, πόσο τρομερό είναι να δεχτούμε ότι τα κοινωνικά όρια μπορούν και να μετακινηθούν, ώστε να μην υπάρχουν ιδέες και πεποιθήσεις "πιο ίσες" από άλλες;

Όταν μας ζητούν να σεβόμαστε τις θρησκευτικές πεποιθήσεις, στην πραγματικότητα αυτό που περιμένουν από εμάς είναι να αποσιωπούμε τις δικές μας πεποιθήσεις επί του θέματος. Να μην πούμε όλα όσα σκεφτόμαστε σχετικά με τις πεποιθήσεις αυτές, για να μην στενοχωρήσουμε τους φορείς τους. Να αποκρύψουμε τις απόψεις μας, να αποσιωπήσουμε τις ιδέες μας. Είναι όμως σεβασμός αυτό; Υποστηρίζω ότι είναι ακριβώς το αντίθετο: είναι έλλειψη σεβασμού. Είναι υποτίμηση, είναι απαξίωση, είναι συγκατάβαση. Έτσι φερόμαστε στους τρελούς και στους ηλίθιους: δεν τους λέμε ότι αυτά που πιστεύουν τα θεωρούμε παλαβομάρες και βλακείες. Κάνοντάς το όμως αυτό, όχι μόνο δεν τους σεβόμαστε, αλλά τους τοποθετούμε ένα σκαλί χαμηλότερα από εμάς, περνιόμαστε για ανώτεροι πνευματικά και τους κατατάσσουμε σε μια βαθμίδα με την οποία απαξιούμε να συναναστραφούμε.

Ε λοιπόν όχι φίλοι μου, δεν θέλω να το κάνω αυτό. Δεν θέλω να απαξιώσω τους θρήσκους και θεϊστές συνανθρώπους μου υιοθετώντας μια υποκριτική συμπεριφορά. Δεν θέλω να παριστάνω ότι σέβομαι τις πεποιθήσεις τους: προτιμώ να σεβαστώ αυτούς τους ίδιους.

Αποσιωπώντας την άποψή μας, δίνουμε την εντύπωση ότι μάλλον συμφωνούμε. Βεβαίως δεν έχουμε δηλώσει ρητή συμφωνία, αλλά αφήνουμε περιθώριο να ερμηνευτεί η σιωπή μας κατά το δοκούν, και βεβαίως θα ερμηνευτεί όπως βολεύει τον καθένα: κατά πάσα πιθανότητα θα θεωρηθεί ότι συμμεριζόμαστε τις ίδιες απόψεις και οπωσδήποτε ότι δεχόμαστε ασμένως τις απόψεις του συνομιλητή μας. Πολύ πιο απίθανο είναι να θεωρηθεί ότι δεν έχουμε άποψη και ακόμη πιο απίθανο να θεωρηθεί ότι διαφωνούμε αλλά θεωρούμε καλύτερο να μην το δείξουμε - που είναι και η αλήθεια εν προκειμένω. Γιατί άραγε όμως θεωρούμε καλύτερο να κάνουμε την πάπια; Δύο λόγοι μπορεί να υπάρχουν: είτε επειδή φοβόμαστε την αντίδραση του συνομιλητή μας - πράγμα που μπορεί να ισχύει σε κάποιες καταστάσεις τύπου Ιράν και Αφγανιστάν αλλά θέλω να ελπίζω ότι δεν ισχύει στις συνήθεις κοινωνικές συναναστροφές της Ελλάδας του σήμερα - είτε επειδή τον θεωρούμε ανάξιο να συνομιλήσει μαζί μας. Θέλουμε στ' αλήθεια να επιδείξουμε τέτοια συναισθήματα; Θέλουν στ' αλήθεια οι θρήσκοι να τους αντιμετωπίσουμε έτσι; 

Εγώ πάντως δεν θέλω, και ελπίζω ούτε κι εκείνοι.

Διότι εγώ σέβομαι πολύ τους συνανθρώπους μου.

Σέβομαι την ευφυία τους, την αντιληπτική και την διαλεκτική τους ικανότητα, το δυναμικό τους για προσωπική ανάπτυξη. Σέβομαι επίσης τη γνώση και τη μόρφωσή τους, την καλλιέργειά τους, την επιθυμία τους για αυτοβελτίωση. Σέβομαι τους ίδιους ως ανθρώπους.

Και ακριβώς επειδή τους σέβομαι, τους λέω ειλικρινά τη γνώμη μου.

Για όλα τα θέματα.

Χωρίς εξαίρεση.

Και θέλω να μπορώ να τους λέω ειλικρινά ότι κατά τη γνώμη μου η πίστη στο μεταφυσικό, είτε αυτό λέγεται ζώδια, είτε νεράιδες, είτε φαντάσματα, είτε χριστός, είτε παναγία, είτε θεός, είναι δυνάμει επικίνδυνη, διανοητικά περιοριστική, παράλογη, αβάσιμη και ανάξια σεβασμού.

Με κάθε σεβασμό.


Υστερόγραφο:

Θα δώσω κι ένα παράδειγμα βγαλμένο από τη ζωή, για να μη νομίζετε ότι θεωρητικολογώ.

Έχω μια καλή φίλη η οποία βλέπει Λιακόπουλο. Μια μέρα λοιπόν μου έσκασε το παραμύθι ότι οι αρχαίοι έλληνες θεοί ήταν εξωγήινοι. Σε πρώτη φάση δεν πίστευα στ' αυτιά μου, λέω, δεν είναι δυνατόν, σοβαρά μιλάει; Σοβαρά μιλούσε. Μπλόκαρα, δεν ήξερα πώς να αντιδράσω. Στο δικό μου μυαλό όλα αυτά είναι αυτονόητα μπούρδες τις οποίες προσπερνώ ασκαρδαμυκτί. Όμως στο δικό της είχαν βάση, και ήταν φίλη μου, άρα δεν μπορούσα να το αγνοήσω. Διότι αν το αγνοούσα, θα πρόδινα τη φιλία μας. Θα ήταν σα να της έλεγα ψέματα. Την άκουσα λοιπόν, δέχτηκα και να διαβάσω ένα σχετικό βιβλίο. Μάλιστα φίλοι μου, και το διάβασα στα σοβαρά, υπογράμμισα και τα σημαντικά σημεία. Και μετά όταν συναντηθήκαμε, της είπα τη γνώμη μου. Με επιχειρήματα - τα οποία δεν θα αναπτύξω τώρα εδώ - με ειλικρίνεια και σεβασμό.

Η φίλη αυτή είναι επίσης πιστή χριστιανή. Όταν ανέφερα μπροστά της, εδώ και  πολλά χρόνια, για πρώτη φορά το γεγονός ότι δεν πιστεύω, φρίκαρε. Δεν το περίμενα καθόλου, δεν είχα συνειδητοποιήσει πόσο σημαντική ήταν η πίστη της για εκείνη. Δεν είναι βλέπετε καμιά θεούσα, αλλά ούτε και γιαλαντζί χριστιανή: πιστεύει στ' αλήθεια ότι ο Χριστός υπάρχει και νοιάζεται για εκείνη. Όταν λοιπόν είπα, ενώ τρώγαμε σε μια ταβέρνα με παρέα, ότι σκέφτομαι να αποστατήσω, έπαθε σοκ. Και τι είναι αυτά που λες, σκέψου την ψυχή σου, σκέψου καλά, γιατί θες να το κάνεις αυτό - αναστατώθηκε πολύ, κι εγώ το ίδιο, γιατί δεν περίμενα τέτοια αντίδραση. Αργότερα έγιναν κι άλλες συζητήσεις, κι ομολογώ ότι μπήκα στον πειρασμό να την παραμυθιάσω "για να μην την στενοχωρώ", που σημαίνει για να έχω ήσυχο το κεφάλι μου. Τι φιλία όμως θα είχαμε έτσι; Μια φιλία νερόβραστη, με περιορισμούς, όπου ένα κομμάτι μας θα έμενε πάντοτε απ' έξω. Μια φιλία λειψή, κολοβή. Προτίμησα να είμαι ειλικρινής μαζί της ως προς το τι πιστεύω και τι όχι και τι άποψη έχω για τη θρησκευτική πίστη, κι εκείνη φυσικά το ίδιο από την πλευρά της. Και είμαστε ακόμη φίλες, είκοσι χρόνια αργότερα.

Ειλικρίνεια και ευθύτητα δεν σημαίνει αναγκαστικά προσβολή και σκαιότητα. Μπορούμε να εκφραζόμαστε με ειλικρίνεια και σεβασμό ταυτόχρονα. Φυσικά υποστηρίζω ότι έχουμε δικαίωμα και να προσβάλλουμε, να χλευάσουμε, να κοροϊδέψουμε οποιεσδήποτε πεποιθήσεις - με τη διαφορά βέβαια ότι στην περίπτωση αυτή δεν έχουμε τακτ, όπως λέει κι ο φίλος μου ο Idom.

