Στα δεκαπέντε χρόνια που είμαι μέλος της Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας έχω καταφέρει να αναγνωρίζω λίγα είδη πουλιών από την εμφάνιση και τη συμπεριφορά και ακόμη λιγότερα από τη φωνή τους. Οι επιδόσεις μου δεν είναι και σπουδαίες, ιδίως αν αναλογιστεί κανείς ότι έχω κι ένα πτυχίο βιολογίας και έχω απολαύσει εκπαιδευτικές εκδρομές με το πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης στους περισσότερους μεγάλους υγροτόπους της Βόρειας Ελλάδας όπου διδάχτηκα επίσης να αναγνωρίζω αρκετά είδη πουλιών. Πελεκάνους και φλαμίνγκο τα ξεχωρίζει και τυφλός που λέει ο λόγος. Τους τρεις πιο κοινούς ερωδιούς με τα πολλά τους έμαθα. Τα χηνοπαπιά όμως παρέμειναν στο επίπεδο "α κοίτα μια πάπια!" και τα βουτηχτάρια, οι σκαλίδρες και τα παρόμοια στο επίπεδο "α κοίτα ένα πουλάκι". Μόνο την αλκυόνη ξεχωρίζω, από το χρώμα της που λέει και η διαφήμιση, από την διαπεραστική φωνή της και τα ξαφνικά χαμηλά πετάγματα πάνω από το νερό.
Αλλά τα πουλιά των υγροτόπων τα βλέπει κανείς στους υγρότοπους, και τέτοιους δεν έχει κοντά στο σπίτι μου. Έχει και άλλα εύκολα, πελαργοί λόγου χάρη, αλλά κι αυτοί κατοικοεδρεύουν μακριά από τη γειτονιά μου. Τα αρπακτικά για μένα χωρίζονται σε μικρά-μεσαία-μεγάλα, όπου τα μικρά συνήθως είναι βραχοκιρκίνεζα, τα μεσαία συνήθως είναι γερακίνες, και τα μεγάλα κάνας αετός στη χάση και στη φέξη, δηλαδή περίπου ποτέ. Γύπες και τέτοια είναι εύκολα αναγνωρίσιμα βέβαια, αλλά άντε να τα πετύχεις. Τα στρουθιόμορφα επίσης είναι όλα ίδια στα μάτια μου, με εξαίρεση τα σπιτοσπουργίτια, αν τα βλέπω από αρκετά κοντά. Εντάξει, υπερβάλλω, ξεχωρίζω και κάνα σκαρθάκι, ακόμη και κάνα φυλλοσκόπο, και βασιλίσκο άμα τον δω από κοντά λόγω χρωμάτων και μεγέθους. Ξεχωρίζω και τις σουσουράδες, λόγω ουράς και χρωμάτων.
Μετά είναι τα κοτσύφια και οι καρακάξες που ζουν ανάμεσά μας, τα χελιδόνια και οι σταχτάρες που γεμίζουν τον ουρανό το σούρουπο, οι αιγαιόγλαροι που όλοι βλέπουμε στις παραλίες διαρκώς και που ξεπέφτουν κατά τη γειτονιά μου όταν έχει κακοκαιρία, επειδή περνάνε από δω για να πάνε στη χωματερή να βρουν τίποτε να φάνε... ε αυτά πάνω κάτω. Άμα πάω καμιά εκδρομή στα πέριξ αλσύλλια μπορεί να πάρει το μάτι μου καμιά κίσσα, που την ξεχωρίζω από τα γαλάζια φτερά στο πλάι, και κάναν τσαλαπετεινό, με το λοφίο και τα ασπρόμαυρα φτερά στις άκρες. Κάποτε πέτυχα έναν σπίνο στην Πάρνηθα, αλλά δεν τον αναγνώρισα παρά μόνο αφού γύρισα σπίτι και κοίταξα το βιβλίο μου.
