Σήμερα το πρωί διέθεσα μία ώρα από τη ζωή μου για να παρευρεθώ στην γιορτή της 25ης Μαρτίου στο σχολείο της κόρης μου. Πνίγομαι στη δουλειά και μετά μεγάλης δυσκολίας κατάφερα να ξεκλέψω αυτόν τον χρόνο, για χάρη του παιδιού μου. Από τη μία ώρα αυτή, το ένα τέταρτο ήταν καθυστέρηση της έναρξης, τα είκοσι λεπτά ήταν ο λόγος του διευθυντή που μας είπε ότι θα μιλήσει "πέντε λεπτά" και τα υπόλοιπα ήταν η καθαυτό γιορτή.
Ο διευθυντής ξεκίνησε με ένα ρητό του Πολύβιου σύμφωνα με το οποίο η ιστορία είναι άχρηστη αν δεν είναι αληθής και αν δεν διδασκόμαστε απο αυτήν, και επειδή θεωρούσε ότι δεν την είχαμε διδαχθεί, αποφάσισε να καλύψει το κενό. Όλα όσα είπε ήταν χιλιοειπωμένα, τα γνωστά που έχουμε όλοι μας βαρεθεί να ακούμε από την πρώτη δημοτικού και που ξανακούμε όταν τα παιδιά μας πάνε σχολείο. Η γιορτή ήταν το γνωστό ποτ-πουρί από δημοτικά και έντεχνα τραγούδια και ποιήματα: σημαίνει ο Θιος σημαίνει η γη, άκρα του τάφου σιωπή, καλύτερα μιας ώρας, εμείς οι μαύροι κλέφτες - τα θυμάστε φαντάζομαι. Το γνωστό σενάριο κακοί Τούρκοι - καλοί Έλληνες, μαύρο-άσπρο, σκληροί ανάλγητοι βάρβαροι άγριοι αφέντες, γενναίοι περήφανοι αδάμαστοι σκλάβοι ραγιάδες, χιλιομασημένα κλισέ τύπου "η λευτεριά δεν χαρίζεται, κερδίζεται" (κανείς δεν μας λέει ότι αγοράζεται, αυτό πρέπει να το καταλάβουμε μόνοι μας, αν το καταλάβουμε και ποτέ), οι γνωστές καραγκούνες, τσολιάδες και ο Παπαφλέσσας, το γνωστό πάντρεμα Ελλάδα-Ορθοδοξία που μετά τραβιόμαστε όλη μας τη ζωή για να ξεμπλέξουμε και που οι περισσότεροι δεν ξεμπλέκουμε ποτέ, θες γιατί δεν το αντέχουμε, θες γιατί βαριόμαστε, θες γιατί σκοτιστήκαμε κιόλας.
Άκουγα το παιδί μου να απαγγέλει όλες αυτές τις εκτός εποχής και εκτός πραγματικότητας ατάκες, και να σου η Παναγιά και ο Γαβριήλ και η θαυμαστή είδηση, να σου οι καμπάνες και το μέγα μοναστήρι, να σου ο μεγάλος Θεός που έδωσε την νίκη στον μικρό λαό, και μου ερχόταν να κοπανήσω το κεφάλι μου στον τοίχο. Τι χώρα θεέ μου (sic), τι κόμπλεξ, τι κόλλημα με αυτό το τελετουργικό - διότι περί τελετουργικού πρόκειται: και στολές έχει, και τυπικό, και λόγια απαράλλακτα από χρονιά σε χρονιά και από γενιά σε γενικά, και υποχρεωτικό είναι για όλους, αφού τελείται στα σχολεία βάσει νόμου (οι εθνικές γιορτές είναι υποχρεωτικές, αν δεν το ξέρατε) και δεν έχει δυνατότητα απαλλαγής - δεν θεωρείται θέμα συνείδησης αυτό όπως το μάθημα των θρησκευτικών, και πάλι καλά που θεωρείται εκείνο τουλάχιστον.
Το υφιστάμεθα λοιπόν όλοι από παιδιά ως πλύση εγκεφάλου και μετά το ρίχνουμε στο αστείο, έλα μωρέ τα ίδια πάλι, ε ναι τι να κάνουμε έτσι είναι, δεν έγινε και τίποτε, αλλά για τόλμα να μην πας, να πεις στο παιδί σου να μην πάει, πώς θα γίνει; Δεν είναι μια μέρα μόνο, είναι όλες οι μέρες της πρόβας, της προετοιμασίας, είναι η παρέα των συμμαθητών, είναι η ένταξη στην μικροκοινωνία του σχολείου και την ευρύτερη κατά πλειοψηφία ελληνορθόδοξη κοινωνία αργότερα.
Και αναρωτιέμαι γιατί στην ευχή δεν βρίσκεται κανένας ικανός να κάνει μια αλλιώτικη γιορτή, να μιλήσει κάπως αλλιώς για την ελευθερία και την αυτονομία, για τα ανθρώπινα δικαιώματα, για το σύνταγμα και τους νόμους, για τις σχέσεις λαών και εξουσίας. Ίσως να μην είναι θέμα ικανότητας αλλά όρεξης, ίσως να είναι και τα δύο, ίσως να είναι τόσο ριζωμένο το συγκεκριμένο τελετουργικό στο εθνικό μας ασυνείδητο που δεν αντέχουμε να το κάνουμε στην άκρη και να πάμε παρακάτω (ή παραπάνω).
Και χάνω τώρα άλλη μισή ώρα γράφοντας αυτά, πρόχειρα και στο πόδι και με πολλά κενά και θα το μετανιώσω σίγουρα, αλλά αν δεν τα έγραφα θα έσκαγα.