Και τώρα περιμένω να έλθει να μου την πει, σαν καλός φίλος, με κάθε σεβασμό. :)

Δευτέρα 3 Ιουνίου 2013

Ο αθεϊσμός σήμερα στην Ελλάδα και το εξωτερικό

Το κείμενο αυτό, όπως και η προηγούμενη ανάρτησή μου, παρουσιάστηκε ως ομιλία στα πλαίσια ενός κύκλου έξι ομιλιών με θέμα των αθεϊσμό που πραγματοποίησε η Ένωση Αθέων στον ελεύθερο κοινωνικό χώρο Nosotros.


Σύγχρονες αθεϊστικές οργανώσεις και κινήματα παγκοσμίως. Ιστορική σύνδεση του αθεϊστικού ρεύματος με τις σύγχρονες τάσεις. Παγκόσμια κατανομή ποσοστών των άθεων και άθρησκων και παράγοντες που τα επηρεάζουν. Σχέση του κοσμικού κράτους με το αθεϊστικό κίνημα.

Εισαγωγή
Όπως είδαμε στις τέσσερις πρώτες ομιλίες αυτού του κύκλου, ο αθεϊσμός έχει μακρά ιστορία. Ξεκινά από την αρχαία Ελλάδα και φτάνει ως τις μέρες μας μέσα από μια μεγάλη πορεία, με σημαντικότερο ίσως σταθμό την εποχή του Διαφωτισμού. Τότε διατυπώθηκαν για πρώτη φορά οι αρχές του Ανθρωπισμού, οι οποίες αντικαθιστούν τις εξ αποκαλύψεως ηθικές επιταγές των θρησκευτικών δογμάτων στη συνείδηση πολλών ανθρώπων και συνιστούν μία από τις πιο πρόσφορες εναλλακτικές επιλογές στην θρησκευτική ηθικολογία. Σημαντική υπήρξε επίσης η διατύπωση της βάσης του αγνωστικισμού τον 19ο αιώνα από τον Χάξλεϋ, ο οποίος έθεσε το θεμέλιο μιας νέας γνωσιολογικής και συνειδησιακής προσέγγισης στην υπόθεση της ύπαρξης θεοτήτων.
Ο αθεϊσμός είναι παρών στην ιστορία της ανθρωπότητας, με τη μία ή την άλλη μορφή, τα τελευταία δυόμιση χιλιάδες χρόνια. Ωστόσο μοιάζει να υπήρξε πάντα περισσότερο θέμα των διανοητών και των φιλοσόφων. Στην εποχή μας για πρώτη φορά αποκτά λαϊκές διαστάσεις και γίνεται έκδηλος ως φιλοσοφική θέση και στάση ζωής σε μεγάλη μερίδα του πληθυσμού, ιδίως στις πιο προηγμένες πολιτιστικά χώρες. Το φαινόμενο αυτό μπορεί να αποδοθεί αφ’ ενός στην οικονομική ευμάρεια, η οποία αφήνει περιθώριο για φιλοσοφικούς προβληματισμούς στον ευρύτερο πληθυσμό και όχι μόνο σε ευκατάστατους αριστοκράτες, και αφ’ ετέρου στη διάδοση του δημοκρατικού πολιτεύματος, η οποία επιτρέπει την ελεύθερη έκφραση όλων των πεποιθήσεων και αίρει τις απαγορεύσεις που επέβαλλαν παλιότερα οι ισχυροί θρησκευτικοί οργανισμοί μέσω των κρατικών εξουσιαστικών μηχανισμών.

Ο αθεϊσμός σήμερα
Η σύγχρονη έκφανση του αθεϊσμού ονομάζεται συχνά και «νέος αθεϊσμός» και  εκφράζεται από πολλούς διανοητές, με αποτέλεσμα να υπάρχει πληθώρα δημοσιευμάτων και έντονος δημόσιος διάλογος γύρω από το θέμα. Οι πιο γνωστοί και χαρακτηριστικοί εκπρόσωποι του αθεϊσμού στην εποχή μας είναι ο εξελικτικός βιολόγος Ρίτσαρντ Ντόκινς (Richard Dawkins), ο γνωσιολόγος Ντάνιελ Ντένετ (Daniel Dennett), ο νευροεπιστήμονας Σαμ Χάρις (Sam Harris), και ο δημοσιογράφος Κρίστοφερ Χίτσενς (Christopher Hitchens, πέθανε το 2011), γνωστοί και ως «τέσσερις καβαλάρηδες της αθεΐας», σε αντιδιαστολή με τους τέσσερις καβαλάρηδες της Αποκάλυψης του Ιωάννη. Η γραφική αυτή ονομασία χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 2007 σε μια συζήτηση όπου συμμετείχαν και οι τέσσερις και καθιερώθηκε άτυπα. Βεβαίως αυτοί οι τέσσερις δεν είναι οι μόνοι εκπρόσωποι του νέου αθεϊσμού, αλλά τα ονόματά τους, ιδίως αυτό του Ντόκινς, έχουν προσλάβει συμβολικές διαστάσεις για το αθεϊστικό κίνημα, και όχι άδικα.
Μεγάλο μέρος των θέσεων του νέου αθεϊσμού βασίστηκε σε δημοσιεύματα των τεσσάρων αυτών συγγραφέων. Το 2004 κυκλοφόρησε το βιβλίο The End of Faith του Σαμ Χάρις (Το τέλος της πίστης, Ενάλιος 2008), που έγινε μπεστ σέλερ στις ΗΠΑ. Ο Χάρις πήρε αφορμή από τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, τα οποία απέδωσε ευθέως στην επιρροή του Ισλάμ, ασκώντας ταυτόχρονα έντονη κριτική στον Χριστιανισμό και τον Ιουδαϊσμό. Δυο χρόνια αργότερα κυκλοφόρησε το Letter to a Christian Nation (Επιστολή προς ένα χριστιανικό έθνος, Κέδρος 2007), μια δριμεία κριτική κατά του Χριστιανισμού. Την ίδια χρονιά, το 2006, ο Ρίτσαρντ Ντόκινς γύρισε το τηλεοπτικό ντοκιμαντέρ The Root of All Evil? (Η ρίζα κάθε κακού;) όπου επικρίνει τη θρησκεία ως πηγή δεινών για την ανθρωπότητα, και δημοσίευσε το βιβλίο The God Delusion (Η περί θεού αυταπάτη, Κάτοπτρο 2007), όπου ασκεί σφοδρή κριτική στην ιδέα του Θεού σε όλες τις μορφές της, καταρρίπτει τα κύρια επιχειρήματα υπέρ της θρησκείας και καταδεικνύει ότι η ύπαρξη ενός ανώτερου όντος είναι εξαιρετικά απίθανο ενδεχόμενο.
Άλλα ορόσημα υπήρξαν τα βιβλία Traité d'athéologie: Physique de la métaphysique του Μισέλ Ονφρέ (Michel Onfray) το 2005 (Πραγματεία περί αθεολογίας: Φυσική της μεταφυσικής, Εξάντας 2006, αγγλικός τίτλος Atheist Manifesto: The Case Against Christianity, Judaism, and Islam), Breaking the Spell: Religion as a Natural Phenomenon του Ντάνιελ Ντένετ το 2006 (Απομυθοποίηση: καταρρίπτοντας το μύθο της θρησκείας, Βάνιας 2007), God: The Failed HypothesisHow Science Shows That God Does Not Exist του Βίκτορ Στένγκερ (Victor Stenger) το 2007 και God Is Not Great: How Religion Poisons Everything του Κρίστοφερ Χίτσενς την ίδια χρονιά (Ο θεός δεν είναι μεγάλος: Πώς η θρησκεία δηλητηριάζει τα πάντα, Scripta 2008). Ο Στένγκερ στο προαναφερθέν βιβλίο παρουσιάζει το γνωστό επιχείρημα που πρωτοσυναντάμε στους Επικούρειους, ότι ένας θεός παντογνώστης, πανάγαθος και παντοδύναμος, τον οποίο αποκαλεί «θεό 3Π», δεν μπορεί λογικά να υπάρχει. Μια σειρά από παρόμοια επιχειρήματα της ανυπαρξίας του θεού με βάση διάφορες ιδιότητες που του έχουν κατά καιρούς αποδοθεί παρουσιάζεται στο βιβλίο The Impossibility of God (Η αδυνατότητα της ύπαρξης θεού) των Michael Martin και Ricki Monnier, καθώς και στο άρθρο του Theodore Drange Incompatible-Properties Arguments (Επιχειρήματα εκ της ασυμβατότητας ιδιοτήτων). Άλλο σημαντικό βιβλίο που κυκλοφόρησε το 2007 είναι το The portable atheist (Η βίβλος του άθεου, Polaris 2012), μια συλλογή αθεϊστικών κειμένων που ανθολόγησε και προλόγισε ο Χίτσενς.
Ο νέος αθεϊσμός απορρίπτει την άποψη των μη αλληλεπικαλυπτόμενων γνωστικών πεδίων (non-overlapping magisteria, NOMA) την οποία υποστηρίζει ο παλαιοντολόγος, εξελικτικός βιολόγος και ιστορικός της επιστήμης Στίβεν Τζέι Γκουλντ (Stephen Jay Gould). Σύμφωνα με την ΝΟΜΑ, η επιστήμη και η θρησκεία μπορούν να περιοριστούν σε διακριτές και μη αλληλεπικαλυπτόμενες περιοχές της γνώσης: η επιστήμη μπορεί να περιοριστεί στην εμπειρική περιοχή, αναπτύσσοντας θεωρίες που περιγράφουν τα δεδομένα του πειράματος και της παρατήρησης, ενώ η επιστήμη θα ασχολείται με τα ερωτήματα σχετικά με το νόημα της ύπαρξης και τις ηθικές αξίες. Οι διανοητές του νέου αθεϊσμού, ωστόσο, ισχυρίζονται ότι αυτή η άποψη είναι αβάσιμη, δεδομένου ότι στην πράξη υφίσταται αλληλεπικάλυψη των γνωστικών πεδίων θρησκείας και επιστήμης. Ένα πολύ απλό παράδειγμα είναι το γεγονός ότι η θρησκεία, ισχυριζόμενη ότι το σύμπαν δημιουργήθηκε εκ προθέσεως από ένα ενσυνείδητο ον, προβάλλει έναν ισχυρισμό ο οποίος αφορά τη λειτουργία του φυσικού κόσμου και ως εκ τούτου εμπίπτει στο γνωστικό πεδίο της επιστήμης. Τέτοια παραδείγματα υπάρχουν πολλά: στην πραγματικότητα, κάθε ισχυρισμός για τη φύση του κόσμου, από όποια πηγή και αν προέρχεται, αποτελεί αντικείμενο αμφισβήτησης και επαλήθευσης, δηλαδή αντικείμενο επιστημονικής διερεύνησης.