Φαντάζεστε λοιπόν τη χαρά και την ικανοποίησή μου όταν καταφέρνω να αναγνωρίσω ένα είδος πουλιού - οποιοδήποτε. Ένα παραπάνω φυσικά αν είναι ασυνήθιστο - και αυτό είναι. Ή μάλλον δεν είναι πια. Είναι πολύ συνηθισμένο σε χώρες μακρινές. Στη δική μας χώρα ζει μόνο μέσα σε κλουβιά. Ζούσε, δηλαδή, γιατί τώρα πλέον, εδώ και κάμποσα χρόνια, ζει κι ελεύθερο. Θες τα αμόλησαν τίποτε πονόψυχοι, θες τα παράτησαν τίποτε ανεύθυνοι, θες το έσκασαν μοναχά τους, θες λίγο απ' όλα - πάντως κατάφεραν να προσαρμοστούν και ζουν πλέον ελεύθερα εδώ, μάλιστα φωλιάζουν κιόλας, αναπαράγονται δηλαδή, κι έχει γεμίσει ο τόπος πλέον από δαύτα. Εγκλιματίστηκαν πλήρως, πήραν την ιθαγένεια, πολιτογραφήθηκαν - αφού τα αναφέρει πλέον και ο Οδηγός Πουλιών της Ελλάδας.
Πρόκειται για έναν μικρόσωμο πράσινο παπαγάλο μεσαίου μεγέθους, απ' αυτά που οι άγγλοι λένε parakeet. Psittacula krameri το επιστημονικό του, ο οδηγός πουλιών το λέει Πράσινο Παπαγάλο στα ελληνικά. Πράσινος πράγματι, καταπράσινος μάλιστα, σαν φρέσκο φύλλο. Μόνο το κόκκινο ράμφος ξεχωρίζει. Τα αρσενικά έχουν και λίγο πορτοκαλί στο λαιμό, αλλά άντε να το δεις, ιδίως όταν πετάει. Αναγνωρίζεται πολύ εύκολα, πρώτον επειδή δεν έχουμε άλλους παπαγάλους στην Ελλάδα, δεύτερον από το ανοιχτοπράσινο χρώμα και τη μακριά λεπτή ουρά, κυρίως όμως από το χαρακτηριστικό του κρώξιμο. Εγώ τουλάχιστον έτσι τον παίρνω πρέφα πάντοτε: ακούω ένα οξύ λαρυγγικό κααα!, σηκώνω το κεφάλι, και να τος!
Πριν λίγους μήνες, αρχές φθινοπώρου, έβλεπα τακτικά στη γειτονιά μου τέσσερις από δαύτους. Υπέθεσα ότι θα ήταν δύο ζευγάρια, τρέχα γύρευε όμως. Τους έβλεπα άλλοτε να πετάνε τριγύρω, άλλοτε καθισμένους σε δέντρα, άλλοτε όλους μαζί, άλλοτε τους δύο, άλλοτε έναν μονάχα. Ύστερα άρχισα να βλέπω έναν παπαγάλο, δεν ξέρω αν πάντα τον ίδιον ή άλλον κάθε φορά, σε δέντρα κοντά στις γραμμές του τραίνου, αρχικά προς Μαρούσι μεριά, κι ύστερα προς Κηφισιά. Τελευταία τον βλέπω σχεδόν πάντα όποτε πάω στο σταθμό του τραίνου στην Κηφισιά, κουρνιασμένο σε μια ψηλή λεύκα από την κάτω μεριά του σταθμού, σχεδόν αόρατο με το πράσινο χρώμα του μέσα στα φύλλα.
Και κάθε φορά που τον ακούω και τον βλέπω, νιώθω την καρδιά μου να σκιρτάει.
Μου δίνει μεγάλη χαρά η παρουσία αυτών των παπαγάλων στην γειτονιά. Δεν ξέρω γιατί. Ίσως επειδή τους αναγνωρίζω εύκολα και χαίρομαι. Ίσως επειδή είναι όμορφοι. Ίσως και για ιδεολογικούς λόγους. Μου αρέσει, βλέπετε, η ιστορία τους. Τους κουβάλησαν εδώ παρά τη θέλησή τους, αιχμάλωτους σε κλουβιά, για την αναψυχή των ανθρώπων. Ποιος ξέρει πόσοι και πόσο ταλαιπωρήθηκαν και υπέφεραν, ποιος ξέρει πόσοι πέθαναν στην πορεία αυτή. Όπως οι ιθαγενείς της Αγκόλα, το Κόνγκο, τη Σιέρρα Λεόνα, τη Σενεγάλη, έτσι κι αυτοί αιχμαλωτίστηκαν και μεταφέρθηκαν μακριά από την πατρίδα τους, έτσι κι αυτοί κατάφεραν να ελευθερωθούν, είτε με δικές τους προσπάθειες, είτε με τη βοήθεια ανθρώπων που πίστευαν στην ελευθερία, έτσι κι αυτοί έμειναν στον τόπο που βρίσκονταν και έφτιαξαν εκεί μια νέα πατρίδα, την έκαναν κομμάτι τους και έγιναν κομμάτι της, τόσο που να μην μπορεί κανείς πια να φανταστεί τη Βραζιλία ή τις Η.Π.Α. χωρίς νέγρους και τα πάρκα της Αθήνας χωρίς πράσινους παπαγάλους.