Άντε χρόνια μας πολλά!
Ο διευθυντής ξεκίνησε με ένα ρητό του Πολύβιου σύμφωνα με το οποίο η ιστορία είναι άχρηστη αν δεν είναι αληθής και αν δεν διδασκόμαστε απο αυτήν, και επειδή θεωρούσε ότι δεν την είχαμε διδαχθεί, αποφάσισε να καλύψει το κενό. Όλα όσα είπε ήταν χιλιοειπωμένα, τα γνωστά που έχουμε όλοι μας βαρεθεί να ακούμε από την πρώτη δημοτικού και που ξανακούμε όταν τα παιδιά μας πάνε σχολείο. Η γιορτή ήταν το γνωστό ποτ-πουρί από δημοτικά και έντεχνα τραγούδια και ποιήματα: σημαίνει ο Θιος σημαίνει η γη, άκρα του τάφου σιωπή, καλύτερα μιας ώρας, εμείς οι μαύροι κλέφτες - τα θυμάστε φαντάζομαι. Το γνωστό σενάριο κακοί Τούρκοι - καλοί Έλληνες, μαύρο-άσπρο, σκληροί ανάλγητοι βάρβαροι άγριοι αφέντες, γενναίοι περήφανοι αδάμαστοι σκλάβοι ραγιάδες, χιλιομασημένα κλισέ τύπου "η λευτεριά δεν χαρίζεται, κερδίζεται" (κανείς δεν μας λέει ότι αγοράζεται, αυτό πρέπει να το καταλάβουμε μόνοι μας, αν το καταλάβουμε και ποτέ), οι γνωστές καραγκούνες, τσολιάδες και ο Παπαφλέσσας, το γνωστό πάντρεμα Ελλάδα-Ορθοδοξία που μετά τραβιόμαστε όλη μας τη ζωή για να ξεμπλέξουμε και που οι περισσότεροι δεν ξεμπλέκουμε ποτέ, θες γιατί δεν το αντέχουμε, θες γιατί βαριόμαστε, θες γιατί σκοτιστήκαμε κιόλας.
Άκουγα το παιδί μου να απαγγέλει όλες αυτές τις εκτός εποχής και εκτός πραγματικότητας ατάκες, και να σου η Παναγιά και ο Γαβριήλ και η θαυμαστή είδηση, να σου οι καμπάνες και το μέγα μοναστήρι, να σου ο μεγάλος Θεός που έδωσε την νίκη στον μικρό λαό, και μου ερχόταν να κοπανήσω το κεφάλι μου στον τοίχο. Τι χώρα θεέ μου (sic), τι κόμπλεξ, τι κόλλημα με αυτό το τελετουργικό - διότι περί τελετουργικού πρόκειται: και στολές έχει, και τυπικό, και λόγια απαράλλακτα από χρονιά σε χρονιά και από γενιά σε γενικά, και υποχρεωτικό είναι για όλους, αφού τελείται στα σχολεία βάσει νόμου (οι εθνικές γιορτές είναι υποχρεωτικές, αν δεν το ξέρατε) και δεν έχει δυνατότητα απαλλαγής - δεν θεωρείται θέμα συνείδησης αυτό όπως το μάθημα των θρησκευτικών, και πάλι καλά που θεωρείται εκείνο τουλάχιστον.
Το υφιστάμεθα λοιπόν όλοι από παιδιά ως πλύση εγκεφάλου και μετά το ρίχνουμε στο αστείο, έλα μωρέ τα ίδια πάλι, ε ναι τι να κάνουμε έτσι είναι, δεν έγινε και τίποτε, αλλά για τόλμα να μην πας, να πεις στο παιδί σου να μην πάει, πώς θα γίνει; Δεν είναι μια μέρα μόνο, είναι όλες οι μέρες της πρόβας, της προετοιμασίας, είναι η παρέα των συμμαθητών, είναι η ένταξη στην μικροκοινωνία του σχολείου και την ευρύτερη κατά πλειοψηφία ελληνορθόδοξη κοινωνία αργότερα.
Και αναρωτιέμαι γιατί στην ευχή δεν βρίσκεται κανένας ικανός να κάνει μια αλλιώτικη γιορτή, να μιλήσει κάπως αλλιώς για την ελευθερία και την αυτονομία, για τα ανθρώπινα δικαιώματα, για το σύνταγμα και τους νόμους, για τις σχέσεις λαών και εξουσίας. Ίσως να μην είναι θέμα ικανότητας αλλά όρεξης, ίσως να είναι και τα δύο, ίσως να είναι τόσο ριζωμένο το συγκεκριμένο τελετουργικό στο εθνικό μας ασυνείδητο που δεν αντέχουμε να το κάνουμε στην άκρη και να πάμε παρακάτω (ή παραπάνω).
Και χάνω τώρα άλλη μισή ώρα γράφοντας αυτά, πρόχειρα και στο πόδι και με πολλά κενά και θα το μετανιώσω σίγουρα, αλλά αν δεν τα έγραφα θα έσκαγα.
Άντε χρόνια μας πολλά!
1 σχόλιο:
Με λένε Αντώνη! Θα ήθελα να αναφέρω ότι 25η Μαρτίου είναι εθνική γιορτή τη γιορτάζουν όλοι οι έλληνες! Ο Παπαφλέσσας ο Παλαιών Πατρών Γερμανός υπήρξαν πράγματι ιστορικά δεν έχει να κάνει με την πίστη!
Δημοσίευση σχολίου