Ορισμοί

Στο σημείο αυτό θεωρώ σκόπιμο να επαναλάβω εν τάχει τους ορισμούς των κατηγοριοποιήσεων στη θεώρηση του ζητήματος του θεού, τους οποίους είχα αναφέρει και στην προηγούμενη ομιλία μου.
Όσον αφορά την πίστη σε θεότητα: θεϊστές, ντεϊστές και αθεϊστέςάθεους).
Όσον αφορά την γνωσιολογική προσέγγιση: αγνωστικιστές και μη αγνωστικιστές.
Όσον αφορά την ένταξη σε θρήσκευμα: θρήσκους και άθρησκους.
Ανάμεσα στις παραπάνω κατηγορίες μπορεί να υπάρξει οποιοσδήποτε συνδυασμός, ακόμη και θρήσκος αθεϊστής. Είναι πολλοί οι Έλληνες που αυτοχαρακτηρίζονται Χριστιανοί Ορθόδοξοι, συμμετέχουν περιστασιακά στα τελετουργικά και τηρούν ορισμένα έθιμα, ενώ παράλληλα δεν υιοθετούν το δόγμα στην ολότητά του, δεν πιστεύουν στην ύπαρξη θεού, και δεν φαίνονται να βιώνουν καμία αντίφαση.
Ας δούμε λίγο τώρα τις έννοιες που αναφέραμε.
Θρήσκος θεωρείται αυτός που αυτοχαρακτηρίζεται ως οπαδός συγκεκριμένου θρησκεύματος, συνήθως δε (αλλά όχι πάντα) και ως μέλος συγκεκριμένου θρησκευτικού οργανισμού.
Ο άθρησκος, αντίθετα, δεν εντάσσεται σε συγκεκριμένο θρήσκευμα. Ενδέχεται να πιστεύει σε θεότητες, δηλαδή να είναι θεϊστής, αλλά όχι στο πλαίσιο κάποιας θρησκείας. Η αθρησκεία μπορεί να συμβαδίζει με την αθεΐα, τον ντεϊσμό, τον θεϊσμό ή τον αγνωστικισμό.
Οι όροι αθεϊσμός και αθεΐα είναι συνώνυμοι και δηλώνουν την οντολογική θέση που απορρίπτει την ύπαρξη θεοτήτων. Περιλαμβάνει τόσο τις απόψεις εκείνων που δεν πιστεύουν στην ύπαρξη θεοτήτων (αρνητικός αθεϊσμός) όσο κι εκείνων που είναι πεπεισμένοι για την ανυπαρξία τέτοιων οντοτήτων (θετικός ή σκληροπυρηνικός αθεϊσμός). Οι περισσότεροι άνθρωποι όταν λένε αθεϊσμός εννοούν τη δεύτερη κατηγορία. Ωστόσο η εμπειρία μου μέσα από την Έν.Α. μου έδειξε ότι στην πλειοψηφία τους όσοι δηλώνουν άθεοι ανήκουν στην πρώτη.
Ο αθεϊσμός είναι ο αντίποδας του θεϊσμού, δηλαδή της πεποίθησης ότι υπάρχει θεότητα ή θεότητες. Ως «θεότητα» νοείται εν γένει μια υπερφυσική οντότητα που έπαιξε ρόλο στη δημιουργία του κόσμου και εξακολουθεί να παίζει ρόλο στη λειτουργία του και να αλληλεπιδρά με τους ανθρώπους. Οι περισσότερες θεότητες των παραδοσιακών θρησκειών είναι προσωπικές και έχουν βούληση και πρόθεση, υπάρχουν όμως και θεότητες απρόσωπες και χωρίς πρόθεση, όπως είναι το βράχμα ή το τάο.
Ντεϊσμός ονομάζεται η πεποίθηση ότι υπάρχει ένα ανώτατο ον το οποίο έπαιξε ρόλο στην δημιουργία του σύμπαντος, αλλά στη συνέχεια έπαψε να εμπλέκεται στη λειτουργία του. Με άλλα λόγια, είναι η πίστη στην ύπαρξη ενός θεού μη προσωπικού ο οποίος δεν αλληλεπιδρά με τους ανθρώπους ούτε με τον κόσμο γενικά. Πολλοί άνθρωποι είναι ντεϊστές χωρίς να το γνωρίζουν, διότι ο όρος δεν είναι ευρύτερα γνωστός.
Αγνωστικισμός ονομάζεται η φιλοσοφική θεώρηση ότι η αλήθεια ορισμένων μεταφυσικών υποθέσεων, όπως οι θεολογικοί ισχυρισμοί που αφορούν την ύπαρξη του Θεού, των θεών ή θεοτήτων, είναι είτε προς το παρόν άγνωστη είτε εγγενώς απρόσιτη. Ο όρος αυτός πλάστηκε από τον Τόμας Χένρυ Χάξλεϋ στα 1869 και χρησιμοποιείται επίσης για να περιγράψουν μια σκεπτικιστική ή διπλωματική στάση σχετικά με την ύπαρξη θεοτήτων καθώς και με άλλα ζητήματα της θρησκείας.
Όσοι αυτοχαρακτηρίζονται αγνωστικιστές χωρίζονται σε δύο γενικές κατηγορίες: αυτούς που ισχυρίζονται ότι δεν είναι δυνατόν να κατακτήσουμε απόλυτη ή βέβαιη πνευματική ή μεταφυσική γνώση, και σε εκείνους που πρεσβεύουν ότι ενώ η βεβαιότητα ενδέχεται να είναι δυνατή, οι ίδιοι προσωπικά δεν κατέχουν τέτοια γνώση. Η δεύτερη κατηγορία είναι μακράν η πολυπληθέστερη σήμερα, τουλάχιστον απ’ όσο είμαι σε θέση να γνωρίζω εμπειρικά. Και στις δύο περιπτώσεις, ο αγνωστικισμός εμπεριέχει σκεπτικισμό απέναντι στις θρησκευτικές βεβαιώσεις, αλλά οι δύο περιπτώσεις διαφέρουν κατά πολύ μεταξύ τους: η πρώτη κατηγορία κάνει μια δήλωση σχετικά με τη φύση της γνώσης, ενώ η δεύτερη κάνει απλώς μια δήλωση για την προσωπική γνωσιολογική κατάσταση του υποκειμένου, είναι ένα απλό «δεν ξέρω» που απαντά στο ερώτημα «υπάρχει θεός;» Έτσι λοιπόν διακρίνουμε δύο πολύ διαφορετικές αγνωστικιστικές θέσεις:
Ισχυρός αγνωστικισμός  (σκληροπυρηνικός, κλειστός, αυστηρός) — η άποψη ότι το ερώτημα για την ύπαρξη των θεοτήτων είναι από τη φύση του ανεξιχνίαστο ή ότι τα ανθρώπινα όντα δεν είναι κατάλληλα εξοπλισμένα να κρίνουν τις σχετικές ενδείξεις.
Ασθενής αγνωστικισμός (μετριοπαθής, ανοιχτός, εμπειρικός) — η άποψη ότι η ύπαρξη ή η ανυπαρξία του Θεού ή των θεών είναι προς το παρόν άγνωστη, όχι όμως απαραίτητα ανεξιχνίαστη, επομένως αναβάλλει κανείς την κρίση του μέχρις ότου περισσότερες αποδείξεις είναι διαθέσιμες.
Από τις δύο παραπάνω θέσεις, μόνον η πρώτη ταυτίζεται με τον γνήσιο αγνωστικισμό όπως ορίστηκε από τον Χάξλεϋ. Παρατηρούμε δε ότι ο γνήσιος αγνωστικισμός δεν συνιστά θρησκευτική πεποίθηση αλλά φιλοσοφική θεώρηση της γνώσης, και είναι συμβατός με όλες τις θρησκευτικές πεποιθήσεις. Μπορεί κανείς να είναι αγνωστικιστής θεϊστής, αγνωστικιστής ντεϊστής ή αγνωστικιστής αθεϊστής, και μπορεί να είναι είτε θρήσκος είτε άθρησκος.
Τέλος αξίζει να αναφέρουμε και τον θρησκευτικό αδιαφορισμό, ολοένα και πιο διαδεδομένο στις μέρες μας. Ο θρησκευτικά αδιάφορος δεν λαμβάνει θέση στο ζήτημα της ύπαρξης θεότητας, όχι επειδή θεωρεί ότι δεν μπορεί να γνωσθεί, ούτε επειδή αισθάνεται ότι δεν έχει επαρκή πληροφόρηση, ούτε επειδή προτιμά να μην εμπλακεί σε ένα αμφιλεγόμενο και ακανθώδες ζήτημα, αλλά επειδή απλούστατα αισθάνεται ότι δεν τον αφορά το θέμα. Δεν τον ενδιαφέρει καν αν υπάρχει θεός ή όχι. Ενδέχεται να συμπεριφέρεται ως θρήσκος ή ως άθρησκος, ανάλογα με τις επιταγές του κοινωνικού του περιβάλλοντος, αλλά η οντολογική του τοποθέτηση είναι ουσιαστικά ανύπαρκτη.