Οι παπαγάλοι αυτοί έχουν προσαρμοστεί θαυμάσια στη Μεσογειακή ζώνη αλλά και σε όλη την Ευρώπη. Ζουν ελεύθεροι πλέον εδώ και χρόνια μέχρι την Αίγυπτο και το Ισραήλ προς νότον και μέχρι την Αγγλία προς βορράν. Για ακούσιοι μετανάστες τα πήγαν μια χαρά, δεν μπορείτε να πείτε!
Είπα παραπάνω ότι δεν έχουμε άλλους παπαγάλους στην Ελλάδα - αυτό δεν είναι απολύτως αλήθεια. Εκτός από τους πράσινους φίλους και συμπολίτες μας, υπάρχουν και οι Γκριζοπρόσωποι Παπαγάλοι, Myopsitta monachus, επίσης μεσαίου μεγέθους, επίσης πράσινοι αλλά με κίτρινο ράμφος και λίγο μπλε στην άκρη της φτερούγας, που έχουν θεαθεί σε λίγα πάρκα της Αττικής και ίσως φωλιάζουν πλέον κι αυτοί εδώ.
Οι μετανάστες πληθαίνουν, αγαπητοί μου συμπολίτες. Ζουν ανάμεσά μας. Κάποιες συνθήκες συνέβαλλαν στο να βρεθούν εδώ, συνθήκες που βρίσκονται έξω από τον έλεγχό τους και τον δικό μας. Τώρα η πατρίδα μας είναι και δική τους, τώρα είναι κι αυτοί κομμάτι της πατρίδας μας. Μπορούμε να το αρνούμαστε και να αποστρέφουμε το βλέμμα, μπορούμε να τους αγκαλιάσουμε και να τους κάνουμε κομμάτι μας.
Τι από τα δύο λέτε να δίνει μεγαλύτερη χαρά;
2 σχόλια:
Πσσσσς!
Καλά, μάς καραεντυπωσίασες!
Ένα σωρό πουλερικά γνωρίζεις.
Εγώ μόνο κότες, φραγκόκοτες, γαλοπούλες, στρουθοκαμήλους, άντε και κανένα χελιδόνι αν έχει μαζί του τηγάνι, ψαλίδι και βαμβάκι...
Α, και κύκνους, επειδή διαβάζω Τευτονική μυθολογία!...
Πάντως παπαγάλους ελεύθερους έχω δει στην Αθήνα, στο εξωτικό Χαλάνδρι.
Μάλιστα μία γνωστή μου κυρία από εκεί, μού είχε πει ότι σε μία τεράστια αμυγδαλιά που έχει στον κήπο της κάποια φορά μέτρησε κουρνιασμένους πάνω από 12!
Παπαγαλία!...
Ως φαίνεται όμως δεν είναι σταθεροί θαμώνες.
Και εδώ που τα λέμε, αυτοί που θυμάμαι σαν να ήταν λίγο διαφορετικοί από αυτόν που απεικονίζεις.
Έχω ακούσει και για άλλα ζωντανά τής Ελλάδας ότι τα έφεραν άνθρωποι ταξιδιώτες: ας πούμε οι πατάτες, οι φραγκοσυκιές...
Εξαιρετική η φιλο-ξενη στροφή στο τέλος τού ποστ! Ούτε που την φαντάστηκα!
Idom
Ουπς, τις φραγκόκοτες τις ξέχασα!
Χαίρομαι που σου άρεσε η στροφή στο τέλος. Είδες; Σας έκανα μια έκπληξη! :)
Δημοσίευση σχολίου