Ποσοστά αθέων και αθρήσκων

Τα ποσοστά των αθεϊστών παρουσιάζουν ορισμένες δυσκολίες στον υπολογισμό τους. Η πρώτη δυσκολία έγκειται στο γεγονός ότι δεν αποδίδουν όλοι στον όρο «άθεος» την ίδια ερμηνεία, με αποτέλεσμα  να μην μπορεί να χαραχτεί εύκολα μια διαχωριστική γραμμή μεταξύ άθεων, άθρησκων και αγνωστικιστών, ή ακόμη και μη-θεϊστικών θρησκευτικών ή πνευματικών πεποιθήσεων. Πολλές έρευνες κατηγοριοποιούν χωριστά τους άθεους από τους αγνωστικιστές, ενώ αυτές οι δύο κατηγορίες αλληλεπικαλύπτονται σε σημαντικό βαθμό και υπάρχουν πολλοί που αυτοπροσδιορίζονται ως «άθεοι αγνωστικιστές». Άλλες ομαδοποιούν όλους τους παραπάνω ως «μη θρησκευόμενους», κατηγορία η οποία έχει αναδειχθεί ως η ταχύτερα αυξανόμενη στις ΗΠΑ σε απόλυτους αριθμούς, από μια έρευνα για το χρονικό διάστημα 1990-2001.
Επιπλέον, πολλοί άνθρωποι που δεν πιστεύουν σε θεό κι επομένως είναι ουσιαστικά άθεοι, ενδέχεται να μην αυτοχαρακτηρίζονται έτσι, είτε λόγω της αρνητικής φόρτισης με την οποία έχει επιβαρυνθεί η λέξη «άθεος» στην πορεία της ιστορίας είτε από φόβο για κοινωνικό στιγματισμό, διακρίσεις ή ακόμη και διωγμούς που συμβαίνουν ακόμη και σήμερα σε ορισμένες κοινωνίας.
Δεδομένου ότι ορισμένες κυβερνήσεις επέβαλλαν βίαια τον αθεϊσμό ενώ άλλες τον καταδίκασαν εξίσου βίαια, τα ποσοστά των δηλωμένων άθεων στις αντίστοιχες χώρες είναι επηρεασμένα από αυτήν την κρατική παρέμβαση και κατά πάσα πιθανότητα δεν ανταποκρίνονται στα αναμενόμενα ποσοστά αθέων που θα είχαμε αν ο πληθυσμός ένιωθε ελεύθερος να συλλογιστεί και να εκφραστεί.
Οι στατιστικές για τον αθεϊσμό δυσκολεύονται να παρουσιάσουν μια ακριβή εικόνα της πραγματικότητας, για διάφορους λόγους. Ο αθεϊσμός είναι μια θέση συμβατή με άλλες πεποιθήσεις. Πολλοί αγνωστικιστές, βουδιστές, ινδουιστές, τζαϊνιστές και ταοϊστές αυτοχαρακτηρίζονται άθεοι. Αρκετοί Εβραίοι και σιντοϊστές τηρούν τα λατρευτικά έθιμα της παραδοσιακής θρησκείας των προγόνων τους, ενώ στην ουσία είναι άθεοι. Όταν λοιπόν μια δημοσκόπηση προσφέρει περιορισμένες επιλογές στις απαντήσεις, ορισμένοι μπορεί να  χρησιμοποιήσουν άλλους όρους για να περιγράψουν τις πεποιθήσεις τους. Ορισμένοι οργανισμοί που συλλέγουν στατιστικά στοιχεία των πληθυσμών ενδέχεται να παρερμηνεύσουν τα αποτελέσματα, είτε εσκεμμένα είτε όχι. Ο σχεδιασμός μιας έρευνας ενδέχεται να επηρεάσει τα αποτελέσματα εξαιτίας της φύσης ορισμένων στοιχείων όπως είναι η διατύπωση των ερωτηματολογίων και οι διαθέσιμες επιλογές στις απαντήσεις. Επίσης πολλοί άθεοι, ιδίως πρώην Καθολικοί ή Μορμόνοι, εξακολουθούν να καταμετρώνται ως Χριστιανοί από τις εκκλησίες τους. Οι άλλοι Χριστιανοί πιστεύουν ότι «όταν κάποιος σωθεί πραγματικά, έχει σωθεί για πάντα», ένα δόγμα γνωστό ως «αιωνία ασφάλεια». Πολλές στατιστικές έρευνες θεωρούν ότι η θρησκεία είναι μια κατηγορική μεταβλητή, δηλαδή μια παράμετρος με διακριτές ονομαστικές κατηγορίες. Έχουν σχεδιαστεί μέθοδοι για να αξιολογούν τη στάση των ανθρώπων απέναντι στη θρησκεία, κάτι ιδιαίτερα χρήσιμο δεδομένου ότι πολλοί άνθρωποι που έχουν φαινομενικά ουδέτερη στάση ουσιαστικά επηρεάζονται από τις κυρίαρχες κοινωνικές νόρμες και εντάσσουν τον εαυτό τους σε μια κατηγορία που αισθάνονται ως κοινωνικά αποδεκτή. Η αρνητική θεώρηση του αθεϊσμού που εξακολουθεί να υπάρχει διάχυτη σε πολλές κοινωνίες καθώς και η πίεση από την οικογένεια και το κοινωνικό περιβάλλον μπορεί να κάνει ορισμένους άθεους να αποστρέφονται αυτόν τον χαρακτηρισμό. Η παρανόηση του όρου «άθεος» είναι επίσης ένας λόγος για τον οποίο αρκετοί επιλέγουν άλλον χαρακτηρισμό για τον εαυτό τους.
Για παράδειγμα, σε μια έρευνα που έγινε στον Καναδά από την Ipsos το 2011 διαπιστώθηκε ότι η πίστη σε θεότητα δεν συμβαδίζει αναγκαστικά με την τυπική ένταξη σε κάποιο θρήσκευμα. Συγκεκριμένα το 28% των Προτεσταντών, το 33% των Καθολικών και το 23% όσων πηγαίνουν κάθε εβδομάδα στη λειτουργία, δεν πιστεύει στον Θεό, ενώ το 23% όσων δεν δήλωσαν θρησκευτική ταυτότητα πιστεύει στον Θεό.
Ο αριθμός των αθέων παγκόσμια αυξάνεται ενώ η θρησκευτικότητα μειώνεται. Οι επιστήμονες και ιδιαίτερα οι εξέχοντες είναι κατά κύριο λόγο άθεοι. Στην Ανατολική Ασία, οι άθεοι και άθρησκοι αποτελούν την πλειοψηφία. Στον υπόλοιπο κόσμο και σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες τα ποσοστά τους είναι μονοψήφια.
Στις περισσότερες χώρες του κόσμου οι άθεοι είναι μειοψηφία, ωστόσο υπάρχουν μεγάλα ποσοστά αθέων στην Ευρώπη, τον Καναδά, την Αυστραλία και Νέα Ζηλανδία, τα πρώην και νυν κομμουνιστικά κράτη, και σε μικρότερο βαθμό στις ΗΠΑ και το νότιο τμήμα της Νότιας Αμερικής. Μια έρευνα του Pew research Center το 2012 έδειξε ότι το 16% του παγκόσμιου πληθυσμού δεν σχετίζεται με την θρησκεία. Σε ορισμένες περιοχές του κόσμου, όπως είναι η Ευρώπη και η Νότια Αμερική, ο αθεϊσμός και η εκκοσμίκευση έχουν ανοδική πορεία, ενώ σε άλλες, όπως είναι τα πρώην κομμουνιστικά κράτη, καθοδική.
Μια έρευνα του Adherents.com το 2002 εκτιμά το ποσοστό «κοσμικιστών, άθρησκων, αγνωστικιστών και άθεων» του παγκόσμιου πληθυσμού στο 14%. Μια έρευνα του 2004 που πραγματοποίησε το BBC σε 10 χώρες έδειξε ότι το ποσοστό των ατόμων που δηλώνουν ότι «δεν πιστεύουν στο θεό» κυμαίνεται από το 0% στη Νιγηρία ως το 39% στην Αγγλία, με το μέσο όρο να βρίσκεται στο 17%, ενώ το 8% δήλωσαν απερίφραστα ότι ήταν άθεοι. Σε έρευνα της British Humanist Association το 2011, στο ερώτημα «είστε θρήσκος;» το 65% απάντησε «όχι». Μια έρευνα της CIA του 2004 εκτιμά το ποσοστό των άθρησκων στο 12,5% και των αθέων στο 2,4% του παγκόσμιου πληθυσμού. Μια δημοσκόπηση της AP/Ipsos το 2005 σε 10 χώρες έδειξε ότι από τις ανεπτυγμένες χώρες οι ΗΠΑ έχουν το υψηλότερο ποσοστό ανθρώπων που είναι βέβαιοι για την ύπαρξη θεού ή ανώτερης δύναμης (2% άθεοι, 4% αγνωστικιστές), ενώ η Γαλλία είχε τους περισσότερους σκεπτικιστές (19% άθεοι, 16% αγνωστικιστές). Σε ό,τι αφορά το θρήσκευμα, η Νότια Κορέα είχε το υψηλότερο ποσοστό αθρήσκων (41%) ενώ η Ιταλία το μικρότερο (5%).
Μελέτες δείχνουν ότι ο αθεϊσμός στη Δύση είναι ιδιαίτερα έκδηλος στους επιστήμονες, μια τάση που ήδη είχε γίνει αντιληπτή από τις αρχές του 20ού αιώνα και αργότερα εξελίχθηκε σε κυρίαρχη. Μια έρευνα του 1914 διαπίστωσε ότι το 58% μιας ομάδας 1000 φυσικών επιστημόνων στις ΗΠΑ εξέφρασαν «αμφιβολία ή απουσία πίστης στην ύπαρξη θεού» (ορισμένου ως προσωπικού θεού που αλληλεπιδρά άμεσα με τους ανθρώπους). Η ίδια έρευνα επαναλήφθηκε το 1996 και έδωσε παρόμοια ποσοστά, 60,7%. Η έκφραση σαφούς απουσίας πίστης είχε αυξηθεί από το 52% το 1914 στο 72% το 1998 (περιοδικό Nature, τ. 394 του 1998).
(Τα παραπάνω στοιχεία για ποσοστά είναι από την Wikipedia, Demographics of atheism).
Στην Ευρώπη, το ποσοστό των ανθρώπων που παρακολουθούν τακτικά θρησκευτικές λειτουργίες μειώνεται σταθερά τα τελευταία χρόνια (πηγή: Economist). Οι συνήθειες διαφέρουν κατά πολύ από χώρα σε χώρα. Σύμφωνα με την τελευταία έρευνα της υπηρεσίας European Social Survey που διεξήχθη το 2008 και το 2009, πάνω από το 60% των Τσέχων δηλώνουν ότι πότε δεν πηγαίνουν στην εκκλησία, με εξαίρεση  ειδικές περιπτώσεις όπως γάμοι και βαπτίσεις. Γαλλία, Βρετανία και Βέλγιο είναι επίσης κοσμικά κράτη, όπου πάνω από το μισό των ερωτηθέντων δεν πηγαίνει ποτέ στην εκκλησία. Οι πιο τακτικοί εκκλησιαζόμενοι στις 28 χώρες της Ε.Ε. βρίσκονται σε Κύπρο και Ελλάδα, όπου μόνο το 2,4% και 4,9% αντίστοιχα λένε ότι δεν πηγαίνουν στην εκκλησία.


Σύμφωνα με μια έρευνα που έγινε από το Ευροβαρόμετρο το 2010, το υψηλότερο ποσοστό θεϊστών στην Ευρώπη παρατηρείται στη Μάλτα, 94%. Στην τρίτη θέση βρίσκεται η Κύπρος, με 88% θεϊστές, 8% ντεϊστές και 2% αθέους, ενώ η Ελλάδα βρίσκεται στην τέταρτη θέση, με 79% θεϊστές, 16% ντεϊστές και 4% αθέους. Τα μικρότερα ποσοστά πίστης σε θεό σημειώνονται στην Τσεχία, με 16% θεϊστές, 44% ντεϊστές και 37% αθέους. Χρήσιμο είναι να σημειώσουμε εδώ ότι οι επιλογές της δημοσκόπησης δεν είναι διατυπωμένες με τη μορφή του αυτοχαρακτηρισμού, αλλά με τη μορφή πεποίθησης ως προς την ύπαρξη θεότητας, δηλαδή «πιστεύω σε θεό», «πιστεύω σε κάποιο πνεύμα ή ανώτερη δύναμη», «δεν πιστεύω ούτε σε θεό ούτε σε πνεύμα ή ανώτερη δύναμη». Πολλοί από τους ερωτηθέντες που επέλεξαν την δεύτερη απάντηση, αν τους λέγαμε ότι είναι ντεϊστές, κατά πάσα πιθανότητα δεν θα ήξεραν καν για τι πράγμα μιλάμε, ενώ αν τους ρωτούσαμε σε ποιο θρήσκευμα ανήκουν, είναι πολύ πιθανό να επέλεγαν «χριστιανοί ορθόδοξοι» ή κάποιο άλλο από τα «γνωστά» θρησκεύματα.

Διακρίσεις και προκατάληψη
Οι θεσμικές και κοινωνικές διακρίσεις κατά των αθέων που υφίστανται σε ορισμένες χώρες μπορεί να οδηγήσει αρκετούς στο να αποκρύψουν τις αθεϊστικές τους πεποιθήσεις από το φόβο της δίωξης ή της περιθωριοποίησης. Το γεγονός αυτό επίσης επηρεάζει τα αποτελέσματα των ερευνών και δημιουργεί μια παραποιημένη εικόνα της πραγματικής κατανομής των θρησκευτικών πεποιθήσεων.

Ισλαμικές χώρες

Σε πολλές ισλαμικές χώρες, οι άθεοι υφίστανται όχι μόνο διακρίσεις αλλά και δίωξη. Σύμφωνα με ορισμένες ερμηνείες του Ισλάμ, οι μουσουλμάνοι δεν είναι ελεύθεροι να αλλάξουν θρήσκευμα ή να γίνουν άθεοι. Η άρνηση του Ισλάμ, η αποστασία, τιμωρείται παραδοσιακά με θάνατο για τους άνδρες και με ισόβια φυλάκιση για τις γυναίκες. Η θανατική ποινή για την αποστασία υφίσταται ακόμη σε αρκετά ισλαμικά κράτη, όπως είναι το Ιράν, η Αίγυπτος, το Πακιστάν, η Σομαλία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Κατάρ, η Υεμένη και η Σαουδική Αραβία. Αν και οι εκτελέσεις είναι πλέον σπάνιες, είναι ωστόσο συνηθισμένο να προσάγονται οι άθεοι για βλασφημία ή πρόκληση μίσους. Τα νέα καθεστώτα στην Τυνησία και την Αίγυπτο έχουν φυλακίσει αρκετούς αθεϊστές.
Στο Ιράν δεν μπορεί κανείς να δηλώσει άθεος, αλλά είναι υποχρεωμένος να δηλώσει ότι ανήκει σε κάποιο αναγνωρισμένο θρήσκευμα  προκειμένου να μπορεί να διεκδικήσει ορισμένα δικαιώματα, μεταξύ άλλων και για να μπει στο πανεπιστήμιο ή να ασκήσει τη δικηγορία. Παρόμοια κατάσταση επικρατεί στην Ιορδανία και την Ινδονησία, όπου είναι υποχρεωτικό να δηλώσει κανείς θρήσκευμα για λόγους επίσημης ταυτοποίησης, για την έκδοση ταυτότητας και την καταχώριση ληξιαρχικών πράξεων γάμου και γέννησης. Στην Αλγερία οι άθεοι δεν μπορούν να κληρονομήσουν, ενώ απαγορεύεται να παντρευτούν άθεος άνδρας με μουσουλμάνα γυναίκα, και ο γάμος μεταξύ μουσουλμάνων ακυρώνεται αν ο άνδρας αποστατήσει.

Δυτικές χώρες

Στα σύγχρονα συνταγματικά κοινοβουλευτικά πολιτεύματα είναι γενικά αποδεκτό ότι οι πολίτες είναι διανοητικά και πνευματικά ελεύθεροι και ότι οι κυβερνήσεις οφείλουν να αφήνουν τα θρησκευτικά θέματα στην ατομική επιλογή του καθενός και να μην προωθούν θρησκευτικές αντιλήψεις με θεσμικά μέσα, όπως παραχώρηση προνομίων. Οι συμβάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων προστατεύουν νομικά τους άθεους, άθρησκους και αγνωστικιστές, κάτι που κάνουν επίσης τα συντάγματα και οι νόμοι αρκετών κρατών. Η θεσμοθέτηση της ελευθερίας της έκφρασης και ο διαχωρισμός κράτους-εκκλησίας επίσης διασφαλίζουν τα δικαιώματα των αθέων, αθρήσκων και αγνωστικιστών. Ως επί το πλείστον, δεν υφίσταται νομική διάκριση κατά των αθέων στις Δυτικές χώρες. Εξακολουθεί ωστόσο να υφίσταται κοινωνική προκατάληψη, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, η οποία είναι δύσκολο να εκτιμηθεί.

Αμερική

Στον Καναδά οι κοσμικιστικές οργανώσεις επιδιώκουν την κατάργηση της προσευχής σε κρατικές εκδηλώσεις, θεωρώντας ότι συνιστούν διάκριση. Στις Η.Π.Α. υφίστανται διακρίσεις τόσο σε νομικό όσο και κοινωνικό επίπεδο. Έξι πολιτείες περιλαμβάνουν θρησκευτικές προϋποθέσεις για την πρόσληψη δημόσιων υπαλλήλων, αν και στην πράξη δεν εφαρμόζονται εδώ κι έναν αιώνα. Υπάρχει δυνατότητα πολιτικού όρκου, αλλά ο θρησκευτικός υφίσταται ακόμη. Σε ό,τι αφορά τα δημόσια αξιώματα, ενώ δεν υπάρχει θεσμικός περιορισμός, οι περισσότεροι πολιτικοί δεν είναι πρόθυμοι να αυτοχαρακτηριστούν ως άθεοι. Πολλές δημοσκοπήσεις έχουν δείξει ότι το 50% των Αμερικανών δεν θα ψήφιζαν έναν δηλωμένο άθεο για πρόεδρο.
Μια έρευνα που έγινε το 2006 από το Πανεπιστήμιο της Μινεζότα στις Η.Π.Α. έδειξε ότι από όλες τις μειονότητες, οι άθεοι αντιμετωπίζονται με την μεγαλύτερη καχυποψία, περισσότερο και από τους Μουσουλμάνους, τους μετανάστες, τους ομοφυλόφιλους και άλλες μειονοτικές ομάδες. Το 40% θεωρούσε ότι οι άθεοι «δεν ταιριάζουν με την εικόνα της αμερικανικής κοινωνίας», ενώ το 48% δεν θα ήθελε να παντρευτεί το παιδί τους έναν άθεο. Πολλοί από τους συμμετέχοντες στη δημοσκόπηση συνέδεσαν τον αθεϊσμό με την ανηθικότητα, την εγκληματική συμπεριφορά, τον ακραίο υλισμό και τον ελιτισμό. Η ίδια μελέτη διαπίστωσε ότι η αποδοχή ή απόρριψη των αθέων δεν συνδέεται μόνο με την προσωπική θρησκευτικότητα, αλλά και με την έκθεση στη διαφορετικότητα, με το μορφωτικό επίπεδο και τον πολιτικό προσανατολισμό. Οι πιο μορφωμένοι Αμερικανοί της Ανατολικής και Δυτικής Ακτής εκδήλωσαν μεγαλύτερη αποδοχή των αθέων απ’ όσο οι κάτοικοι των Μεσοδυτικών πολιτειών. Μια έρευνα του University of British Columbia (Journal of Personality and Social Psychology, 2011) διαπίστωσε ότι οι πιστοί δυσπιστούν απέναντι στους άθεους τόσο όσο και απέναντι στους βιαστές. Η ίδια μελέτη έδειξε ότι οι άθεοι έχουν μειωμένες εργασιακές προοπτικές.

Ευρώπη

Στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης, οι άθεοι δεν υφίστανται διακρίσεις, ούτε θεσμικές ούτε κοινωνικές. Μπορούν να εργασθούν στο δημόσιο τομέα και να εκλεγούν σε υψηλά κυβερνητικά αξιώματα χωρίς πρόβλημα. Ωστόσο ορισμένες αθεϊστικές οργανώσεις της Ευρώπης εκφράζουν ανησυχίες για αρκετά θέματα που αφορούν το διαχωρισμό εκκλησίας κράτους. Στη Γερμανία, για παράδειγμα, χρεώνονται διοικητικά έξοδα όταν κάποιος αποχωρήσει από την εκκλησία, στη Σουηδία το κοινοβούλιο οργανώνει θρησκευτικά κηρύγματα, στην Ιρλανδία απαιτείται θρησκευτική μόρφωση από Χριστιανικά κολλέγια προκειμένου να εργασθεί κανείς ως δάσκαλος σε κρατικά σχολεία. Στην Αγγλία, το ένα τρίτο των κρατικών σχολείων είναι θρησκευτικά.
(Τα παραπάνω στοιχεία για τις διακρίσεις είναι από την Wikipedia, Discrimination against atheists)
Ελλάδα
Στην Ελλάδα η προσευχή και η διδασκαλία των θρησκευτικών στα σχολεία είναι υποχρεωτική, τελείται αγιασμός σε κρατικές εκδηλώσεις, αν και υφίσταται πολιτικός όρκος ο θρησκευτικός εξακολουθεί να υπάρχει, οι ορθόδοξοι χριστιανοί ιερείς μισθοδοτούνται από το κράτος, και η εκκλησία απολαμβάνει ιδιαίτερα προνόμια.
Σε ό,τι αφορά την κοινωνική προκατάληψη, θα μιλήσω με βάση την εμπειρία μου μέσα από την Ένωση Αθέων. Ανάλογα με το οικογενειακό, εργασιακό και κοινωνικό περιβάλλον, μπορεί να συναντήσουμε προκαταλήψεις και διακρίσεις σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, καθώς και περισσότερο ή λιγότερο έντονες πιέσεις για περιορισμό της έκφρασης των αθεϊστικών πεποιθήσεων ή για εξάλειψή τους. Επειδή η προσωπική μου εμπειρία στο θέμα αυτό ήταν θετική, αλλά και επειδή η έκφραση των πεποιθήσεών μου περιοριζόταν στο στενό οικογενειακό και φιλικό μου κύκλο, έτεινα να υποτιμήσω τη σημασία των διακρίσεων και των πιέσεων που υφίστανται πολλοί συμπολίτες μας. Στις κοινωνικές συναναστροφές, το να εκφράζει κανείς αθεϊστικές πεποιθήσεις συχνά θεωρείται όχληση ή προσβολή, ενώ η έκφραση θεϊστικών πεποιθήσεων και ο θρησκευτικός ενθουσιασμός δεν γίνεται αντιληπτό ότι με την ίδια λογική θα μπορούσαν επίσης να θεωρηθούν οχληρά και προσβλητικά για τους αθέους.
Το γεγονός ότι η θρησκεία απολαμβάνει κοινωνική αποδοχή αιώνων, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι οι άθεοι στη χώρα μας αποτελούν μειονότητα, συμβάλει στο να επικρατεί η εντύπωση ότι οι άθεοι οφείλουν να αποσιωπούν τις πεποιθήσεις τους, να καθιστούν λιγότερο αισθητή την παρουσία τους και να κάνουν υποχωρήσεις, συχνά αρκετά σημαντικές. Λόγου χάρη σε ένα ζευγάρι όπου το ένα μέλος είναι άθεος ή άθεη και το άλλο χριστιανός ή χριστιανή, στην συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων τα παιδιά θα βαπτιστούν. Ακόμη και ζευγάρια όπου και οι δύο είναι άθεοι βαπτίζουν τα παιδιά τους, είτε για να μην δυσαρεστήσουν την οικογένεια, είτε για να μην υποστούν διακρίσεις και περιθωριοποίηση από το κοινωνικό τους περιβάλλον. Στον εργασιακό χώρο δεν υφίστανται μεν θεσμικές διακρίσεις, αντίθετα ο νόμος διασφαλίζει την ισότιμη αντιμετώπιση ανεξαρτήτως θρησκευτικών πεποιθήσεων, στην πράξη όμως πάντα υπάρχει περίπτωση να γίνουν διακρίσεις άτυπα από κάποιον θρησκόληπτο προϊστάμενο, κάτι που δυστυχώς δεν είναι τόσο σπάνιο, ή, στην περίπτωση των ελεύθερων επαγγελματιών, να απομακρυνθούν κάποιοι συντηρητικοί πελάτες, με αποτέλεσμα οι περισσότεροι άθεοι να αποφεύγουν να εκφράσουν τις πεποιθήσεις τους ανοιχτά.
Στην Ένωση Αθέων έχουμε μέλη που δεν επιθυμούν να λαμβάνουν αλληλογραφία στο σπίτι τους ή στον εργασιακό τους χώρο, από φόβο για τις αντιπαραθέσεις που μπορεί να προκληθούν ή για τις διακρίσεις που μπορεί να υποστούν. Υπάρχουν επίσης αρκετά άτομα που στηρίζουν έμπρακτα την Ένωση, με την διαρκή παρουσία τους ή με εθελοντική εργασία, αλλά δεν θέλουν να γίνουν μέλη, από το φόβο των διακρίσεων, κυρίως στον εργασιακό χώρο. Για το λόγο αυτό δημιουργήσαμε το θεσμό του υποστηρικτή, ώστε να μπορούν τα άτομα αυτά να ενταχθούν στο σώμα της Ένωσης, χωρίς να χρειαστεί να δώσουν προσωπικά στοιχεία που θα μπορούσαν να αποκαλύψουν την ταυτότητά τους. Οι υποστηρικτές μας για πρακτικούς λόγους (αδυνατότητα ταυτοποίησης) δεν έχουν δικαίωμα ψήφου, εκλέγειν και εκλέγεσθαι, αλλά είναι εξίσου ή και περισσότερο δραστήριοι και αποτελούν ζωτικό μέρος του δυναμικού της Ένωσης.
Είναι γεγονός ότι πολλές φορές οι φόβοι και οι ανησυχίες αποδεικνύονται αβάσιμοι. Η αρνητική φόρτιση της έννοιας του αθεϊσμού συχνά κάνει και τους ίδιους τους αθέους να αισθάνονται ανασφάλεια, ντροπή ή ενοχή για τις πεποιθήσεις τους, ενώ η ταύτιση της ορθοδοξίας με τον ελληνισμό έχει σαν αποτέλεσμα πολλοί να διστάζουν να απαρνηθούν τον χαρακτηρισμό του χριστιανού ορθόδοξου, ακόμη και όταν δεν πιστεύουν στο δόγμα της ορθοδοξίας. Ανασταλτική επίδραση έχουν και διάφοροι αστικοί μύθοι που επιμένουν, όπως ότι αν δεν βαπτίσεις το παιδί δεν θα μπορεί να γραφτεί στο σχολείο ή «θα έχει προβλήματα αργότερα», χωρίς να διευκρινίζεται πάντα τι ακριβώς προβλήματα θα είναι αυτά. Στην πραγματικότητα, τις περισσότερες φορές τα προβλήματα που φανταζόμαστε αποδεικνύονται στην πράξη ασήμαντα ή ανύπαρκτα, ενώ το κοινωνικό και οικογενειακό περιβάλλον αποδέχεται την επιλογή μας τόσο πιο εύκολα όσο πιο σίγουροι είμαστε εμείς για τον εαυτό μας, όσο πιο απλά και φυσικά εκφραζόμαστε και εκδηλωνόμαστε.
Υπάρχουν όμως και πολλές περιπτώσεις όπου η προκατάληψη και η πίεση είναι τέτοια ώστε ο δισταγμός των αθέων να εκφραστούν είναι απόλυτα δικαιολογημένος. Ιδίως στην επαρχία, σε μικρές κλειστές κοινωνίες, σε συντηρητικά περιβάλλοντα ή μεταξύ ατόμων χαμηλού μορφωτικού επιπέδου, οι διακρίσεις είναι εντονότερες, οι παρωπίδες χαμηλότερες και η διαλλακτικότητα ελάχιστη. Έχουμε ακόμη πολύ δρόμο μπροστά μας ώσπου να διαλυθεί τελείως η προκατάληψη. Ένα μεγάλο μέρος του δρόμου διανύεται ήδη με την ελεύθερη και φυσική εκδήλωση της αθεΐας του καθενός μας σε ατομικό επίπεδο, κάτι που ξεκινά με απλές, μικρές αλλαγές, όπως το να απαντάμε «χρόνια πολλά» και όχι «αληθώς» όταν μας λένε «χριστός ανέστη» ή το να αποφεύγουμε εκφράσεις όπως «δόξα τω θεώ», και συνεχίζεται με τις προσωπικές επιλογές ζωής, όπως το να μην παντρευτούμε θρησκευτικά, να μην βαπτίσουμε τα παιδιά μας, να ζητήσουμε απαλλαγή από το μάθημα των θρησκευτικών και να διαγράψουμε το θρήσκευμά μας από το ληξιαρχείο.

Αθεϊστικές οργανώσεις
Ένα σημαντικό σημείο το οποίο έθιξα στην εισαγωγή μου είναι το γεγονός ότι ο αθεϊσμός σήμερα δεν είναι προνόμιο λίγων διανοούμενων αλλά έχει προσλάβει διαστάσεις λαϊκού κινήματος. Αυτό καθίσταται προφανές από την ύπαρξη πολυάριθμων αθεϊστικών, κοσμικιστικών και ανθρωπιστικών συλλόγων ανά τον κόσμο.
Η παλαιότερη και ίσως σημαντικότερη διεθνής κοσμικιστική οργάνωση είναι η International Humanist and Ethical Union (Διεθνής Ανθρωπιστική και Ηθική Ένωση). Ιδρύθηκε στο Άμστερνταμ το 1952 και είναι «ένας οργανισμός-ομπρέλα για ανθρωπιστικές, αθεϊστικές, κοσμικιστικές, σκεπτικιστικές, λαϊκιστικές, ηθικό-πολιτισμικές, ελευθερόφρονες και άλλες παρόμοιες οργανώσεις σε όλο τον κόσμο». Έχει 96 μέλη σε πάνω από 40 χώρες και είναι μια διεθνής ΜΚΟ που απολαμβάνει ιδιαίτερο συμβουλευτικό καθεστώς στα Ηνωμένα Έθνη.
Τα περισσότερα μέλη της, 18, βρίσκονται στην Αγγλία. Ακολουθούν οι ΗΠΑ και η Ινδία με 12, ο Καναδάς με 6, Βέλγιο και Ρουμανία με 3, Κένυα, Λουξεμβούργο, Νορβηγία, Σουηδία και Φινλανδία με 2, Αργεντινή, Αυστραλία, Βραζιλία, Γερμανία, Γκάνα, Δανία, Ελβετία, Ινδονησία, Ιρλανδία, Ισλανδία, Ιταλία, Κολομβία, Κροατία, Μαλάουι, Νεπάλ, Νιγηρία, Νότια Αφρική, Ουγκάντα, Περού, Ρωσία, Σιγκαπούρη, Σλοβακία και Φιλιππίνες με 1.
Το 1991 ιδρύθηκαν δύο πολύ σημαντικές οργανώσεις-ομπρέλες όπου εντάχθηκαν οι διάφορες τοπικές και εθνικές οργανώσεις. Μία είναι η European Humanist Federation (Ευρωπαϊκή Ανθρωπιστική Ομοσπονδία), που ιδρύθηκε το 1991 όπου συμμετέχουν κοσμικιστικές οργανώσεις από όλη την Ευρώπη. Η άλλη είναι η Atheist Alliance International (Διεθνής Αθεϊστική Συμμαχία), που ιδρύθηκε αρχικά με την επωνυμία Atheist Alliance από τις τέσσερις αθεϊστικές οργανώσεις με βάση τις ΗΠΑ. Αργότερα επεκτάθηκε για να συμπεριλάβει και οργανώσεις άλλων χωρών από όλο τον κόσμο και η επωνυμία τροποποιήθηκε ανάλογα.
Η European Humanist Federation αριθμεί συνολικά 52 μέλη: από 1 στην Αυστρία, την Ελβετία, την Ιρλανδία, την Ισλανδία, την Ισπανία, το Λουξεμβούργο, τη Μάλτα, τη Νορβηγία, την Πολωνία, την Πορτογαλία, τη Σλοβακία, τη Σουηδία και τη Φινλανδία, από 2 στη Δανία, την Ελλάδα, τη Ρουμανία και τη Ρωσία, 3 στην Ιταλία, από 4 στη Γερμανία και την Ολλανδία, 5 στο Βέλγιο, 6 στη Γαλλία, 8 στην Αγγλία, καθώς και μία Ευρωπαϊκή οργάνωση.
Η EHF προωθεί την ατομική ελευθερία και αντιτάσσεται στην επιρροή του θρησκευτικού συντηρητισμού στην ευρωπαϊκή πολιτική. Συνεργάζεται με ένα μεγάλο δίκτυο οργανώσεων καθώς και με τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Συμβούλιο Υπουργών, Ευρωκοινοβούλιο κ.λπ.), βάσει του Άρθρου 17 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με το οποίο η Ευρωπαϊκή Ένωση διατηρεί ανοιχτό διάλογο τόσο με θρησκευτικούς οργανισμούς όσο και με μη ομολογιακές φιλοσοφικές οργανώσεις.
Η Atheist Alliance International αριθμεί συνολικά 35 μέλη. Αν δούμε την κατανομή σε ηπείρους, έχουμε 10 οργανώσεις-μέλη από χώρες της Ευρώπης (Ιρλανδία, Αγγλία, Ολλανδία, Δανία, Νορβηγία, Κροατία, Ισπανία, Μάλτα, Ελλάδα), 9 από την Ασία (Ρωσία, Ισραήλ, Λίβανο, Συρία, Αφγανιστάν, Πακιστάν, Ινδονησία, Φιλιππίνες), 4 από την Αφρική (Γκάμπια, Νιγηρία, Ουγκάντα, Νότια Αφρική), 8 από την Αμερική (Αργεντινή, Βραζιλία, Κολομβία, Καναδά, Η.Π.Α.), και 2 από την Ωκεανία (Αυστραλία). Στις Η.Π.Α. υπάρχουν 3 οργανώσεις μέλη, στην Αγγλία, την Αυστραλία, τον Καναδά και τη Ρωσία από 2, και στις άλλες χώρες από 1.
Η ΑΑΙ οργανώνει αθεϊστικά συνέδρια σε όλο τον κόσμο, εκδίδει το περιοδικό Secular World, υποστηρίζει τη δημιουργία νέων αθεϊστικών ομάδων, ιδίως στις αναπτυσσόμενες χώρες, και κάνει ενέργειες για τη στήριξη της ελευθερίας έκφρασης και συνείδησης, ιδίως για άθεους που υφίστανται καταπίεση λόγω θρησκευτικών διακρίσεων.
Στον κατάλογο κοσμικιστικών οργανώσεων της Wikipedia καταγράφονται 127 οργανώσεις, 8 από τις οποίες είναι διεθνείς. Από τις υπόλοιπες, οι 40 βρίσκονται στις ΗΠΑ, αριθμός πολύ μεγάλος, και υποθέτω ότι αυτό συμβαίνει εν μέρει τουλάχιστον επειδή καταγράφηκαν περισσότερες οργανώσεις από αμερικανούς χρήστες της wikipedia, παρά επειδή στις ΗΠΑ υπάρχουν πραγματικά τόσο πολύ περισσότερες οργανώσεις.
Από τις άλλες χώρες το ρεκόρ κατέχει ο Καναδάς με 14 οργανώσεις και ακολουθούν η Ινδία με 11, η Αγγλία με 8, το Βέλγιο με 7, η Αυστραλία, η Βραζιλία και η Γερμανία με 4, η Ιρλανδία Σιγκαπούρη με 3, η Ελλάδα, η Νέα Ζηλανδία, η Νορβηγία, η Σερβία και οι Φιλιππίνες με 2, και τέλος η Αίγυπτος, η Ινδονησία, το Ιράν, η Ιταλία, η Ισλανδία το Κουβέιτ, η Κροατία και η Μάλτα με 1. Ο κατάλογος προφανώς δεν είναι πλήρης, διότι δεν περιλαμβάνει ορισμένες οργανώσεις που αναφέρονται στον κατάλογο μελών της EHF ή της AAI. Ωστόσο μας δίνει ένα επιπλέον στοιχείο για να προσπαθήσουμε να συνθέσουμε την εικόνα της παγκόσμιας κατανομής των αθέων και αθρήσκων.
Υπάρχει επίσης το κίνημα των Brights, ένας κοσμικιστικός σύλλογος που απευθύνεται σε άτομα, λειτουργεί στο διαδίκτυο και έχει πάνω από 45.000 μέλη σε 184 χώρες. Έχει μεγάλη απήχηση και ορισμένα από τα πλέον εξέχοντα μέλη του είναι ο Ρίτσαρντ Ντόκινς και ο Ντάνιελ Ντένετ.
Οργανώσεις στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή υπάρχουν δύο κοσμικιστικές οργανώσεις: η Ένωση Ουμανιστών Ελλάδας και η Ένωση Αθέων. Η Ένωση Ουμανιστών ιδρύθηκε τον Ιανουάριο του 2010 με τη μορφή απλής ένωσης προσώπων. Έχει 130 μέλη εγγεγραμμένα σε κλειστή ομάδα του facebook και η διοίκησή της βασίζεται στην ιδρυτική της διακήρυξη. Η Ένωση Αθέων ιδρύθηκε ως απλή ένωση προσώπων τον Μάιο του 2010 και αργότερα έγινε νόμιμο σωματείο με καταστατικό που καταχωρήθηκε στον Νοέμβριο του 2012. Σήμερα αριθμεί σχεδόν 400 μέλη σε όλο τον κόσμο, ηλικίας από 18 έως 85 ετών, και 200 υποστηρικτές. Διοικείται από μια πενταμελή Γραμματεία που εκλέγεται από τη Γενική Συνέλευση Μελών και οι περισσότερες αποφάσεις διαμορφώνονται και λαμβάνονται από την Μόνιμη Ηλεκτρονική Συνέλευση που λειτουργεί στο φόρουμ Αθεΐα.
Βασικός σκοπός της Ένωσης Αθέων βάσει του καταστατικού της είναι «η προώθηση της εκκοσμίκευσης της πολιτείας, της θρησκευτικής ελευθερίας, του ανθρωπισμού, του σκεπτικισμού, του ορθολογισμού, της κριτικής σκέψης και της αθεϊστικής οπτικής». Για να πετύχει τους σκοπούς της η Ένωση πραγματοποιεί καταγγελίες και αναφορές σε αρμόδιους φορείς για θέματα όπως είναι η απαλλαγή από τα θρησκευτικά, η αναγραφή του θρησκεύματος σε δημόσια έγγραφα και αρχεία, η μισθοδοσία των ιερέων και άλλα συναφή, ενώ έχει συντάξει μια πλήρη πρόταση για το διαχωρισμό εκκλησίας κράτους η οποία έχει σταλεί με μορφή ερωτηματολογίου σε όλα τα πολιτικά κόμματα. Επίσης οργανώνει και συμμετέχει σε εκδηλώσεις όπως είναι η παρούσα σειρά ομιλιών, προβολές ταινιών και συναντήσεις για γνωριμία των μελών της και συζήτηση των θεμάτων που τα απασχολούν, διατηρεί ιστολόγιο που αναδημοσιεύει άρθρα αθεϊστικού ενδιαφέροντος και ιστοσελίδα μέσω της οποίας παρέχει πληροφόρηση στο κοινό για τα δικαιώματά του και συμπαράσταση σε πολίτες που αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην διεκπεραίωση υποθέσεών τους.
Στόχος μας είναι να αυξηθεί όσο το δυνατόν περισσότερο ο αριθμός των μελών μας, ώστε να κατορθώσουμε να εκπροσωπούμε όσο το δυνατόν πιστότερα τους άθεους της Ελλάδας. Οι θρήσκοι έχουν την εκπροσώπησή τους μέσω των αντίστοιχων θρησκευτικών οργανισμών και οι απόψεις τους εκφράζονται μέσω αυτών στον δημόσιο διάλογο. Η Ένωση Αθέων φιλοδοξεί να γίνει με ανάλογο τρόπο η φωνή των αθέων και να συμβάλει όσο περισσότερο μπορεί στην διάλυση της προκατάληψης, στην διάδοση της λογικής και στην επικράτηση του κοσμικισμού τόσο στους κρατικούς θεσμούς και φορείς όσο και στην κοινωνική ζωή μας.
Ο Ρίτσαρντ Ντόκινς έχει πει ότι το να προσπαθείς να οργανώσεις τους άθεους είναι σαν να προσπαθείς να φτιάξεις ένα κοπάδι από γάτες, επειδή σκέφτονται ανεξάρτητα και δεν συμμορφώνονται με την εξουσία. Ένα πρώτο βήμα όμως είναι να συγκεντρώσεις μια κρίσιμη μάζα από άθεους που είναι πρόθυμοι να εκδηλωθούν και να ζήσουν σε συνέπεια με τις πεποιθήσεις τους. Αυτό θα ενθαρρύνει και άλλους να κάνουν το ίδιο. Οι γάτες δεν σχηματίζουν κοπάδια, αν όμως μαζευτούν πολλές μαζί, μπορούν να κάνουν αρκετό θόρυβο.
Αυτήν την δυσπιστία προς την οργάνωση την αντιμετωπίζουμε πολύ έντονα εδώ στην Ελλάδα. Οι άθεοι της Ελλάδας δεν έχουν αίσθηση ταυτότητας ούτε συνοχή. Οι περισσότεροι δεν αυτοχαρακτηρίζονται καν άθεοι, για τους λόγους που απαρίθμησα παραπάνω. Ένας βασικός στόχος μας επομένως είναι να παροτρύνουμε αυτούς τους ανθρώπους σε πρώτη φάση να συνειδητοποιήσουν και σε δεύτερη να εκδηλώσουν το γεγονός ότι είναι άθεοι. 
Η ένταξη σε μια οργάνωση σημαίνει ουσιαστικά ότι συμφωνείς με τις βασικές αρχές της οργάνωσης και της επιτρέπεις να δρα εξ ονόματός σου. Ακόμη και αν δεν έχεις χρόνο να συμμετέχεις ενεργά, ακόμη και αν δεν μπορείς να συνεισφέρεις οικονομικά, ακόμη και αν δεν είσαι απόλυτα σύμφωνος με όλες τις λεπτομέρειες όλων των ενεργειών και δράσεων της οργάνωσης, η στήριξή σου είναι σημαντική. Όσο περισσότερα τα μέλη μιας οργάνωσης, τόσο πιο ισχυρή είναι η οργάνωση και τόσο πιο αποτελεσματική η εκπροσώπηση των μελών της. Καθένας χωριστά λίγα μπορεί να κάνει. Όλοι μαζί μπορούμε να πετύχουμε πολλά.